in case

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
in case < → δείτε τις λέξεις in και case

Έκφραση

[επεξεργασία]

in case (en)

  • (ιδιωματισμός) σε περίπτωση, αν συμβεί κάτι
    In case of an accident…
    Σε περίπτωση ατυχήματος…
    In case you don’t find him there…
    Σε περίπτωση που δεν τον βρεις εκεί…