גריכיש

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

גריכיש (yi) (grikhish) ουδέτερο

  1. ελληνικά

Επίθετο

[επεξεργασία]

גריכיש (yi) (grikhish)

  1. ελληνικός