χαιρέτισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χαιρέτισμα ουδέτερο
- η ενέργεια του χαιρετίζω, ο χαιρετισμός
- (στον πληθυντικό) → δείτε τη λέξη χαιρετίσματα