Βέρβεροι
Βέρβεροι | ||
---|---|---|
| ||
Χώρα | Μαρόκο, Αλγερία, Νίγηρας, Μάλι, Λιβύη, Μπουρκίνα Φάσο, Τυνησία, Μαυριτανία και Αίγυπτος | |
Πληθυσμός | 24.000.000 | |
Σχετικά πολυμέσα | ||
Οι Βέρβεροι είναι μια Εθνοτική ομάδα γηγενής της ευρύτερης περιοχής Μαγκρέμπ στη Βόρεια Αφρική που περιείχε το Μαρόκο, την Αλγερία, τη Λιβύη, την Τυνησία, τη Μαυριτανία, το βόρειο Μαλί και τον βόρειο Νίγηρα.[1][2][3] Μικρότεροι πληθυσμοί Βερβερικών φυλών βρέθηκαν στην Μπουρκίνα Φάσο και στην Όαση Σίβα της Αιγύπτου.[1][4][5] Το έθνος τους μιλούσε μια από τις Βερβερικές γλώσσες, κλάδο της οικογένειας των Αφρικάνικων γλωσσών και σχετίζεται με την αρχαία αιγυπτιακή γλώσσα.[1] Με καταγωγή από τις γηγενείς φυλές που υπήρχαν στη βόρεια Αφρική από την Εποχή του Λίθου οι Βέρβεροι καταγράφονται στα Αιγυπτιακά ιερογλυφικά.[6][7] Από το 2000 π.Χ. οι φυλές τους εξαπλώθηκαν στα δυτικά της κοιλάδας του Νείλου, στη βόρεια Σαχάρα και το Μαγκρέμπ. Στη συνέχεια δημιουργήθηκε μια μεγάλη σειρά από αυτόνομους Βερβερικούς λαούς και βασίλεια, τα σημαντικότερα ήταν η Νουμιδία και η Μαυριτανία.[1] Τα Βερβερικά βασίλεια υποτάχθηκαν σταδιακά στους Άραβες από τον 7ο αιώνα μ.Χ., από αυτό αναδείχτηκαν οι πρώτες μεγάλες Μουσουλμανικές Βερβερικές δυναστείες που ήταν οι Αλμοραβίδες και Αλμοάδες. Οι διάδοχοι τους οι Μαρινίδες, οι Ζαγιανίδες και οι Χαμσίδες συνέχισαν να κυβερνούν τους Βερβερικούς λαούς μέχρι τον 16ο αιώνα. Οι Βερβερικοί λαοί από τότε αφανίστηκαν ή ενσωματώθηκαν με Άραβες που ισχυρίζονταν ότι πρόγονος τους ήταν ο Μέγας Προφήτης Μωάμεθ.[1]
Η λέξη Βέρβερος προέρχεται από την αραβική λέξη Αλ Μπαρμπάρ, η οποία με τη σειρά της προήλθε από την ελληνική λέξη βάρβαρος. Σήμερα, διάλεκτοι της καθομιλουμένης αραβικής του Μαγκρέμπ ομιλούνται από μεγάλο τμήμα των Βερβέρων, εκτός της δικής τους βερβερικής γλώσσας. Ξένες γλώσσες όπως τα γαλλικά και τα ισπανικά, απότοκες της κληρονομιάς από την ευρωπαϊκή κατοχή, ομιλούνται από κάποιους Βέρβερους στο Μαρόκο, την Τυνησία και την Αλγερία, σε συγκεκριμένα πεδία όπως της ανώτερης εκπαίδευσης και των επιχειρήσεων. Υπάρχουν πάνω από 50 εκατομμύρια Βέρβεροι σε όλο τον κόσμο. Οι Βέρβεροι ήταν γνωστοί για τον πολιτισμό τους που είχε πολύπλοκες επιδράσεις από την Ευρώπη, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Ο πολιτισμός τους στο Μαρόκο είναι πασίγνωστος μέχρι σήμερα, αποτελεί παγκόσμιο τουριστικό προορισμό για τη χειροτεχνία, την αρχιτεκτονική και την ενδυμασία τους.[6] Διάσημα πρόσωπα με Βερβερικές ρίζες είναι οι Γάλλοι ποδοσφαιριστές Ζινεντίν Ζιντάν, Καρίμ Μπενζεμά κ.ά.
Αρχαιότητα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Προϊστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι περιοχές της βόρειας Αφρικής που διατήρησαν τη Βερβερική γλώσσα και παραδόσεις ήταν η Αλγερία, η Λιβύη, το Μαρόκο και η Τυνησία. Ο Βερβερικός πολιτισμός έχει διατηρήσει ακόμα και σήμερα πολλά στοιχεία στις άρχουσες τάξεις της Αλγερίας και του Μαρόκου. Οι Βέρβεροι διατήρησαν ξεχωριστές περιοχές όπως η Καβυλία, οι κάτοικοι της διατήρησαν την αυτονομία τους με όλους τους κατακτητές.[8][9][10][11] Με την Αραβική κατάκτηση της βόρειας Αφρικής παρέμειναν ανεξάρτητοι σε απομονωμένες περιοχές στα βουνά.[12][13] Ο Ρωμαίος ιστορικός Γάιος Σαλούστιος Κρίσπος έγραψε ότι οι πρώτοι προϊστορικοί Βερβερικοί πληθυσμοί ήταν οι Γετούλιοι και οι Λίβυοι που ήρθαν από την Ιβηρική. Ο Ηρακλής αργότερα στον δρόμο του για την Ισπανία διέσχισε την περιοχή τους και οι άντρες του παντρεύτηκαν τις γυναίκες των Λιβύων, από την ένωση αυτή προήλθαν οι Μαουρί και οι Νομάδες που δημιούργησαν τη Νουμιδία. Ο μεγάλος βασιλιάς των Νουμιδών Μασανάσης Α΄ της Νουμιδίας ένωσε τον 3ο αιώνα π.Χ. όλες τις Βερβερικές φυλές της βόρειας Αφρικής. Ο Τυνήσιος ιστορικός του Μεσαίωνα Ιμπν Χαλντούν (1332–1406) ανέλυσε όλες τις παραδόσεις της εποχής του και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κατάγονταν από τον Χαναάν τέταρτο γιο του Χαμ, σύμφωνα με άλλες κατάγονταν από τον Μεστράιμ δεύτερο γιο του Χαμ.[14] Ανήκαν σε ένα πανίσχυρο έθνος με πολυάριθμους και γενναίους κατοίκους όπως οι Άραβες, οι Πέρσες, οι Έλληνες, οι Αιγύπτιοι και οι υπόλοιποι λαοί, κατοικούσαν στο Μαγκρέμπ από τα αρχαιότερα προϊστορικά χρόνια. Οι πληθυσμοί που κατοικούσαν αρχικά τη βόρεια Αφρική (5000 π.Χ.) ανήκαν στον Καψιανό και τον Ιβηρο-Μαυριτανικό πολιτισμό, η παρουσία τους σχετίζεται με τη Νεολιθική Αναγέννηση.[15] Οι πρώτες ιστορικές Βερβερικές φυλές αναδείχθηκαν από αυτούς τους πολιτισμούς όταν ξεκίνησε η Εποχή του Σιδήρου.[16] Οι πατρογονικές αναλύσεις DNA έδειξαν ότι σχετίζονται με τον υπόλοιπους Αφρικάνικους πληθυσμούς, στους Βέρβερους εμφανίζεται το απλόσωμα "E1b1b" σε μεγαλύτερη συχνότητα.[17] Οι γενετικές αναλύσεις στους Βέρβερους έδειξαν ότι σχετίζονται άμεσα με τους ευρύτερους προϊστορικούς οικισμούς με μεγαλύτερη συχνότητα στους Βέρβερους της Τυνησίας.[18] Έχουν σημαντικές ομοιότητες με τους Κόπτες και τους κατοίκους της Σομαλίας αλλά έχουν διαφορές με τους αντίστοιχους της Μεσοποταμίας πριν την Ολόκαινο.[19]
Κλασσική αρχαιότητα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι φυλές των Βέρβερων που αναφέρονται στην κλασική αρχαιότητα σαν Λίβυοι ήταν τρεις : Οι Μαυριτανοί, οι Νουμίδιοι κοντά στην Αρχαία Καρχηδόνα και οι Γετούλιοι.[20] Οι Μαυριτανοί κατοικούσαν στην Αφρικανική δύση, το σημερινό Μαρόκο και Αλγερία, οι Νουμίδιοι κατείχαν αντίστοιχα την περιοχή ανάμεσα στους Μαυριτανούς και την Καρχηδόνα. Οι φυλές κατοικούσαν κυρίως σε διάσπαρτα χωριά αλλά η κύρια ασχολεία τους ήταν η ποιμενική ζωή. Οι Γετούλιοι ζούσαν στα βόρεια όρια της Σαχάρας με έναν περισσότερο πρωτόγονο τρόπο.[21][22][23] Οι Φοίνικες έφτασαν στις αρχές της 1ης Χιλιετίας π.Χ. με έναν περισσότερο προηγμένο πολιτισμό από τις δυτικές ακτές της Ασίας. Οι διαφορές τους με τους υποανάπτυκτους Βέρβερους ήταν εμφανείς, προσπάθησαν να διατηρήσουν την εθνική τους ταυτότητα ενώ στην αρχή είχαν επαφές μόνο με την Τύρο.[20] Οι πρώτες Φοινικικές εγκαταστάσεις ήταν απλά φυλάκια που εξυπηρετούσαν τα πλοία για το εμπόριο με τους Ίβηρες, με τους Βέρβερους δεν είχαν κανένα κέρδος.[24][25] Τα φυλάκια ωστόσο εξελίχθηκαν σε σημαντικούς εμπορικούς σταθμούς ιδιαίτερα στην Τυνησία. Οι εγκαταστάσεις της Τυνησίας εξελίχθηκαν σε μεγάλα κέντρα παραγωγής ελαιόλαδου και πορφύρας αλλά οι Βέρβεροι διατήρησαν την ανεξαρτησία τους και έκαναν σημαντικές προόδους χάρη στην αντιγραφή του Φοινικικού πολιτισμού.[23] Η αριθμητική και στρατιωτική υπεροχή των Βερβέρων ανάγκασε τους Καρχηδόνιους να τους πληρώνουν φόρο υποτέλειας, η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ.[24] Στην Εικοστή τρίτη δυναστεία Φαραώ οι Αιγύπτιοι σέβονταν σε σημαντικό βαθμό τους Βέρβερους που ζούσαν κοντά στην Καρχηδόνα. Οι οπλαρχηγοί των Βέρβερων βρίσκονταν σε τέτοια εκτίμηση από τους Καρχηδόνιους που "επέτρεψαν τους μεικτούς γάμους".[26] Ο μύθος της Διδώς που αρνείται όπως περιγράφει ο Πομπήιος Τρόγος να παντρευτεί έναν Βέρβερο οπλαρχηγό απεικονίζει τις προσπάθειες των Καρχηδόνιων να διατηρήσουν εκείνη την εποχή τη φυλετική τους σύσταση.[27] Οι εμπορικοί σταθμοί των Φοινίκων θα εξελιχθούν σταδιακά σε μόνιμους οικισμούς και κατόπιν σε πόλεις, η ανάγκη τους για αγαθά τους οδήγησε σε εμπόριο με τους Βέρβερους με βάση την τοπική τους παραγωγή. Τον 5ο αιώνα π.Χ. η Καρχηδόνα επεκτάθηκε σημαντικά και οι Φοίνικες ιδιωτικοποίησαν μεγάλες αγροτικές εκτάσεις.[28][29] Οι Βέρβεροι αντιστάθηκαν αφού έβλεπαν την κατάσταση να εξελίσσεται σε βάρος τους. Η έλλειψη γραπτών πηγών για εκείνη την εποχή δεν επιτρέπει να έχουμε σαφή συμπεράσματα, το βέβαιο είναι ότι οι Βέρβεροι δεν ήταν πλέον ισότιμοι, χρησιμοποιήθηκαν σαν εργάτες με μίσθωση ή συμβόλαιο.[20] Οι Βέρβεροι βρίσκονταν σε συνεχή αναταραχή μέχρι που τελικά εξεγέρθηκαν (396 π.Χ.):
"Χιλιάδες επαναστάτες κατέβηκαν από τα βουνά και εισέβαλαν στην επικράτεια των Φοινίκων, στο πλευρό τους βρέθηκαν πολλοί εργάτες της υπαίθρου, οι Καρχηδόνιοι οπισθοχώρησαν και κλείστηκαν σαν πολιορκημένοι στα τείχη της πόλης τους"
Οι Βέρβεροι ήταν ανοργάνωτοι και παρά την αριθμητική τους υπεροχή που ήταν 200.000 τους διέλυσε η πείνα. Η δωροδοκία των αρχηγών τους από τους Καρχηδόνιους τους ανάγκασε να οπισθοχωρήσουν, δεν παραδόθηκαν ωστόσο, μια σειρά από επαναστάσεις καταγράφονται μετά τον 4ο αιώνα π.Χ.[20] Οι Βέρβεροι ήταν πλέον φιλοξενούμενοι στον ίδιο τον τόπο τους, αποδέχθηκαν την κυριαρχία των Καρχηδόνιων αλλά διατήρησαν τα έθιμα και τον πολιτισμό τους έστω και ως υποβαθμισμένοι.[30] Το σημαντικότερο είναι ότι δημιούργησαν ανεξάρτητες κοινωνικές δομές στις οποίες έκαναν εισαγωγή της Φοινικικής τεχνολογίας με τις δικές τους επιδεξιότητες, η συμβίωση ήταν ασύμμετρη.[31] Με το πέρασμα των αιώνων οι Βέρβεροι άρχισαν να αφομοιώνονται, δημιουργήθηκε μια μεικτή κοινωνία που έμεινε γνωστή ως Λιβυο-Φοινικική.[20] Οι Βέρβεροι αναγκάστηκαν να ασπαστούν έναν πολιτισμό που εθεωρείτο ξένος απέναντι στα έθιμα τους.[22] Δημιουργήθηκε ένας μεικτός πληθυσμός στον οποίο οι στρατιωτικοί διοικητές είχαν ως βάση το Βερβερο-Νουμιδικό ιππικό. Τον 4ο αιώνα π.Χ. οι Βέρβεροι έγιναν "η πιο πολύτιμη μονάδα στον Καρχηδονιακό στρατό".[20] Την εποχή που οι Καρχηδόνιοι βρέθηκαν σε πολέμους οι Βέρβεροι βρήκαν την ευκαιρία να εκδηλώσουν την αντίθεση τους. Όταν επιτέθηκε ο Αγαθοκλής των Συρακουσών (361 π.Χ. - 289 π.Χ.) και απείλησε την Καρχηδόνα πολλοί Βέρβεροι πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων.[24] Όταν ξέσπασε ο Β΄ Καρχηδονιακός Πόλεμος με την Αρχαία Ρώμη, ο στρατηγός των Ρωμαίων Σκιπίων ο Αφρικανός επιτέθηκε στην Καρχηδόνα και ο βασιλιάς των Βερβέρων Μασανάσης Α΄ (240 π.Χ. - 148 π.Χ.) πολέμησε στο πλευρό του. Το αποτέλεσμα ήταν η ήττα των Καρχηδονίων στη Μάχη της Ζάμας, ήταν η πρώτη ήττα του Αννίβα. Οι Ρωμαίοι αναγνώρισαν τη μεγάλη συνεισφορά των Βέρβερων και τους αντάμειψαν μετά τη μάχη με σημαντικά προνόμια.[32] Η Καρχηδόνα κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους της για "σκληρή μεταχείριση των υπηκόων της", "βιαιότητα, σκληρότητα" και υψηλή φορολογία.[20][33] Ο στρατός της Καρχηδόνας μείωσε τον αριθμό των Βερβέρων μισθοφόρων της με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν οι μισθοφορικοί πόλεμοι (240 π.Χ. - 237 π.Χ.).[24][34] Οι σύγχρονοι ιστορικοί κατηγόρησαν την Καρχηδόνα ότι δεν προσπάθησε να αφομοιώσει τους ξένους λαούς στον πολιτισμό της όπως έκανε η Ρώμη, σύμφωνα με άλλους ιστορικούς προσπάθησε αλλά απέτυχε με αποτέλεσμα την πτώση της.[20][35] Οι φόροι των Καρχηδόνιων ήταν αβάστακτοι και επιβλήθηκαν στους Βέρβερους με αυστηρότητα, το αποτέλεσμα ήταν να υποστηρίξουν κάθε εισβολέα από τα βόρεια και να τον βλέπουν ως ελευθερωτή.[35] Η άσχημη αυτή σχέση συνεχίστηκε μέχρι τη διάλυση της Καρχηδόνας, μια σχέση έντασης και εχθρότητας αλλά υπήρχαν και εξαιρέσεις με φιλίες.[36] Στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία οι Βέρβεροι γνώρισαν μεγάλη ακμή και η περιοχή τους έγινε Πρωτοχριστιανικό κέντρο. Ο Δονατισμός ήταν το κύριο δόγμα που επικρατούσε στους Βέρβερους, θεωρήθηκε αίρεση και τους έφερε σε αποξένωση με την Καθολική Εκκλησία, μερικοί ασπάστηκαν τον Ιουδαισμό.[37] Στη Νουμιδία γεννήθηκε σημαντικοί Ρωμαίοι συγγραφείς όπως ο Απουλήιος και ο Αυγουστίνος Ιππώνος και 3 πάπες, ανάμεσα τους ο Πάπας Βίκτωρ Α΄ που υπηρέτησε τον Σεπτήμιο Σευήρο ο οποίος γεννήθηκε επίσης στην Αφρική αλλά ήταν Ρωμαϊκής καταγωγής.[38]
Νουμιδία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Νουμιδία ήταν αρχαίο Βερβερικό βασίλειο που κυριαρχούσε στη σημερινή Αλγερία και σε τμήμα της Τυνησίας, έγινε Ρωμαϊκή επαρχία σαν Εξαρτημένο κράτος. Το επίκεντρο του βασιλείου βρισκόταν στο ανατολικό τμήμα της σημερινής Αλγερίας, στα δυτικά στο σημερινό Μαρόκο βρισκόταν η Μαυριτανία, στα ανατολικά η Τυνησία, στα βόρεια η Μεσόγειος Θάλασσα και στα νότια η Σαχάρα, οι κάτοικοι ονομάζονταν Νουμιδοί. Το όνομα Νουμιδία καταγράφουν ο Πολύβιος και άλλοι ιστορικοί τον 3ο αιώνα π.Χ., περιείχε όλη τη βόρεια Αλγερία μέχρι μια απόσταση 160 χιλιομέτρων δυτικά του Οράν. Οι Νουμιδοί χωρίστηκαν σε δύο μεγάλες ομάδες, οι Μασιλιανοί στα ανατολικά και οι Μασεσιλιανοί στα δυτικά. Την εποχή που είχε ξεσπάσει ο Β΄ Καρχηδονιακός Πόλεμος οι ανατολικοί Μασισιλιανοί συμμάχησαν υπό τον βασιλιά Γάλα με την Καρχηδόνα και οι δυτικοί Μασεσιλιανοί υπό τον βασιλιά Σύφαξ με τη Ρώμη. Ο γιος και διάδοχος του Γάλα Μασσανάσης άλλαξε υποστήριξη και συμμάχησε με τη Ρώμη, το ίδιο έκανε και ο Σύφαξ που συμμάχησε με την Καρχηδόνα, στα τέλη του πολέμου οι Ρωμαίοι παρέδωσαν στον Μασσανάση όλη τη Νουμιδία. Την εποχή που πέθανε ο Μασσανάσης (148 π.Χ.) το βασίλειο του επεκτεινόταν από το Μαρόκο μέχρι την Κυρηναϊκή, στην Καρχηδόνα είχε μείνει μόνο η παραλιακή Τυνησία.[39] Τον Μασσανάση διαδέχθηκε ο γιος του Μικίψα, τον ίδιον διαδέχθηκαν οι γιοι του Ιεμψάλ Α΄ της Νουμιδίας και Αδερβάλ και ο νόθος εγγονός του Μασσανάση Ιουγούρθας που ήταν Βέρβερος δημοφιλής στους Νουμίδιους (118 π.Χ.). Ο Ιεμψάλ Α΄ και ο Ιουγούρθας βρέθηκαν σε σύγκρουση για τη διαδοχή, ο Ιουγούρθας σκότωσε τον Ιεμψάλ Α΄ και ο Αδερβάλ του κύρηξε τον πόλεμο. Ο Αδερβάλ ηττήθηκε σε ανοιχτή μάχη και ζήτησε βοήθεια από τη Ρώμη, οι Ρωμαίοι αξιωματούχοι δωροδοκήθηκαν αλλά προτίμησαν να σταματήσουν τη διαμάχη με τη διανομή του βασιλείου στα δύο. Ο Ιουγούρθας παρέλαβε το δυτικό τμήμα αλλά σύντομα ξέσπασαν νέες εμφύλιες συγκρούσεις που οδήγησαν σε πόλεμο ανάμεσα στη Νουμιδία και τη Ρώμη. Στην αρχαιότητα (3ος αιώνας π.Χ. - 44 π.Χ.) το αρχαίο βασίλειο των Μαυριτανών στο σημερινό Μαρόκο ήταν τμήμα της Αλγερίας. Οι Μαυριτανοί έγιναν υποτελείς της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (33 π.Χ.) όταν πέθανε ο Βόκχος Β΄ (33 π.Χ.) και όταν πέθανε ο Πτολεμαίος της Μαυριτανίας που ανήκε από μητέρα στη Δυναστεία των Πτολεμαίων Ρωμαϊκή επαρχία (40 μ.Χ.)
Μεσαίωνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Ρωμαϊκό βασίλειο των Μαυριτανών ήταν ένα ανεξάρτητο χριστιανικό βασίλειο των Βερβέρων που βρίσκεται στη σημερινή Αλτάβα, στη βορειοδυτική Αλγερία. Οι χριστιανικές κοινότητες στο Μαγκρέμπ εξαφανίστηκαν όταν κατακτήθηκαν από το Ισλάμ, παρέμειναν κάποια μεμονωμένα χωριά μέχρι τον 14ο αιώνα.[40] Οι Βερβερικές Μουσουλμανικές δυναστείες αναδείχτηκαν τον Μεσαίωνα στο Μαγκρέμπ και στην Αλ-Άνταλους. Τα κυριότερα από αυτά ήταν οι Ζιρίδες στην Ιφρικίγια (973–1148), η Δυναστεία των Χαμαδιδών στη Δυτική Ιφρικίγια (1014-1052), οι Αλμοραβίδες στο Μαρόκο και στην Αλ-Άνταλους (1040-1147), οι Αλμοάδες στο Μαρόκο και στην Αλ-Άνταλους (1147-1248), οι Χαφσίδες στην Ιφρικίγια (1229-1574), η Δυναστεία των Ζαγιανιδών στην Τλεμσέν (1235-1556), το Σουλτανάτο των Μαρινιδών στο Μαρόκο (1248-1465) και η Δυναστεία Βατασιδών στο Μαρόκο (1471-1554). Σε αντίθεση με τις προηγούμενες θρησκείες που ήταν προσωρινές η Μουσουλμανική θρησκεία που διέσπειραν οι Άραβες έγιναν μόνιμες από τον 11ο αιώνα. Το Ισλάμ εξαπλώθηκε από τις κατώτερες τάξεις μέχρι τους πλούσιους και τους πιο μορφωμένους, εισήγαγαν νέες θρησκευτικές τελετές και νέες κοινωνικές δομές. Η τελευταία Αραβική φυλή που έφτασε ήταν η Μπανού Χιλάλ, την έστειλε το Χαλιφάτο των Φατιμιδών για να τιμωρήσει τη Βερβερική δυναστεία των Ζιρίδων επειδή απαρνήθηκαν τον Σιιτισμό. Οι Μπανού Χιλάλ περιόρισαν τους Ζιρίδες σε μια παραλιακή ζώνη καταλαμβάνοντας ολόκληρη την πεδιάδα, το αποτέλεσμα ήταν η εξάπλωση του νομαδισμού σε γεωργικές περιοχές. Πέρα από τη μεγάλη Αραβική διείσδυση οι Ευρωπαίοι έφεραν έναν μεγάλο αριθμό δούλων από τις χώρες τους, στην Οθωμανική αυτοκρατορία έφτασαν τους 1.250.000.[41] Οι επιδράσεις από γειτονικές χώρες στην Αφρική όπως το Σουδάν ήταν επίσης έντονες.
Άνοδος του Ισλαμισμού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι πρώτες Αραβικές στρατιωτικές εκστρατείες ξεκίνησαν την περίοδο (642-669) με αποτέλεσμα την εξάπλωση του Ισλάμ. Οι πρώτες επιδρομές με βάση την Αίγυπτο δεν ήταν οργανωμένες από το κεντρικό Χαλιφάτο αλλά έγιναν με πρόσκληση Βέρβερων που ήθελαν να ασπαστούν το Ισλάμ. Όταν η έδρα του Χαλιφάτου μετακινήθηκε από τη Μεδίνα στη Δαμασκό το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών αποφάσισε σοβαρά να κατακτήσει τη δυτική Μεσόγειο και τη βόρεια Αφρική. Ο Αραβικός σταθμός με αρχηγό τον Ούκμπα ιμπν Ναφί κατέκτησε την Καϊρουάν περίπου 160 χιλιόμετρα νότια από την Τύνιδα και τη χρησιμοποίησε σαν βάση για τις μετέπειτα επιχειρήσεις. Ο διάδοχος του Ούκμπα Αμπού αλ Μουχατζίρ προχώρησε περισσότερο δυτικά με στόχο να κατακτήσει ένα σύνολο χριστιανικών Βερβερικών πληθυσμών που κυβερνούσε ο Κουσάιλα ο οποίος έγινε Μουσουλμάνος, μετακινήθηκε από το Τλεμσέν κοντά στο Καϊρουάν. Η αρμονική συμβίωση των δύο λαών δεν διατηρήθηκε πολύ, οι Άραβες και οι Βέρβεροι κυβερνούσαν εναλλακτικά την περιοχή μέχρι το 697. Οι Ομεϋάδες κατέλαβαν την Καρχηδόνα (698), έδιωξαν τη Βυζαντινή αυτοκρατορία και νίκησαν στη "μάχη της Ταμπάρκα" τις ενωμένες χριστιανικές δυνάμεις των Βερβέρων υπό τη βασίλισσα Ντιχιά. Οι Ομεϋάδες είχαν σημαντική βοήθεια από τους αποστάτες Βέρβερους που είχαν ασπαστεί το Ισλάμ, κατέκτησαν όλη τη βόρεια Αφρική. Στη συνέχεια δημιουργήθηκε η νέα Ισλαμική επαρχία της Ιφρικίγια με κυβερνήτες διορισμένους από το Χαλιφάτο και με έδρα το Καϊρουάν, περιείχε τη δυτική Λιβύη, την Τυνησία και την ανατολική Αλγερία. Οι Βέρβεροι ασπάστηκαν στο σύνολο τους το Ισλάμ αλλά δεν βρέθηκαν σε ισότιμη θέση με τους υπόλοιπους Άραβες, τους φορολογούσαν βαριά και τους αντιμετώπιζαν σαν Μουσουλμάνους δεύτερης κατηγορίας. Το αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσουν αντιδράσεις που θα οδηγήσουν σε ανοιχτή εξέγερση υπό τη σημαία της Μουσουλμανικής αίρεσης του Ιμπάντι Ισλάμ (739-740). Οι περισσότεροι Βέρβεροι ασπάστηκαν την αίρεση με στόχο να ανατρέψουν τους Ομεϋάδες από την κεντρική διοίκηση του Χαλιφάτου. Μετά την εξέγερση οι Ιμπάντι δημιούργησαν μια σειρά από ανεξάρτητα θεοκρατικά βασίλεια τα περισσότερα από τα οποία διαλύθηκαν σύντομα, μερικά ωστόσο που κατείχαν τα εμπορικά κέντρα ευημερούσαν. Το Χαλιφάτο των Αββασιδών διαδέχθηκε τους Ομεϋάδες στη διοίκηση του Ισλάμ (750), μετέφερε την πρωτεύουσα του κεντρικού Χαλιφάτου από τη Δαμασκό στη Βαγδάτη και αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Χαλιφάτου της Ιφρικίγια με έδρα το Καϊρουάν και κυβερνήτη τον Ιμπραήμ-αλ-Αγκλάμπ. Οι απόγονοι του Αγλαβίδες κυβερνούσαν μέχρι το 909 σαν ανεξάρτητοι ηγεμόνες μετατρέποντας το Χαλιφάτο σε κέντρο τέχνης και πολιτισμού. Στα δυτικά των Αγλαβίδων ο Άμπντ Αλ-Ράχμαν Ιμπν Ράσταμ κατέλαβε πολλά εδάφη και δημιούργησε νέο Χαλιφάτο στη βορειοδυτική Αλγερία με πρωτεύουσα το Τιαρέτ. Οι διάδοχοι του η Ρουσταμιδική δυναστεία (761-909) κυβέρνησαν δημοκρατικά, ο ιμάμης των Ιμπαντί εκλεγόταν από τον λαό, καλλιέργησαν την ποίηση, τα γράμματα και τις τέχνες. Η αυλή του Τιαρέτ προσέλκυσε πολλούς μαθηματικούς, αστρονόμους, νομικούς και θεολόγους. Η Ρουσταμιδική δυναστεία αδιαφόρησε ωστόσο στον στρατιωτικό τομέα με αποτέλεσμα τη σταδιακή κατάρρευση της, το Χαλιφάτο των Φατιμιδών βρήκε την ευκαιρία να τους κατακτήσει. Οι Φατιμίδες τοποθέτησαν έναν νέο Χαλίφη τον Αμπντ Αλλάχ αλ-Μάχντι Μπιλλάχ (921) και ίδρυσαν την Αλ-Μαχντίγια που έγινε αργότερα η πρωτεύουσα του Χαλιφάτου.[42] Η επιλογή έγινε λόγω προνομιακής της θέσης στον εμπορικό και τον στρατιωτικό τομέα, υπήρχε πανάρχαια αποικία από την εποχή των Φοινίκων.[43]
Η Ελ-Άνταλους υπό τους κυβερνήτες των Ομεϋαδών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι πρώτοι Μουσουλμάνοι που επιτέθηκαν στην Ιβηρική (711) ήταν Βέρβεροι, ο αρχηγός τους Ταρίκ Ιμπν Ζιγιάντ ήταν υπό τις διαταγές του Άραβα χαλίφη της Δαμασκού Αμπντ αλ-Μαλίκ ιμπν Μαρουάν και του αντιβασιλέως του στη βόρεια Αφρική Μουζά ιμπν Νουσαΐρ.[44] Για τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους Άραβες και τους Βέρβερους δεν υπάρχουν πολλές πηγές επειδή οι ιστορικοί εκείνης της εποχής ήταν κυρίως Άραβες. Ο Λεξικογράφος Ιμπν Καλικάν περιγράφει υπεροχή των Βέρβερων στην επίθεση του Ταρίκ Ιμπν Ζιγιάντ (711).[44] Ο Νουσαΐρ επανήλθε με έναν στρατό ανάμεικτο από Άραβες και Βέρβερους (712), ήθελαν να βοηθήσουν τον πρώτο Χαλίφη των Ομεϋαδών της Άλ-Άνταλους Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ επειδή η μητέρα του ήταν Βερβερικής καταγωγής. Ο Άγγλος Μεσαιωνολόγος Ρότζερ Κόλινς θεωρεί ότι οι περισσότεροι που επιτέθηκαν εκείνη την εποχή στην Ιβηρική ήταν Βέρβεροι, οι Άραβες είχαν ανεπαρκή στρατό να το κάνουν.[44] Η Βόρεια Αφρική είχε κατακτηθεί μόλις 12 χρόνια πριν και οι Άραβες χρησιμοποίησαν τον στρατό των ηττημένων για τις νέες τους κατακτήσεις.[44] Ο Κόλινς συνεχίζει τονίζοντας ότι η κοινωνική δομή των Βέρβερων επέτρεπε στους Άραβες να χρησιμοποιήσουν στον στρατό τους μεγάλα τμήματα από τον πληθυσμό τους, είχαν επίσης εξαιρετικές στρατιωτικές ικανότητες.[44] Τα Βερβερικά στρατεύματα που επιτέθηκαν στην Ιβηρική προέρχονταν κυρίως από την Ιφρικίγια και την Τριπολιτανία.[45] Ο Μουσουλμάνος κυβερνήτης μοίρασε τα κατακτημένα εδάφη στις φυλές, δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τη διανομή επειδή δεν υπάρχουν πηγές.[44] Οι Άραβες και οι Βέρβεροι επεκτάθηκαν σε ολόκληρη την Ιβηρική, οι Βέρβεροι παρέλαβαν κυρίως ορεινές περιοχές στη Γρανάδα, τα Πυρηναία, την Κανταβρία και την Ισπανική Γαλικία. Ο Κόλλινς περιγράφοι τους Βέρβερους σαν ορεινή φυλή, οι Άραβες αντίθετα ήταν πεδινοί.[44] Στα τέλη της δεκαετίας του 710 υπήρχαν Βέρβεροι κυβερνήτες στην Ισπανική Λεόν και τη Χιχόν.[44] Την εποχή που εξεγέρθηκε ο Πελάγιος στο Βασίλειο των Αστουριών βρισκόταν Βέρβερος κυβερνήτης. Η εξέγερση αυτή άλλαξε τα σχέδια της αρχικής διανομής με αποτέλεσμα να μην εγκατασταθούν Βέρβεροι στη Γαλικία και στην Κανταβρία. Η εκδίωξε της Βερβερικής φρουράς από την κεντρική Αστουρία μετά τη "μάχη της Κοβαντόνγκα" (718-720) είχε σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο Βασίλειο της Αστουρίας.[45] Πολλοί Βέρβεροι εγκαταστάθηκαν κοντά στο Τολέδο, την Ταλαβέρα ντε λα Ρέινα και τη Μέριδα που έγινε τον 8ο αιώνα σημαντικό οχυρό τους.[44] Η φρουρά των Βερβέρων στην Ταλαβέρα ενεπλάκη τον 8ο αιώνα σε στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των επαναστατών στο Τολέδο.[44] Οι αρχικές εγκαταστάσεις τους ήταν τα ανατολικά Πυρηναία και η Καταλονία, απέφευγαν τις μεγάλες πόλεις του νότου και περιορίστηκαν σε συνοριακές ζώνες γύρω από την Κόρδοβα.[44]
Ο Ρότζερ Κόλλινς έγραψε βασιζόμενος στο έργο του Πιερ Γκισάρ ότι οι Βέρβεροι διατήρησαν την εθνική τους ταυτότητα στην Ιβηρική σε αντίθεση με τους Άραβες.[44][46][47] Μιά πιθανή εξήγηση για αυτό είναι ότι δεν ήρθαν στην Ιβηρική μόνοι τους αλλά έφεραν και τις οικογένειες τους από τη βόρειο Αφρική.[45][48] Τα ανατολικά Πυρηναία που βρίσκονταν υπό τη διοίκηση Βερβερικής φρουράς υπό τον Μασάια επαναστάτησαν εναντίον των Αράβων (731), η αιτία ήταν η κακομεταχείριση των Βερβέρων σε δικαστικά θέματα στη βόρεια Αφρική. Ο Δούκας της Ακουιτανίας Εύδης ο Μέγας υποστήριξε τους Βέρβερους αλλά ο Αμπντ αλ-Ραχμάν τους πολιόρκησε και τους νίκησε στη Σερδάνια. Ο Αμπντ αλ-Ραχμάν στράφηκε κατόπιν εναντίον του Εύδη για να τον τιμωρήσει για τη βοήθεια που πρόσφερε στον Μασάια με τελικό αποτέλεσμα την ήττα του στο Πουατιέ.[44] Στην Παμπλόνα υπήρχε Βερβερική φρουρά, οι 190 Ισλαμικοί τάφοι του 8ου αιώνα στην πόλη πιστοποιούν την ύπαρξη της φρουράς.[44] Αργότερα (798) βρέθηκε υπό την κυριαρχία του Μουταρρίφ-ιμπν-Μούσα ενός ηγεμόνα των Μπανού Κασί, ανατράπηκε μετά από λαική επανάσταση. Η Παμπλόνα δήλωσε την πίστη της στους Φράγκους (806), δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο Βασίλειο της Ναβάρρας (824) και η φρουρά των Βερβέρων εκδιώχθηκε από την πόλη.[44] Ο Μεσαιωνικός ιστορικός των Αιγυπτίων Αλ-Χακάμ έγραψε ότι η επανάσταση των Βέρβερων στη βόρεια Αφρική υποκινήθηκε από τον Μασάια (740-741). Τα Χρονικά του 754 καταγράφουν μια επανάσταση "αιρετικών Βερβέρων", πιθανότατα Μουσουλμάνoι Ιμπαντί.[44] O Κάρολος Μαρτέλος επιτέθηκε στους συμμάχους των Αράβων στη Μασσαλία και ο Ούμπκα σχεδίασε επιχείρηση τιμωρίας εναντίων των Φράγκων αλλά η επανάσταση τον Βέρβερων στη βόρεια Αφρική τον ανάγκασε να επιστρέψει στη Σαραγόσα.[44] Τα Χρονικά του 754 συνεχίζουν να περιγράφουν την επίθεση του Ούμπκα στα οχυρά των Βέρβερων της Αφρικής, στην αρχή ήταν ανεπιτυχής, αργότερα τα κατέστρεψε όλα και επέστρεψε στην πρωτεύουσα του.[44] Ο Μασάια δολοφονήθηκε από τους οπαδούς του αλλά οι επανάσταση των Βέρβερων επεκτάθηκε, συνέτριψαν τρεις Αραβικούς στρατούς.[44] Μετά την ήττα του τρίτου με επίλεκτες Συριακές δυνάμεις η επανάσταση επεκτάθηκε, κατόπιν όλες οι αποικίες των Βερβέρων στην Ισπανία εξεγέρθηκαν. Την ίδια εποχή που είχαν υπό την κυριαρχία τους οι Βέρβεροι ολόκληρη τη βόρεια Ισπανία εκτός από την κοιλάδα του Έβρου ο Ούμπκα πέθανε. Ο διάδοχος του Ιμπν Κατάν κάλεσε σε βοήθεια τα Συριακά στρατεύματα από τη Θέουτα, διέσχισαν την Ιβηρική και επιτέθηκαν στους Βέρβερους.[44] Οι Βέρβεροι βάδισαν νότια σε τρία μέτωπα το Τολέδο, την Κόρντομπα και το Στενό του Γιβραλτάρ. Οι γιοι του Ίμπ-Κατάν νίκησαν τους Βέρβερους στο Τολέδο, τα άλλα δύο σώματα στην Κόρντομπα και το Γιβραλτάρ ηττήθηκαν από τους Σύριους μισθοφόρους. Μετά την τελική τους υποταγή ο αρχηγός των Συρίων μισθοφόρων Μπαλτζ απέκτησε την Κόρντομπα, εκτέλεσε τον Ιμπν-Κατάν και έμεινε ο μοναδικός κυβερνήτης.[44] Ο Κόλλινς σημειώνει ότι η απουσία του Μπαλτζ από τη Συρία στάθηκε αιτία να ανατραπεί το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών από τους Αββασίδες και να λήξει η κυριαρχία του.[44] Ο Ρότζερ Κόλλινς συμφωνεί ότι η εξέγερση των Βερβέρων στη βορειοδυτική Ιβηρική και η ίδρυση του Βασιλείου των Αστουριών άλλαξε τα δεδομένα με την ύπαρξη των Βερβέρων στην Ιβηρική.[44] Οι Άραβες ήθελαν να προστατευθούν από τις εξεγέρσεις τους στα νότια σύνορα τους και δεν ασχολήθηκαν με το Βασίλειο των Αστουριών. Η παρουσία των Βέρβερων στη βορειοδυτική Ιβηρική διατηρήθηκε από τότε μόνο σποραδικά μέχρι τη δεκαετία του 740, από τότε δεν αναφέρονται στις πηγές.[44]
Η Ελ-Άνταλους υπό το Εμιράτο των Ομεϋαδών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την εποχή που ανατράπηκε το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών (750) ο Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄, εγγονός του τελευταίου Χαλίφη Ισάμ ιμπν Αμπντ αλ-Μαλίκ δραπέτευσε στη βόρεια Αφρική και έζησε 5 χρόνια ανάμεσα στους Βέρβερους.[44] Σύμφωνα με την παράδοση η μητέρα του ήταν Βέρβερη και βρήκε καταφύγιο στον λαό της μητέρας του. Όταν ο κυβερνήτης Ιμπν Χαμπίμπ τον αναζήτησε δραπέτευσε στον ισχυρό Βερβερικό λαό Ζενάτα που ήταν εχθροί του Ιμπν Χαμπίμπ. Οι Ζενάτα συμμετείχαν στην αρχική εισβολή των μουσουλμάνων στην Ιβηρική και υποστήριξαν τον Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ όταν κατέκτησε την Άλ-Ανταλούς, τον υποστήριξε επίσης ο στρατός του Μπαλτζ που ήταν πιστοί στους Ομεϋάδες.[44] Ο Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ διέσχισε την Ισπανία (756) και ανακήρυξε τον εαυτό του νόμιμο Ομεϋάδη κυβερνήτη της Άλ-Ανταλούς. Ο κυβερνήτης Γιουσούφ αλ-Φίχρι αρνήθηκε να υποταχθεί, δραπέτευσε στη Μέριδα όπου συγκέντρωσε έναν Βερβερικό στρατό, βάδισε στη Σεβίλλη αλλά ηττήθηκε από τον στρατό του Αμπντ αλ-Ραχμάν. Ο Γιουσούφ αλ-Φίχρι δραπέτευσε στο Τολέδο όπου δολοφονήθηκε ή στον δρόμο ή όταν έφτασε.[44] Ο ξάδελφος του Γιουσούφ συνέχισε να αντιστέκεται ως το 764 και οι γιοι του επαναστάτησαν ξανά (785), κέρδισαν την υποστήριξη των Βέρβερων.[44] Ο Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ συνάντησε πολλές εξεγέρσεις από τους Βέρβερους που υποστήριζαν τον Γιουσούφ ακόμα και τους Ζενάτα, συμμετείχαν στην επανάσταση της Υεμένης στην περιοχή της Σεβίλλης.[44]
Ο Βέρβερος Σάκυα εξεγέρθηκε απέναντι στον Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ και ανακήρυξε τον εαυτό του ανεξάρτητο ιμάμη, διεκδίκησε την καταγωγή του από τη Φάτιμα λαο τον Αλί.[44] Η δράση του έμεινε γνωστή από τον Άραβα ιστορικό Ίμπν-αλ-Αθύρ, είχε περιγράψει την επανάσταση του στην Οουένκα, μια ορεινή περιοχή που δεν ήταν προσβάσιμη. Μετά από λεηλασίες ο Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ έστειλε στρατό (769-771) αλλά ο Σάκυα μετακινήθηκε στα βουνά αποφεύγοντας να δώσει μάχη. Ο Σάκυα νίκησε έναν στρατό των Ομεϋαδών και θανάτωσε τον κυβερνήτη του κάστρου του Μεντελλίν (772). Οι Ομεϋάδες τον πολιόρκησαν (774) αλλά οι επαναστάτες κοντά στη Σεβίλλη τους ανάγκασε να οπισθοχωρήσουν. Ο Σάκυα εξακολουθούσε να αντιστέκεται για άλλα τρία χρόνια αλλά τελικά προδόθηκε και θανατώθηκε μαζί με τους οπαδούς του (777), η κεφαλή του απεστάλη στον Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄.[44] Ο Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ πέθανε (788) και τον διαδέχθηκε ο γιος του Χισάμ Α΄, ο αδελφός του Σουλεϊμάν αμφισβήτησε τη διαδοχή, εξεγέρθηκε και δραπέτευσε στη φρουρά των Βέρβερων στη Βαλένθια όπου παρέμεινε για δύο χρόνια.[44] Ο Σουλεϊμάν και τα αδέλφια του συμβιβάστηκαν τελικά με τον Χισάμ Α΄ και παρέμειναν στην εξορία μέχρι τον θάνατο του (796). Με την άνοδο του γιου του Αλ-Χακάμ Α΄ ο Σουλεϊμάν και τα αδέλφια του αμφισβήτησαν ξανά τη διαδοχή και προχώρησαν σε νέα εξέγερση με την υποστήριξη των Βέρβερων.[45] Διέσχισε την Άλ-Ανταλούς αλλά ηττήθηκε σε μάχη και δραπέτευσε σε οχυρό των Βέρβερων στη Μέριδα (800), συνελήφθη ωστόσο και εκτελέστηκε στην Κόρντομπα.[44] Οι Βέρβεροι είχαν σημαντικό ρόλο στην επανάσταση εναντίον του Αλ-Χακάμ στο Τολέδο (797).[45] Ο Ούμπαϊντ Αλάχ ιμπν Χαμίρ επαναστάτησε εναντίον του Αλ-Χακάμ, εκείνος διέταξε τον Αμρούς ίμπιν Γιουσούφ αρχηγό των Βερβέρων της Σαραγόσας να τους καταπνίξει. Ο Αμρούς ίμπιν Γιουσούφ προσέγγισε τους Βέρβερους και τους υποσχέθηκε εξουσία αν πρόδιδαν τον Ούμπαϊντ Αλάχ ιμπν Χαμίρ, τελικά του έφεραν το κεφάλι του. Στη συνέχεια ξέσπασε μεγάλη εμφύλια διαμάχη μεταξύ των Βέρβερων που τους εξασθένησε και ο Αλ-Χακάμ Α΄ τους υπέταξε εύκολα.[45] Ο Κόλλινς έγραψε ότι οι Βερβερικές φρουρές του Άλ-Ανταλούς συμμετείχαν σε πολλές εμφύλιες συγκρούσεις και υποτιμούσαν βαθιά όσους είχαν Αραβική καταγωγή παρά το γεγονός ότι είχαν την ίδια θρησκεία.[45] Η Βερβερική φρουρά της Ταρραγόνας έσφαξε τους κατοίκους της (794), η πόλη έμεινε ακατοίκητη 7 χρόνια μέχρι την εποχή που οι Γάλλοι κατέκτησαν τη Βαρκελόνη.[45]
Η Ελ-Άνταλους υπό το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Νέα κύματα Βέρβερων μεταναστών έφερε τον 10ο αιώνα στην Άλ-Άνταλους ο νέος Χαλίφης Αμπντ αλ-Ραχμάν Γ΄ (929), ο στόχος ήταν να τον βοηθήσουν να ανακτήσει τις κτήσεις των Ομεϋάδων που είχαν χάσει οι προκάτοχοι του.[45] Οι νέοι Βέρβεροι δεν είχαν σχέση με τους προηγούμενους, έτσι δεν εμπλέχτηκαν στις ίδιες συγκρούσεις, πήραν μαζί τους όλα τα υπάρχοντα τους και οικοδόμησαν νέους συνοριακούς οικισμούς.[45] Τη δεκαετία του 900 το Χαλιφάτο των Ομεϋάδων αντιμετώπισε προκλήσεις από τους Φατιμίδες της βόρειας Αφρικής, είχαν ανέβει στην εξουσία με στρατό που στηρίχτηκε στους Βέρβερους Κουτάμα.[49][50] Μόλις κατέλαβαν την Καϊρουάν και ανέτρεψαν τους Αγλαβίδες οι Βέρβεροι Κουτάμα τοποθέτησαν ως νέο Ιμάμη και Χαλίφη τον Αμπντ Αλλάχ αλ-Μάχντι Μπιλλάχ, αποτελούσε συνεχή απειλή απέναντι στους Ομεϋάδες.[45] Οι Φστιμίδες απέκτησαν εξουσία απέναντι στους Ιδρισίδες και ετοιμάστηκαν για την κατάκτηση του Μαγκρέμπ. Οι Ομεϋάδες ως απάντηση διέσχισαν τα Στενά, κατέλαβαν τη Θέουτα (931) και προσπάθησαν όπως και οι Ομεϋάδες να δημιουργήσουν συμμαχίες με Βερβερικές φυλές.[45] Αυτό ήταν μεγάλο κίνητρο και για τους ίδιους τους Βέρβερους να ασπαστούν το Ισλάμ, σε πολλά σημεία μακριά από τα Χαλιφάτα ήταν ακόμα παγανιστές.[45] Με τη βοήθεια Βερβέρων μισθοφόρων ο Ομεϋάδης Εμίρης της Κόρντομπα Αμπντ αλ-Ραχμάν Γ΄ ξεκίνησε μια σειρά επιθέσεων σε περιοχές της Ιβηρικής οι οποίες δεν του ήταν υποτελείς. Τη δεκαετία του 920 προχώρησε σε εκστρατεία εναντίον του Ουμάρ ιμπν Χαφσούν που είχε αρνηθεί να υποταχθεί μέχρι τότε, κατέκτησε τη Μέριδα (929), τη Θέουτα (931) και το Τολέδο (932). Αργότερα (934) προχώρησε σε μια σειρά από επιθέσεις εναντίον του Ραμίρο Β΄ του Λεόν και του κυβερνήτη της Σαραγόσα, κατέλαβε το βασίλειο της Παμπλόνας, λεηλάτησε την Καστίλη και προκάλεσε τον Ραμίρο Β΄ σε ανοιχτή μάχη.[45] Τη διετία (935-937) αντιμετώπισε τους Τουζίμπι, τους νίκησε και τους προσάρτησε στον στρατό του, στη "μάχη της Σιμάνκας" ωστόσο (939) ηττήθηκε από τον Ραμίρο Β΄.[45] Οι Ομεϋάδες προσπάθησαν να επεκταθούν στη βόρεια Αφρική μέσω του Αμπντ αλ-Ραχμάν Γ΄ περισσότερο με τη διπλωματία παρά με τον πόλεμο όπως έκαναν στην Ιβηρική, έκλειναν συνεχώς φιλικές συνθήκες με τους Βέρβερους. Τα πολλά νομισματοκοπεία των Ομεϋάδων σε πόλλεις του Μαρόκου δείχνουν τη βαθιά επίδραση που είχαν στη βόρειο Αφρική, ένα κείμενο σε έναν Βέρβερο οπλαρχηγό διέσωσε ο Αμπού Μπακρ αλ-Ραζί.[51]
Όταν οι Φατιμίδες μετακίνησαν την πρωτεύουσα τους στην Αίγυπτο άφησαν τη διακυβέρνηση της βόρειας Αφρικής σε Βέρβερους που ήταν πιστοί οπαδοί τους και εχθροί των Ζενάτα. Οι σημαντικότεροι από αυτούς οι Ζιρίδες χωρίστηκαν σε ομάδες, μερικές από αυτές όπως η Δυναστεία των Χαμαδιδών ανεξαρτητοποιήθηκαν (1014).[45] Ο γιος και διάδοχος του Αμπντ αλ-Ραχμάν Γ΄ Αλ-Χακάμ Β΄ έστειλε τον Μοχάμεντ Ιμπν Αμπί Αμίρ ως Αρχιδικαστή στους Βέρβερους (973-974), τη διετία που έμεινε στην Αφρική ανέπτυξε μεταξύ τους φιλικές σχέσεις.[45] Στην Κόρδοβα δημιουργήθηκε μεγάλη δυσαρέσκεια χάρη στον αυξημένο αριθμό των Βέρβερων που είχαν άσχημη φήμη την εποχή που ήταν Χαλίφηδες ο Άλ-Μανσούρ και οι γιοι του Τζαφάρ Ιμπν Αλ-Μανσούρ and Σουλεϊμάν Ιμπν άμπι Τζάφαρ.[45] Ο ισχυρός άνδρας του Χαλιφάτου Σαντσουέλο διέταξε να φορούν όσοι εισέρχονται στην αυλή Βερβέρικο τουρμπάνι. Η πληροφορία ίσως να μην είναι αληθής αλλά σύμφωνα με τον Ρότζερ Κόλλινς δείχνει το μίσος για τους Βέρβερους. Ο Σαντσουέλο ανακηρύχτηκε διάδοχος του Χισάμ Β΄ (1009) και προχώρησε σε στρατιωτική εκστρατεία. Την εποχή που έφυγε έγινε μεγάλη εξέγερση και τα ανάκτορα του καταστράφηκαν, όταν επέστρεψε οι Βέρβεροι που τον συνόδευαν τον εγκατέλειψαν.[45] O Σαντσουέλο με τους ελάχιστους Βερβέρους που του είχαν απομείνει συνελήφθηκαν και εκτελέστηκαν, ο Χισάμ Β΄ παρέμεινε στον θρόνο και τον διαδέχθηκε ο Μωάμεθ Β' αλ-Μάχντι. Οι φιλόδοξοι Βέρβεροι υποστήριξαν έναν άλλον στρατηγό τον Σουλεϊμάν Ιμπν Αλ-Χακάμ, τους υποστήριξε και ο κόμης Σάντσο Γκαρσία της Καστίλης. Οι Βέρβεροι νίκησαν τον Βαντί στρατηγό του Μωχάμεντ Β΄ αλ-Μαχντί και ανάγκασαν τον ίδιον να δραπετεύσει στο Τολέδο, τοποθέτησαν τον Σουλεϊμάν στη θέση του Μεγάλου Χαλίφη. Ο Μωχάμεντ Β΄ αλ-Μαχντί αναδιοργανώθηκε ξανά με συμμαχίες με τους κόμητες της Βαρκελόνης, νίκησαν τους Βέρβερους κοντά στην Κόρδοβα (1010) και τους ανάγκασε να δραπετεύσουν στην Αλχεθίρας.[45] Ο Αλ-Μαχντί ορκίστηκε να εξοντώσει τους Βέρβερους, ο Βαντί και οι Καταλανοί σύμμαχοι του ωστόσο ηττήθηκαν και δραπέτευσαν στην Κόρδοβα. Οι Βέρβεροι επέστρεψαν και πολιόρκησαν την Κόρδοβα, ο Βαντί από φόβο ανέτρεψε τον Αλ-Μαχντί και έστειλε το κεφάλι του στους Βέρβερους, τον αντικατέστησε ο Χισάμ-Β΄.[45] Οι Βέρβεροι συνέχισαν την πολιορκία καταστρέφοντας τα προάστεια της Κόρδοβας. Οι σύμμαχοι του Μαντί των σκότωσαν και ζήτησαν από τους Βέρβερους να τους παραδώσουν την πόλη υπό τον όρο ότι θα τους παραχωρήσει αμνηστεία. Οι Βέρβεροι ωστόσο προχώρησαν σε γενική σφαγή, ήθελαν να εκδικηθούν όλες τις περιπέτειες που είχαν στο παρελθόν και την κακομεταχείριση από τους Ομεϋάδες.[45] Ο Σουλεϊμάν τοποθετήθηκε ξανά στη θέση του Μεγάλου χαλίφη, το γεγονός αυτό σηματοδοτεί "το τέλος της εξουσίας των Ομεϋάδων ύστερα από 268 χρόνια και 23 μέρες και την αρχή της εξουσίας των Βερβέρων".[45][52]
Η Ελ-Άνταλους στην περίοδο της Ταϊφάς
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την περίοδο της Ταϊφάς κυβέρνησαν υποτελείς βασιλείς από διαφορετικές εθνοτικές εθνοτικές ομάδες, οι Ζιρίδες βασιλείς της Γρανάδας ήταν Βέρβεροι στην καταγωγή. Η περίοδος αυτή έληξε όταν οι Αλμοραβίδες του Μαρόκου κατέλαβαν την Άλ-Ανταλούς, τους διαδέχθηκαν οι Αλμοάδες επίσης του Μαρόκου με τους οποίους η Άλ-Ανταλούς πλούτισε. Μετά την κατάληψη της Κόρδοβας (1013) οι Άραβες Σακάλιμπα δραπέτευσαν από την πόλη, μια ομάδα τους κατέκτησε την Οριουέλα από τη φρουρά των Βερβέρων και απέκτησαν τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής.[45] Η Οικογένεια των Ζιρίδων ανήκε στις ομάδες των Βέρβερων που μετέφερε ο Άλ-Μανσούρ στην Άλ-Ανταλούς. Μετά την πτώση της Κόρδοβας οι Ζιρίδες κατέλαβαν τη Γρανάδα και δημιούργησαν το δικό τους βασίλειο στην πόλη (1013). Ο Σακάλιμπα Χαϊράν συμμάχησε με τον Άμπντ-αρ-Ραχμάν Δ΄, προσπάθησαν να ανακαταλάβουν τη Γρανάδα από τους Ζιρίδες αλλά απέτυχαν (1018). Ο Χαϊράν εκτελέστηκε από τον Άμπντ-αρ-Ραχμάν Δ΄, ο γιος του επιχείρησε και ο ίδιος να ανακαταλάβει τη Γρανάδα από τους Ζιρίδες αλλά απέτυχε και ο ίδιος και σκοτώθηκε (1038).[45] Στην Κόρδοβα ξέσπασαν συγκρούσεις ανάμεσα στους Βερβέρους κυβερνήτες και σε πολίτες που διεκδικούσαν την καταγωγή τους από τους Άραβες.[45] Αφού τοποθέτησαν στη θέση του Χαλίφη τον πιστό τους Σουλεϊμάν τον πίεσαν να διανείμει τα νότια του Χαλιφάτου στους Βέρβερους οπαδούς του, οι Χαμαδίδες δέχτηκαν την περιοχή ανάμεσα στη Θέουτα και την Αλχεθίρας. Η Δυναστεία των Χαμαδίδων είχε συγγένεια με τους Ιδρισίδες και διεκδικούσαν την καταγωγή τους από τον προφήτη Αλί. Αργότερα (1016) επαναστάτησαν στη Θέουτα διεκδικώντας την επαναφορά του Χισάμ Β΄, αφού κατέλαβαν τη Μάλαγα βάδισαν στη Θέουτα και εκτέλεσαν τον Σουλεϊμάν και την οικογένεια του. Ο Αλί ιμπν Χαμούντ αλ-Νασίρ ανέβηκε στη θέση του Χαλίφη την οποία διατήρησε για δύο χρόνια.[45]
Για πολλά χρόνια οι Ομεϋάδες και οι Χαμαμίδες βρέθηκαν σε σύγκρουση για την κυριαρχία του Χαλιφάτου, οι τελευταίες Χαμαμίδες Χαλίφηδες κυβέρνησαν μέχρι το 1027. Οι Χαμαμίδες εκδιώχθησαν κατόπιν από την Κόρδοβα στην οποία υπήρχαν έντονα αντιβερβερικά αισθήματα, παρέμειναν στη Γρανάδα μέχρι την εποχή που εκδιώχθηκαν από τους Ζιρίδες (1056).[45] Οι Ζιρίδες της Γρανάδας είχαν υπό τον έλεγχο τους τη Μαλάγα, κατόπιν (1073) ξεχωριστοί Ζιρίδες βασιλείς είχαν τον έλεγχο της Γρανάδας και της Μαλάγας μέχρι την κατάκτηση τους από τους Αλμοραβίδες.[53] Την ίδια περίοδο η Δυναστεία των Αφτασίδων με έδρα την Μπαδαχόθ είχε υπό τον έλεγχο της μεγάλη περιοχή στην κοιλάδα του ποταμού Γουαδιάνα.[53] Οι Αφτασίδες κυριαρχούσαν σε μια μεγάλη περιοχή από τη Σιέρα Μορένα μέχρι την Ταϊφά της Μέρτολα στα νότια, την Κάμπο ντε Καλατράβα στα δυτικά, τις οροσειρές του Τολέδο στα βορειοδυτικά, και το Πόρτο στα βορειοανατολικά.[53] Σύμφωνα με τον Μπέρναρντ Ο'ράιλι στην περίοδο της Ταϊφά συνεχίστηκαν οι διακρίσεις ανάμεσα στις ανώτερες τάξεις της Άλ-Ανταλούς που διεκδικούσαν την καταγωγή τους από τους πρώτους Άραβες της Συρίας και της Υεμένης που εισέβαλαν στην Ιβηρική. Οι Βέρβεροι αντίστοιχα υποτιμήθηκαν από τους Άραβες σαν "άνθρωποι κατώτερης φυλετικής καταγωγής".[53] Με τον καιρό οι διακρίσεις σταμάτησαν να υφίστανται αλλά όταν ανέβαιναν σποραδικά στον θρόνο Βέρβεροι Χαλίφηδες οι εχθροί τους δεν έχαναν την ευκαιρία να τους υπενθυμίσουν την καταγωγή τους. Οι διακρίσεις αυτές δεν αποτελούσαν ωστόσο σοβαρό πολιτικό ζήτημα αλλά πάντα δευτερεύων που εξασθενούσε συνεχώς.[53] Τα τελευταία χρόνια του Χαλιφάτου όπως γράφει ο Μπέρναρντ Ο'ράιλι ο στρατός των καθαρών Βερβέρων της Άλ-Ανταλούς απαριθμούσε μόλις 20.000 σε έναν συνολικό πληθυσμό 6.000.000 κατοίκων. Τα προβλήματα σχετικά με τις διακρίσεις σχετίζονταν στην περίοδο της Ταϊφά μόνο όταν ανέβαινε στη θέση του Χαλίφη ένας Βέρβερος.[53] Οι εθνικές διακρίσεις ήταν ένα βασικό χαρακτηριστικό της Ανδαλουσιακής πολιτικής αφού ο πληθυσμός της Ανδαλουσίας που είχε καταγωγή από Βέρβερους προσδιοριζόταν στο 20% του συνολικού.[54]
Η Ελ-Άνταλους στην περίοδο των Αλμοραβίδων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την περίοδο των Ταϊφάς οι Αλμοραβίδες επεκτάθηκαν σε ολόκληρη τη βορειοδυτική Αφρική όπου δημιουργήθηκε ο πυρήνας τους, στα μέσα του 11ου αιώνα συμμάχησαν και με άλλες Βερβερικές φυλές.[53] Την ίδια εποχή ο ηγέτης τους Γιαχία ιμπν Ιμπραήμ πήγε στο Χατζ, στο Καϊρουάν συνάντησε τον αρχηγό των Μαλίκι προσκυνητών και τον προσκάλεσε να επισκεφτεί το βασίλειο του. Ο Μαλικίτης Αμπντ Αλλάχ ιμπν Γιασίν δέχτηκε την πρόσκληση, ταξιδεύοντας στο Μαρόκο ίδρυσε ένα στρατιωτικό μοναστήρι στο οποίο εκπαίδευσε άνδρες υπό ισχυρή πειθαρχεία. Αργότερα (1055) με τρεις επίλεκτες στρατιωτικές δυνάμεις ο αρχηγός των Αλμοραβίδων Γιαχία ιμπν Ουμάρ νίκησε το Βασίλειο της Γκάνας και την εχθρική φυλή των Ζενάτα Βερβέρων. Όταν πέθανε ο Γιαχία ιμπν Ουμάρ ο αδελφός και διάδοχος του Αμπού Μπάκρ Ιμπν Ουμάρ προσπάθησε να επεκτείνει περισσότερο την κυριαρχία των Αλμοραβιδών. Ο Γιουσούφ συνέχισε να κατακτά περιοχές και μετά τον θάνατο του Αμπού Μπάκρ Ιμπν Ουμάρ (1087) τον διαδέχθηκε στον θρόνο των Αλμοραβιδών.[53] Μετά την απώλεια της Κόρδοβας οι Αλμοραβίδες κατέλαβαν την Αλχεθίρας και τη Θέουτα, οι Χαμουμίδες έχασαν τις κτήσεις τους στην Ιβηρική αλλά διατήρησαν μια μικρή Ταϊφά γύρω από τη Θέουτα. Την ίδια εποχή ο βασιλιάς της Ταϊφάς της Σεβίλλης Αλ-Μουταμίντ ιμπν Αμπάντ ταξίδευσε στο Μαρόκο με στόχο να προσκαλέσει τον Γιουσούφ να τον βοηθήσει στον πόλεμο που είχε ξεσπάσει με τον Αλφόνσο ΣΤ΄ της Καστίλης. Σε περασμένη χρονιά (1079) ο βασιλιάς της Μπανταχόθ Αλ-Μουταουάκιλ είχε επίσης προσκαλέσει τον Γιουσούφ σε πόλεμο εναντίον του Αλφόνσου ΣΤ΄. Όταν κατέλαβε ο Αλφόνσος ΣΤ΄ το Τολέδο προσκάλεσε ξανά τον Γιουσούφ (1085), ο Γιουσούφ διέσχισε την Ιβηρική, κατέλαβε την Αλχεθίρας (1086) και την έθεσε υπό την προσωπική του εξουσία.[53]
Νεότερα χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Αλγερική Καβυλία στην οποία κατοικούσαν οι Βέρβεροι παρέμεινε ανεξάρτητη σε ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία. Οι κάτοικοι ζούσαν σε τρεις μεγάλες κρατικές Ομοσπονδίες : το Βασίλειο του Αΐτ Αμπάς στη σημερινή Επαρχία Μπετζάγια, το Βασίλειο του Κούκου στην Επαρχία Τιζί Ουζού και το πριγκιπάτο του Αΐτ Ζουμπάρ.[55] Το σημαντικότερο από αυτά το βασίλειο του Αΐτ Αμπάς αναφέρεται εκτενώς στην Ισπανική ιστοριογραφία.[56] Η σημαντικότερη επανάσταση των γηγενών της Αλγερίας απέναντι στη Γαλλική αποικιοκρατία μετά τον Αμπντ ελ-Καντέρ ξέσπασε στην Καβυλία (1871), από εκεί εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Αλγερία. Τον Απρίλιο του 1871 είχαν εξεγερθεί 250 Βερβερικές φυλές, το 1/3 του πληθυσμού της Αλγερίας.[57] Με τη λήξη της επανάστασης (1892) ο μύθος της Καβυλίας που στηρίχτηκε στις σχέσεις ανάμεσα στους Άραβες και τους Βέρβερους έφτασε στο αποκορύφωμα του.[58][59] Οι Γάλλοι διέσχισαν τις οροσειρές του Αχαγκάρ και νίκησαν σε μάχη τους Βέρβερους Τουαρέγκ (1920)
Ομάδες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αν και οι περισσότεροι Μαγκρέμπι είναι βερβερικής καταγωγής, μόνο μερικές διάσπαρτες βερβερικές εθνότητες κατάφεραν να διατηρήσουν τις βερβερικές γλώσσες στη σύγχρονη εποχή.
Ομάδα | Χώρα | Σημειώσεις |
---|---|---|
Μπλίντα | Αλγερία | Στην Κεντρική Αλγερία. |
Σάουι | Αλγερία | Βρίσκεται κυρίως στην Ανατολική Αλγερία. |
Σενίνι & Ντουιρέ | Τυνησία | |
Σενούι | Αλγερία | Ουαρσένι και όρος Σενούα (Δυτική Αλγερία). |
Σίλα | Μαρόκο | Μεγάλος Άτλας, Αντι-Άτλας και κοιλάδα Σου. |
Τζέρμπα | Τυνησία | Ομιλητές της γλώσσας Τζέρμπι. |
Γκομάρα | Μαρόκο | Μόνο δύο φυλές που μιλούσαν βερβερικά έμειναν. Δυτικό Ριφ μεταξύ Τετουάν και Τζέμπα. |
Γκεζούλα | Μαυριτανία | |
Κάβυλοι | Αλγερία | Καβυλία. |
Ματμάτα | Τυνησία | Στη Νότια Τυνησία. |
Μοζαβίτες | Αλγερία | Στην κοιλάδα Μ'Ζαμπ (νότια Αλγερία). |
Ναφούσις | Λιβύη | Στη δυτική Λιβύη |
Ριφ | Μαρόκο | Κυρίως στο βόρειο Μαρόκο, με μερικούς επίσης στο Μπενί Σνους, στη βορειοδυτική Αλγερία |
Σανχάζα | Μαρόκο | Βρέθηκε στις φυλές που μιλούν Ριφ που συνορεύουν με Ριφ. |
Σίουι | Αίγυπτος | Στην κοιλάδα Σίουα της Αιγύπτου. |
Μπενί Σνους | Αλγερία | Χωριά Αΐτ Σνους της δυτικής Αλγερίας. Στενά συνδεδεμένοι με τους Ριφ στο Μαρόκο |
Τουαρέγκ | Αλγερία, Λιβύη, Νίγηρας, Μάλι, Μπουρκίνα Φάσο | Σαχάρα (νότια Αλγερία και βόρεια του Σαχέλ). |
Ζαγιάν | Μαρόκο | Βουνά του Μεσαίου Άτλαντα του Μαρόκου. |
Ζενάγκα | Μαυριτανία | |
Ζουάρα | Λιβύη | Στη βορειοδυτική Λιβύη. |
Μπένχα | Αίγυπτος | Μια οικογένεια που ονομάζεται Al-Barbary ζει στην Μπένχα. |
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 https://www.britannica.com/topic/Berber
- ↑ Aïtel, Fazia (2014). We are Imazigen : the development of Algerian Berber identity in twentieth-century literature and culture
- ↑ Vourlias, Christopher (January 25, 2010). "Moroccan minority's net gain". Variety. Τομ. 417, Νο. 10. Penske Business Media, LLC
- ↑ https://joshuaproject.net/people_groups/14958/EG
- ↑ Margaret M. Vale (2015). Siwa: Jewelry, Costume, and Life in an Egyptian Oasis. American University in Cairo Press
- ↑ 6,0 6,1 https://study.com/academy/lesson/the-berbers-origin-religion-culture.html
- ↑ Fischer-Lichte, Erika; Sugiera, Małgorzata; Jost, Torsten; Hartung, Holger; Soltani, Omid (30 December 2022)
- ↑ https://books.google.gr/books?id=4CfBKvsiWeQC&pg=PA156&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
- ↑ https://books.google.gr/books?id=83koAAAAYAAJ&pg=PA118&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
- ↑ https://books.google.gr/books?id=wqF8CgAAQBAJ&pg=PT167&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
- ↑ https://books.google.gr/books?id=pv80AQAAMAAJ&q=Kabylia&redir_esc=y
- ↑ https://books.google.gr/books?id=GI5CAAAAcAAJ&pg=PA45&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
- ↑ https://books.google.gr/books?id=JU5CAAAAIAAJ&pg=PA93&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
- ↑ Ibn Khaldun (1925). Histoire des Berbères et des dynasties musulmanes de l'Afrique septentrionale (in French). Τομ. 1. Translated by de Slane, William MacGuckin. Paris: P. Geuthner. σ. 176
- ↑ J. Desanges, "The proto-Berbers", σσ. 236–245, especially σ. 237
- ↑ Mário Curtis Giordani, História da África. Anterior aos descobrimentos. Editora Vozes, Petrópolis (Brasil) 1985, pp. 42f., 77f. Giordani references Bousquet, Les Berbères (Paris 1961)
- ↑ Trombetta, Beniamino; D'Atanasio, Eugenia; Massaia, Andrea; Ippoliti, Marco; Coppa, Alfredo; Candilio, Francesca; Coia, Valentina; Russo, Gianluca; Dugoujon, Jean-Michel; Moral, Pedro; Akar, Nejat; Sellitto, Daniele; Valesini, Guido; Novelletto, Andrea; Scozzari, Rosaria; Cruciani, Fulvio (24 June 2015)
- ↑ https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3257290/
- ↑ https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC4055572/
- ↑ 20,0 20,1 20,2 20,3 20,4 20,5 20,6 20,7 Warmington, Brian Herbert (1969) [1960]. Carthage (2nd ed.). London: Robert Hale. σ. 46
- ↑ Sallust (86–35), Bellum Iugurthinum (c. 42 BC), 19–20, translated by S. A. Handford as The Jugurthine War (Penguin 1963), σ. 55
- ↑ 22,0 22,1 Laroui, Abdallah (19 April 2016) [1977]. The History of the Maghrib: An Interpretive Essay. Translated by Manheim, Ralph. Princeton University Press. σσ. 55, 60, 65
- ↑ 23,0 23,1 Brett, Michael; Fentress, E. W. B. (1996). The Berbers. Blackwell Publishing. σ. 24
- ↑ 24,0 24,1 24,2 24,3 Picard, Gilbert Charles; Picard, Colette (1968). The Life and Death of Carthage: A Survey of Punic History and Culture from Its Birth to Its Final Tragedy. Sidgwick & Jackson. σ. 15
- ↑ Cf. Perkins, Tunisia (1986), σ. 15
- ↑ Jamil M. Abun-Nasr, A History of the Maghrib (Cambridge University 1971) at 20
- ↑ E.g., Soren, Ben Khader, Slim, Carthage. Uncovering the mysteries and splendours of ancient Tunisia (New York: Simon & Schuster 1990) at 18–20
- ↑ The Wadi Majardah was anciently called the Bagradas. Lancel, Carthage (1992, 1995), σ. 270
- ↑ B. H. Warmington, "The Carthaginian Period" at 246–260, 248–249, in General History of Africa, volume II. Ancient Civilizations of Africa (UNESCO 1981, 1990), edited by G. Mokhtar
- ↑ Cf., Richard Miles, Carthage must be destroyed (NY: Viking 2010), σ. 80
- ↑ Cf., Le Berbère, lumière de l'Occident (Nouvelles Editions, 1984)
- ↑ The Romans also met with instances of "disloyalty" by Berber leaders, witness their long war against Jugurtha (c. 160 – c. 104 BC), the Berber King of Numidia. Sallust (86-c. 35 BC), The Jugurthine War (Penguin 1963), translated by Handford
- ↑ Charles-Picard, Daily life in Carthage (Paris: Hachette 1958; London: Geo. Allen & Unwin 1961), p. 123. The Khamessat contract "gave the landowner four-fifths of the income"
- ↑ Polybius (203–120), The Histories at I, 72
- ↑ 35,0 35,1 R. Bosworth Smith, Carthage and the Carthaginians (London: Longmans, Green 1878, 1908) at 45–46
- ↑ Compare the contradictions described in Brett & Fentress, The Berbers (1996) at 24–25 (Berber adoption of elements of Punic culture), 49–50
- ↑ https://www.bbc.co.uk/worldservice/specials/1624_story_of_africa/page66.shtml
- ↑ "Berbers : ... The best known of them were the Roman author Apuleius, the Roman emperor Septimius Severus, and St. Augustine", Encyclopedia Americana, 2005, v.3, σ. 569
- ↑ Appian, The Punic Wars, 106
- ↑ Hrbek, Ivan (1992). Africa from the Seventh to the Eleventh Century. Unesco. International Scientific Committee for the Drafting of a General History of Africa. J. Currey. σ. 34
- ↑ https://www.washingtontimes.com/news/2004/mar/10/20040310-115506-8528r/
- ↑ https://web.archive.org/web/20131109154752/http://www.commune-mahdia.gov.tn/ENG/presentation_ville/histoire_de_la_ville.htm
- ↑ https://web.archive.org/web/20170314075917/http://lexicorient.com/tunisia/mahdia.htm
- ↑ 44,00 44,01 44,02 44,03 44,04 44,05 44,06 44,07 44,08 44,09 44,10 44,11 44,12 44,13 44,14 44,15 44,16 44,17 44,18 44,19 44,20 44,21 44,22 44,23 44,24 44,25 44,26 44,27 44,28 44,29 44,30 44,31 44,32 Collins, Roger (1994). Arab Conquest of Spain, 710–797 (Paperback ed.). Blackwell. σ. 97
- ↑ 45,00 45,01 45,02 45,03 45,04 45,05 45,06 45,07 45,08 45,09 45,10 45,11 45,12 45,13 45,14 45,15 45,16 45,17 45,18 45,19 45,20 45,21 45,22 45,23 45,24 45,25 45,26 45,27 Collins, Roger (2014). Caliphs and Kings: Spain, 796–1031 (Paperback ed.). Wiley Blackwell. σ. 9
- ↑ Guichard, Pierre (1973). Tribus arabes et berbères en al-Andalus. Paris
- ↑ Guichard, Pierre (1976). Al-andalus: estructura antropológica de una sociedad islámica en occidente (Spanish translation of French original ed.). Barcelona
- ↑ Sénac, Philippe (2007). Villes et campagnes de Tarraconaise et d'al-Andalus (VIe-XIe siècle): la transition. Toulouse. σσ. 114–124
- ↑ https://books.google.gr/books?id=LZuxGsXVPoMC&pg=PA92&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
- ↑ Fage, J. D. (1958). "An Atlas of African History by J. D. Fage: Pg 11"
- ↑ Anales Palatinos del Califa de Córdoba al-Hakam II, por 'Isa ibn Ahmad al-Razi (360–364 H. = 971–975 J.C.) (Spanish translation by Emilio García Gómez ed.). Madrid. 1967. σσ. 160–161
- ↑ Ibn Idhari (1901). Histoire de l'Afrique du Nord et de l'Espagne musulmane intitulée Kitab al-Bayan al-Mughrib par Ibn 'Idhari al-Marrakushi et fragments de la chronique de 'Arib (French translation by Edmond Fagnan ed.). Algiers. σ. 403
- ↑ 53,0 53,1 53,2 53,3 53,4 53,5 53,6 53,7 53,8 Reilly, Bernard F. (1992). Contest of Christian and Muslim Spain 1031–1157 (1995 Paperback ed.). Blackwell. σ. 4
- ↑ https://countrystudies.us/spain/5.htm
- ↑ https://books.google.gr/books?id=7CP7fYghBFQC&pg=PA600&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
- ↑ Afrique barbaresque dans la littérature française aux XVIe et XVIIe siècles (l'). Par Guy Turbet-Delof. σ. 25
- ↑ Bernard Droz, «Insurrection de 1871: la révolte de Mokrani», dans Jeannine Verdès-Leroux (dir.), L'Algérie et la France, Paris, Robert Laffont 2009, σσ. 474–475
- ↑ Lazreg, Marnia. “The Reproduction of Colonial Ideology: The Case of the Kabyle Berbers.” Arab Studies Quarterly, vol. 5, no. 4, 1983, σσ. 380–95
- ↑ Islam in the West. OUP India. 2018. σ. 250
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Brett, Michael; Fentress, Elizabeth (1997). The Berbers (The Peoples of Africa) (1996 hardcover ed.).
- Celenko, Theodore, ed. (December 1996). Egypt In Africa. Indianapolis Museum of Art.
- Cabot-Briggs, L. (2009-10-28). "The Stone Age Races of Northwest Africa". American Anthropologist. 58 (3): 584–585.
- Hiernaux, Jean (1975). The people of Africa. People of the world series.
- Encyclopædia Britannica. 2004.
- Encarta. 2005.
- Blanc, S. H. (1854). Grammaire de la langue basque (d'apres celle de Larramendi). Lyons & Paris.
- Cruciani, F.; La Fratta, B.; Santolamazza; Sellitto; Pascone; Moral; Watson; Guida; Colomb (May 2004). "Phylogeographic Analysis of Haplogroup E3b (E-M215) Y Chromosomes Reveals Multiple *Migratory Events Within and Out Of Africa". American Journal of Human Genetics. 74 (5): 1014–1022.
- Ekonomou, Andrew J. (2007). Byzantine Rome and the Greek Popes: Eastern Influences on Rome and the Papacy from Gregory the Great to Zacharias, A.D. 590–752.
- Entwistle, William J. (1936). The Spanish Language. London. ISBN 0-571-06404-3. (as cited in Michael Harrison's work, 1974)
- Gans, Eric Lawrence (1981). The Origin of Language. Berkeley: University of California Press.
- Gèze, Louis (1873). Eléments de grammaire basque (in French). Beyonne: Bayonne Lamaignère.
- Hachid, Malika (2001). Les Premiers Berberes. EdiSud.
- Harrison, Michael (1974). The Roots of Witchcraft. Secaucus, NJ: Citadel Press.
- Hoffman, Katherine E.; Miller, Susan Gilson; McDougall, James; El Mansour, Mohamed; Silverstein, Paul A.; Goodman, Jane E.; Crawford, David; Ghambou, Mokhtar; Bernasek, Lisa; Becker, *Cynthia (June 2010). Hoffman, Katherine E.; Miller, Susan Gilson (eds.). Berbers and Others: Beyond Tribe and Nation in the Maghrib. Indiana University Press.
- Hualde, J. I. (1991). Basque Phonology. London & New York: Routledge.
- Martins, J. P. de Oliveira (1930). A History of Iberian Civilization. Oxford University Press.
- Myles, S; Bouzekri; Haverfield; Cherkaoui; Dugoujon; Ward (June 2005). "Genetic evidence in support of a shared Eurasian-North African dairying origin". Human Genetics. 117 (1): 34–42.
- Nebel, A.; Landau-Tasseron; Filon; Oppenheim; Faerman (June 2002). "Genetic Evidence for the Expansion of Arabian Tribes into the Southern Levant and North Africa". American Journal of Human Genetics. 70 (6): 1594–1596.
- Osborn, Henry Fairfield (1915–1923). Men of the Old Stone Age. New York: New York, C. Scribner's sons.
- Renan, Ernest (1873) [First published Paris, 1858]. De l'Origine du Langage (in French). Paris: La société berbère.
- Ripley, W. Z. (1899). The Races of Europe. New York: D. Appleton & Co.
- Ryan, William; Pitman, Walter (1998). Noah's Flood: The new scientific discoveries about the event that changed history. New York: Simon & Schuster.
- Saltarelli, M. (1988). Basque. New York: Croom Helm.
- Semino, O.; Magri, P. J.; Benuzzi; Lin; Al-Zahery; Battaglia; MacCioni; Triantaphyllidis; Shen (May 2004). "Origin, Diffusion, and Differentiation of Y-Chromosome Haplogroups E and J: *Inferences on the Neolithization of Europe and Later Migratory Events in the Mediterranean Area". American Journal of Human Genetics. 74 (5): 1023–1034.
- Silverstein, Paul A. (2004). Algeria in France: Transpolitics, Race, and Nation. Bloomington: Indiana University Press.