Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξαμηνιαίος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εξαμηνιαί
ος
η
εξαμηνιαί
α
το
εξαμηνιαί
ο
γενική
του
εξαμηνιαί
ου
της
εξαμηνιαί
ας
του
εξαμηνιαί
ου
αιτιατική
τον
εξαμηνιαί
ο
την
εξαμηνιαί
α
το
εξαμηνιαί
ο
κλητική
εξαμηνιαί
ε
εξαμηνιαί
α
εξαμηνιαί
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εξαμηνιαί
οι
οι
εξαμηνιαί
ες
τα
εξαμηνιαί
α
γενική
των
εξαμηνιαί
ων
των
εξαμηνιαί
ων
των
εξαμηνιαί
ων
αιτιατική
τους
εξαμηνιαί
ους
τις
εξαμηνιαί
ες
τα
εξαμηνιαί
α
κλητική
εξαμηνιαί
οι
εξαμηνιαί
ες
εξαμηνιαί
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
ωραίος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εξαμηνιαίος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
εξαμηνιαίος, -α, -ο
που διαρκεί έξι
μήνες
που έχει
ηλικία
έξι μηνών
που συμβαίνει κάθε έξι μήνες
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εξαμηνιαίος
γαλλικά
:
semestriel
(fr)