Κάρολος ΙΔ΄ Ιωάννης της Σουηδίας
Ο Κάρολος ΙΔ΄ Ιωάννης (σουηδικά και νορβηγικά: Karl XIV Johan) γεννημένος Ζαν Μπατίστ Μπερναντότ[12](Jean-Baptiste Bernadotte, 26 Ιανουαρίου 1763 - 8 Μαρτίου 1844) από το 1818 μέχρι τον θάνατό του ήταν βασιλιάς της Σουηδίας και της Νορβηγίας. Στους σύγχρονους καταλόγους βασιλιάδων της Νορβηγίας ονομάζεται Κάρολος Γ΄ Ιωάννης. Ήταν ο πρώτος μονάρχης της δυναστείας των Μπερναντότ.
Γεννημένος στο Πω της νότιας Γαλλίας, ο Μπερναντότ εντάχθηκε στο γαλλικό Βασιλικό Στρατό το 1780. Μετά το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης επέδειξε μεγάλο στρατιωτικό ταλέντο, ανεβαίνοντας γρήγορα στην ιεραρχία και έγινε ταξίαρχος το 1794. Διακρίθηκε υπηρετώντας στην Ιταλία και τη Γερμανία και ήταν για λίγο Υπουργός Πολέμου. Η σχέση του με τον Ναπολέοντα ήταν ταραχώδης. Παρ' όλα αυτά ο Ναπολέων τον ονόμασε Στρατάρχη κατά την ανακήρυξη της Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Ο Μπερναντότ έπαιξε σημαντικό ρόλο στη νίκη των Γάλλων στο Άουστερλιτς και έγινε Πρίγκιπας του Ποντεκόρβο ως ανταμοιβή.
Το 1810 εκλέχθηκε απροσδόκητα υποψήφιος διάδοχος του άτεκνου Κάρολου ΙΓ΄ της Σουηδίας, χάρη στην υποστήριξη του Βαρόνου Καρλ Οττο Μέρνερ, Σουηδού δικαστή και σκιώδους μέλους της Συνέλευσης των Τάξεων. Πήρε το όνομα Κάρολος Ιωάννης και έγινε ο de facto αντιβασιλέας και αρχηγός του κράτους όσο ήταν διάδοχος του θρόνου. Το 1813, μετά την ξαφνική απρόβλεπτη γαλλική εισβολή στη Σουηδική Πομερανία, ο Κάρολος Ιωάννης ευθυγράμμισε τη Σουηδία με τους εχθρούς του Ναπολέοντα στον Έκτο Συνασπισμό, όπου κατέστρωσε το πολεμικό σχέδιο των Συμμάχων και διεύθυνε τον Συμμαχικό Στρατό του Βορρά που έκανε την αποφασιστική επίθεση την τελευταία ημέρα της καταστροφικής ήττας της Γαλλίας στη Λειψία. Υποχρέωσε τον Φρειδερίκο ΣΤ΄ της Δανίας να παραχωρήσει τη Νορβηγία στη Σουηδία μετά τον πόλεμο του Έκτου Συνασπισμού, οδηγώντας στον Σουηδονορβηγικό πόλεμο του 1814, όπου η Νορβηγία ηττήθηκε μετά από τη σύγκρουση του καλοκαιριού. Έτσι η Νορβηγία υπήχθη σε ένωση με τη Σουηδία, που διήρκεσε σχεδόν έναν αιώνα προτού διαλυθεί ειρηνικά το 1905. Ο Σουηδονορβηγικός πόλεμος του 1814 θεωρείται ως ο τελευταίος πόλεμος της Σουηδίας.[13]
Μετά τον θάνατο του Κάρολου ΙΓ΄ το 1818 ο Κάρολος Ιωάννης ανέβηκε στον θρόνο ως Κάρολος ΙΔ΄ Ιωάννης. Βασίλεψε σε μια περίοδο ειρήνης και ευημερίας μέχρι τον θάνατό του το 1844.
Πρώτα χρόνια και οικογένεια
ΕπεξεργασίαΓεννήθηκε στο Πω της Γαλλίας, γιος του Ανρί Μπερναντότ (1711-1780) και της Ζαν ντε Σαιν-Ζαν (1725-1809), ανιψιά του λαϊκού ηγούμενου του Σιρές. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Ζαν αλλά σύντομα προστέθηκε και το Μπατίστ, για να τον ξεχωρίζουν από τον μεγαλύτερο αδερφό του, Ζαν Εβανζελίστ. Πρόσθεσε το Ζυλ (= Ιούλιος) αργότερα, από το Jules Caesar (= Iούλιος Καίσαρ), σύμφωνα με το πνεύμα κλασικισμού της Γαλλικής Επανάστασης). Το οικογενειακό όνομα αρχικά ήταν Ντε Πουέ, αλλά άλλαξε σε Μπερναντότ στις αρχές του 17ου αιώνα.
Σε ηλικία 14 ετών μαθήτευσε σε έναν τοπικό δικηγόρο. Ωστόσο ο θάνατος του πατέρα του όταν ο ίδιος ήταν μόλις 17 ετών δεν του επέτρεψε να ακολουθήσει τη δική του καριέρα.[14]
Αρχική Στρατιωτική σταδιοδρομία
ΕπεξεργασίαΟ Μπερναντότ εντάχθηκε στον στρατό ως ιδιώτης στο Σύνταγμα Ρουαγιάλ - Λα Μαρίν στον πόλεμο κατά της Αυστρίας επί Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ στις 3 Σεπτεμβρίου 1780 και υπηρέτησε για πρώτη φορά στο πρόσφατα κατακτημένο έδαφος της Κορσικής. [4] Στη συνέχεια το Σύνταγμα τοποθετήθηκε στην Μπεζανσόν, την Γκρενόμπλ, τη Βιέννη, τη Μασσαλία και το Ιλ ντε Ρε.[15][16] Έφτασε στην τάξη του λοχία τον Αύγουστο του 1785 και του δόθηκε το παρατσούκλι Λοχίας Μπελ-Ζαμπ, για την κομψή εμφάνισή του.[17] Στις αρχές του 1790 προήχθη σε Ανώτατο Ταγματάρχη, τον υψηλότερο βαθμό για υπαξιωματικό στο Παλαιό Καθεστώς.[18]
Επαναστατικοί Πόλεμοι
ΕπεξεργασίαΜετά το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης οι μεγάλες στρατιωτικές του ικανότητες τον προώθησαν γρήγορα. Οι προαγωγές του Μπερναντότ προήλθαν τόσο από την εκτίμηση των διοικητών του όσο και από τους άντρες του, έχοντας εκλεγεί στον βαθμό του ταγματάρχη και του συνταγματάρχη από τους άντρες του, αν και αρνήθηκε και τα δύο, προτιμώντας την παραδοσιακή προαγωγή.[19]
Την περίοδο αυτή των γρήγορων προαγωγών του ήρθαν στο προσκήνιο οι στρατιωτικές του ιδιότητες με τολμηρές επιθέσεις, για τις οποίες έγινε γνωστός, καθώς ήταν προικισμένος με την ικανότητά να εμπνέει τους άντρες του για σπουδαία γενναία κατορθώματα. Ως συνταγματάρχης και διοικητής της 71ης Ημιταξιαρχίας, ο Μπερναντότ συγκέντρωσε τους άντρες του, που υποχωρούσαν άτακτα προ μιας αυστριακής επίθεσης, σκίζοντας τις επωμίδες του, πετώντας τες στο έδαφος μπροστά στους άντρες του και φωνάζοντας «Αν ατιμάζεστε υποχωρώντας, αρνούμαι να παραμείνω ο συνταγματάρχης σας!" Οι στρατιώτες άφησαν τις γραμμές τους, μάζεψαν τις επωμίδες του, του τις έβαλαν στα χέρια του, αναμόρφωσαν τις γραμμές τους και αντεπιτέθηκαν.[20]
Το 1794 προήχθη σε ταξίαρχο της Στρατιάς του Σαμπρ-ε-Μεζ. Μετά τη νίκη του στρατάρχη Ζουρντάν στο Φλερύς (26 Ιουνίου 1794), όπου διακρίθηκε με μια αποφασιστική επίθεση και κατάληψη μιας θέσης-κλειδί που οδήγησε στην αυστριακή υποχώρηση, στη συνέχεια έγινε διοικητής μεραρχίας.[21]
Ο Μπερναντότ είχε ρόλο-κλειδί τους επόμενους 18 μήνες σε τρεις γαλλικές εισβολές στη Γερμανία, συχνά επιχειρώντας τιμητικά τιμής στην εμπροσθοφυλακή των επιθέσεων και στην υποχώρηση ως ειδικευμένος αμυντικός, διοικώντας την οπισθοφυλακή.[22]
Στη Μάχη του Τάινινγκεν (1796) συνέβαλε, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, στην επιτυχή υποχώρηση του γαλλικού στρατού πάνω από τον Ρήνο μετά την ήττα του από τον Αρχιδούκα Κάρολο της Αυστρίας.[23]
Στις αρχές του 1797 διατάχθηκε από το Διευθυντήριο να βαδίσει με 20.000 άνδρες για να ενισχύσει τον στρατό του Ναπολέοντα Βοναπάρτη στην Ιταλία. Η επιτυχής του διέλευση των Άλπεων εν μέσω καταιγίδων στην καρδιά του χειμώνα επαινέθηκε ιδιαίτερα, αλλά έγινε ψυχρά δεκτή από τον Ιταλικό Στρατό.[24][25] Προσβεβλημένος από τον Ντομινίκ Μαρτέν Ντυπύ, διοικητή του Μιλάνου, ο Μπερναντότ ήταν έτοιμος να τον συλλάβει για ανυποταξία.[26] Ωστόσο ο Ντυπύ ήταν στενός φίλος του Λουί Αλεξάντρ Μπερτιέ και αυτό ξεκίνησε μια μακροχρόνια έχθρα μεταξύ του Μπερναντότ και του Αρχηγού του Επιτελείου του Ναπολέοντα.[27]
Ο Μπερναντότ είχε την πρώτη του συνάντηση με τον Ναπολέοντα στη Μάντοβα και διορίστηκε διοικητής της 4ης μεραρχίας.[28] Κατά την εισβολή στο Φρίουλι και την Ίστρια διακρίθηκε εξαιρετικά στο πέρασμα του Ταλιαμέντο, όπου ηγείτο της εμπροσθοφυλακής, και στην κατάληψη του φρουρίου της Γκράντισκα (19 Μαρτίου 1797). Μετά τη 18η του Φρουκτιδώρ ο Ναπολέων διέταξε τους στρατηγούς του να συλλέξουν αναφορές από τις αντίστοιχες μεραρχίες τους υπέρ του πραξικοπήματος εκείνης της ημέρας, αλλά ο Μπερναντότ έστειλε μια αναφορά διαφορετική από αυτόν που ήθελε ο Ναπολέων και χωρίς τη μεσολάβησή του.
Μετά τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο ο Ναπολέων έκανε φιλική επίσκεψη στο Μπερναντότ στο αρχηγείο του στο Ούντινε, αλλά αμέσως μετά τον αποστέρησε από το μισό της μεραρχίας του της στρατιάς του Ρήνου και τον διέταξε να επιστρέψει με την υπόλοιπη στη Γαλλία. Ο Πωλ Μπαρράς, επικεφαλής του Διευθυντηρίου, ανησυχούσε ότι ο Ναπολέων θα ανέτρεπε τη Δημοκρατία, έτσι διόρισε τον Μπερναντότ Γενικό Διοικητή του Ιταλικού Στρατού για να αντισταθμίσει την εξουσία του Ναπολέοντα.[29] Ο Μπερναντότ ικανοποιήθηκε με αυτό τον διορισμό, αλλά ο Ναπολέων άσκησε πιέσεις στον Ταλλεϋράνδο, Υπουργό Εξωτερικών, αντί για αυτό να τον διορίσει στην πρεσβεία της Βιέννης.[30] Ο Μπερναντότ δυσαρεστήθηκε πολύ, δέχτηκε τελικά τη θέση στη Βιέννη, αλλά υποχρεώθηκε να παραιτηθεί λόγω της αναταραχής που προκλήθηκε μετά την ανύψωση της τρικολόρ πάνω από την πρεσβεία.
Αφού επέστρεψε από τη Βιέννη, έμεινε στο Παρίσι. Παντρεύτηκε την Ντεζιρέ Κλαρύ τον Αύγουστο του 1798, κόρη ενός εμπόρου από τη Μασσαλία και κουνιάδα του Ιωσήφ Βοναπάρτη. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους έγινε διοικητής του στρατού επιτήρησης στον Άνω Ρήνο. Αν και παρακλήθηκε από τον Μπαρράς και τον Ιωσήφ Βοναπάρτη, δεν συμμετείχε στο πραξικόπημα της 30ης του Πραιριάλ.[31] Από τις 2 Ιουλίου ως τις 14 Σεπτεμβρίου διετέλεσε Υπουργός Πολέμου, όπου αποδείχθηκε ικανότατος. Ωστόσο η δημοτικότητά του και οι επαφές του με τους ριζοσπαστικούς Ιακωβίνους προκάλεσαν αντιπάθεια απέναντί του στην κυβέρνηση.[32] Το πρωί της 13ης Σεπτεμβρίου είδε την παραίτησή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεώς χωρίς να την έχει υποβάλει. Αυτό ήταν μια απάτη που του έστησαν οι Εμμανυέλ Ζοζέφ Σιεγές και Ροζέρ Ντυκό, οι σύμμαχοι του Ναπολέοντα στο Διευθυντήριο.
Αρνήθηκε να βοηθήσει τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη να οργανώσει το πραξικόπημά του του Νοεμβρίου του 1799, ωστόσο δέχτηκε τον διορισμό του στο Προξενείο και από τον Απρίλιο του 1800 ως τις 18 Αυγούστου 1801 σε Γενικό Διοικητή της Δυτικής Στρατιάς, στην επαναστατημένη Βανδέα, και αποκατέστησε με επιτυχία την ηρεμία του.
Το 1802 ο Ναπολέων Βοναπάρτης πρότεινε στο Μπερναντότ να πάει στη Νέα Γαλλία για να υπηρετήσει ως κυβερνήτης της Λουιζιάνα, που επρόκειτο να επιστραφεί έλεγχο της Γαλλίας μετά την Τρίτη Συνθήκη του Σαν Ιλντεφόνσο. Αποδεχόμενος τη θέση, ο Μπερναντότ ζήτησε επιπλέον στρατιώτες, εποίκους και χρηματοδότηση για να στηρίξει την αποικία, αλλά ο Ναπολέων αρνήθηκε. Απαντώντας ο Μπερναντότ απέρριψε την τοποθέτηση και αντ΄ αυτού διορίστηκε πληρεξούσιος πρεσβευτής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο η τοποθέτησή του ακυρώθηκε μετά την Πώληση της Λουιζιάνας.[33]
Στρατάρχης της Γαλλικής Αυτοκρατορίας
ΕπεξεργασίαΜε την ίδρυση της Πρώτης Γαλλικής Αυτοκρατορίας ο Μπερναντότ έγινε ένας από τους δεκαοκτώ Στρατάρχες της Αυτοκρατορίας και από τον Ιούνιο του 1804 έως τον Σεπτέμβριο του 1805 διετέλεσε κυβερνήτης του πρόσφατα κατεχόμενου Αννόβερου. Με αυτή την ιδιότητα, καθώς και κατά τη μετέπειτα διοίκηση του στρατού της βόρειας Γερμανίας, δημιούργησε για τον εαυτό του τη φήμη του ανεξάρτητου, αδιάφθορου, μετριοπαθούς και διοικητικά ικανού.
Κατά την εκστρατεία του 1805 ο Μπερναντότ, με τον στρατό του από το Αννόβερο που πήρε τη μορφή του Α΄ Σώματος, διοικούσε την Αριστερή Πτέρυγα της Μεγάλης Στρατιάς, επιβλέποντας το Β΄ Σώμα του Μαρμόν και έχοντας την πλειοψηφία του Βαυαρικού Στρατού υπό τη διοίκησή του, περίπου 65.000 άνδρες ή 1/4 του Στρατού. Ο Μπερναντότ ανέλαβε επίσης να διαβεβαιώσει τον νεότερο σύμμαχο της Γαλλίας, τον Μαξιμιλιανό Ιωσήφ της Βαυαρίας, ότι οι Αυστριακοί θα απομακρυνθούν από τη χώρα του.[34][35]
Ο Μπερναντότ, με το Γ΄ Σώμα του στρατάρχη Νταβού υπό τη διοίκησή του και οι Βαυαροί πέτυχαν μια νίκη επί των Αυστριακών, εκδιώκοντάς τους από το Μόναχο στις 12 Οκτωβρίου, παίρνοντας περίπου 3.000 αιχμαλώτους και 19 πυροβόλα και εγκατέστησαν τον Μαξιμιλιανό Ιωσήφ στον θρόνο του.[36] Το Α΄ Σώμα συνεργάστηκε στη συνέχεια στη μεγάλη επιχείρηση, που είχε ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό του Μακ στη Μάχη του Ουλμ. Τα στρατεύματα του Μπερναντότ κατέλαβαν το Σάλτσμπουργκ στις 30 Οκτωβρίου.[37]
Στη Μάχη του Άουστερλιτς (2 Δεκεμβρίου 1805) τοποθετήθηκε με το σώμα του στο κέντρο μεταξύ του στρατάρχη Σουλτ και του στρατηγού Λαν και συνέβαλε στη ματαίωση της προσπάθειας της δεξιάς πτέρυγας των συμμάχων να υπερκεράσουν τον Γαλλικό στρατό. [38] Ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του στο Άουστερλιτς έγινε ο 1ος Ηγεμόνας Πρίγκιπας της Πόντε Κόρβο (5 Ιουνίου 1806), μιας περιοχής της Νάπολης που μέχρι τότε υπαγόταν στον Πάπα. [39][38]
Ωστόσο κατά την εκστρατεία εναντίον της Πρωσίας, τον ίδιο χρόνο, κατηγορήθηκε έντονα από τον Ναπολέοντα επειδή δεν συμμετείχε με τον στρατό του στις μάχες της Ιένας και του Άουερστετ (14 Οκτωβρίου 1806). [39] Ο Ναπολέων το βράδυ της 13ης Οκτωβρίου, πιστεύοντας ότι είχε αντιμετωπίσει το σύνολο του Πρωσικού στρατού στην Ιένα, έστειλε εντολές στον Μπερναντότ και στον Νταβού να πέσουν πίσω από το Νάουμπουργκ και να περάσουν μέσα από τις γραμμές υποχώρησης των Πρώσων. Εκτελώντας αυτές τις εντολές ο Μπερναντότ, χωριστά από τον Νταβού, έφυγε από το Νάουμπουργκ το ξημέρωμα το πρωί της 14ης για το Ντόρνμπουργκ και βάδισε προς την Απόλντα, όπου έφτασε στις 16:00. Εμποδισμένος από την πολύ κακή κατάσταση των δρόμων, δεν μπόρεσε να πάρει μέρος στη Μάχη της Ιένας, αν και κατάφερε να εξαναγκάσει τους Πρώσους να υποχωρήσουν και από τα δύο πεδία της μάχης, τοποθετώντας τα στρατεύματά του στα υψώματα της Απόλντα. [40][41][42] Στη συνέχεια ο Μπερναντότ κατηγορήθηκε ότι σκόπιμα αρνήθηκε να υποστηρίξει τον Νταβού, που είχε απροσδόκητα συναντήσει το κύριο σώμα του Πρωσικού στρατού στο Άουερστετ, από ζήλεια και ο Ναπολέων, αν γίνουν πιστευτά τα απομνημονεύματά του από την Αγία Ελένη, κάποια στιγμή να περάσει τον Μπερναντότ από στρατοδικείο. [43][44] Στην πραγματικότητα έκανε ό, τι είχε διαταχθεί και βασικά υπεύθυνες για την απουσία του ήταν τις διφορούμενες και έμμεσες εντολές που εξέδωσε ο Μπερτιέ και η άγνοια του Ναπολέοντα για της θέσεις των Πρώσων. [45][46]
Μετά τη Μάχη της Ιένας ο Μπερναντότ συνέτριψε τον Πρωσικό Εφεδρικό Στρατό, όλα τα νέα στρατεύματα οχυρώθηκαν πίσω από ένα έλος και τον ποταμό Ζάαλε, υπό τον Ευγένιο της Βυρτεμβέργης στο Χάλλε (17 Οκτωβρίου 1806), αν και το Αυτοκρατορικό Αρχηγείο δεν εκτίμησε πολύ αυτή τη νίκη.[47] Όταν επισκέφτηκε το Χάλλε μετά τη μάχη, και σχολιάζοντας τον βαθμό δυσκολίας της επίθεσης σε μια οχυρωμένη θέση, προσβάσιμη μόνο από μία μόνο γέφυρα, ο Ναπολέων σχολίασε αινιγματικά: «Ο Μπερναντότ δεν σταματά σε τίποτα. Κάποια στιγμή οι Γασκώνοι θα αιχμαλωτισθούν».[48] Στη συνέχεια ο Μπερναντότ καταδίωξε, από κοινού με τον Σουλτ και τον Μυρά (στη γνωστή ως «Καταδίωξη των τριών Στραταρχών»), το Σώμα του Πρώσου στρατηγού Μπλύχερ στο Λύμπεκ, όπου τα στρατεύματά του προσέβαλαν εξ εφόδου την πρωσική άμυνα, καταλαμβάνοντας την πόλη [49] και αναγκάζοντας σε συνθηκολόγηση τον Μπλύχερ στο Ράντκοβ (7 Νοεμβρίου 1806). [38] Όταν οι Γάλλοι κατέλαβαν το Λύμπεκ η πόλη έγινε στόχος μεγάλης κλίμακας λεηλασιών και καταστροφών από τους Γάλλους στρατιώτες. Στο Μπερναντότ, που αγωνίστηκε απεγνωσμένα να αποτρέψει τους άντρες του από τις λεηλασίες, δόθηκαν έξι άλογα από το Συμβούλιο του Λύμπεκ, ως αναγνώριση των προσπαθειών του.[50][51] Αντιμετώπισε επίσης τους συλληφθέντες Σουηδούς στρατιώτες με ευγένεια και τους επέτρεψε να επιστρέψουν στη χώρα τους. Οι εντυπωσιασμένοι Σουηδοί επέστρεψαν στην πατρίδα τους ιστορώντας την ικανότητα του Μπερναντότ στη διατήρηση της τάξης μέσα στην πόλη.[52]
Στη συνέχεια βάδισε στην Πολωνία για τη διοίκηση της Γαλλικής Αριστεράς Πτέρυγας, αποτελούμενης από το δικό του Α΄ Σώμα και το Δ΄ Σώμα VI του στρατηγού Νε. Οταν έμεινε χωρίς υποστήριξη από την απροσδόκητη κίνηση του στρατηγού Νε προς το Καίνιξμπεργκ οι Ρώσοι υπό τον Λέβιν Αουγκουστ φον Μπέννιγκσεν πέρασαν στην επίθεση και προσπάθησαν να καταστρέψουν το απομονωμένο σώμα των Μπερναντότ και Νε.[53] Ο Ναπολέων, όταν έμαθε για τη ρωσική επίθεση, έδωσε εντολή στο Μπερναντότ να υποχωρήσει προς τα δυτικά για να παρασύρει τους Ρώσους προς αυτόν, ώστε ο ίδιος να μπορεί στη συνέχεια να αποκόψει και να περικυκλώσει τους Ρώσους. Ο Μπερναντότ μετακινήθηκε δυτικά σύμφωνα με τις διαταγές, ακολουθούμενος από το Μπένιγκσεν, όπου νίκησε την αριθμητικά ανώτερη ρωσική εμπροσθοφυλακή στο Mόρουνγκεν (25 Ιανουαρίου 1807). [38] Λόγω της σύλληψης ενός αγγελιοφόρου που μετέφερε τις τελευταίες εντολές του Αυτοκράτορα, ο Μπερναντότ δεν ενημερώθηκε για την αλλαγή στρατηγικής για πορεία προς ανατολάς του υπόλοιπου Γαλλικού Στρατού. Κατά συνέπεια το Α΄ Σώμα του Μπερναντότ ήταν πολύ μακριά για να συμμετάσχει στη Μάχη του Άιλαου (7-8 Φεβρουαρίου 1807). Ο Ναπολέων τον επέπληξε για την απουσία του, αλλά αναγνωρίστηκε ότι αυτή δεν οφειλόταν στο Μπερναντότ, αλλά στην αμέλεια του Μπερτιέ να στείλει τον αγγελιοφόρο.[54] Οι Ρώσοι επανέλαβαν την επίθεση εκείνο το καλοκαίρι και ο Μπερναντότ δέχτηκε επίθεση και ηττήθηκε ένα ισχυρό Πρωσικό Σώμα στο Σπάντεν, διατηρώντας το γαλλικό προγεφύρωμα πάνω από τον ποταμό Πάσλεκα, όπου παραλίγο να χάσει τη ζωή του, όταν μια αδέσποτη σφαίρα τον χτύπησε στον λαιμό.[55] Λόγω αυτού του παρ' ολίγον θανατηφόρου τραύματος ο Μπερναντότ μεταφέρθηκε στα μετόπισθεν και απουσίασε στο υπόλοιπο της Πολωνικής Εκστρατείας.
Μετά τη Συνθήκη του Τιλσίτ το 1808 ο Μπερναντότ, ως δημοφιλής κυβερνήτης των Χανσεατικών πόλεων, όπου απέδειξε για άλλη μια φορά τις διοικητικές και διπλωματικές του ικανότητες,[56] επρόκειτο να διευθύνει την εκστρατεία εναντίον της Σουηδίας, μέσω των νησιών της Δανίας, αλλά το σχέδιο δεν τελεσφόρησε λόγω της έλλειψης μεταφορών και της αποσκίρτησης του ισπανικού σώματος, που επέστρεψε στην Ισπανία για να πολεμήσει ενάντια στον Ναπολέοντα όταν άρχισε ο Πόλεμος της Ιβηρικής Χερσονήσου. [57] Σύμφωνα με την προβλεπόμενη εισβολή στη Σουηδία, και λόγω του ότι η Δανία έγινε σύμμαχος της Γαλλίας το 1808, ο Μπερναντότ βρέθηκε de facto επικεφαλής της γαλλικής κατοχής στη Δανία. Ωστόσο διατήρησε αυστηρή πειθαρχία μεταξύ των στρατευμάτων του και η καλή μεταχείριση των Δανών τον έκανε δημοφιλή στον λαό και στη Δανική βασιλική οικογένεια. Κατά την αναχώρησή του από τη Δανία ήταν ένας από τους λίγους Γάλλους της εποχής που του απονεμήθηκε το μετάλλιο του Τάγματος του Ελέφαντα.[58]
Το διάστημα που ο Μπερναντότ ήταν κυβερνήτης των Χανσεατικών πόλεων, σημειώθηκαν οι Παραιτήσεις της Μπαγιόν, ένα γεγονός που πυροδότησε τον Πόλεμο της Ιβηρικής Χερσονήσου, που θα έπαιζε πολύ μεγάλο ρόλο στην ήττα του Ναπολέοντα. Κάποια στιγμή ο Ναπολέων εξέτασε την ιδέα της τοποθέτησης του Μπερναντότ στον ισπανικό θρόνο, τόσο μέχρι που να το υπαινιχθεί σε μια επιστολή προς αυτόν. Ωστόσο ο Μπερναντότ έκανε γνωστό στον Ναπολέοντα ότι δεν ήθελε το Ισπανικό στέμμα.[59] Επιλέχθηκε αντ 'αυτού ο Ιωσήφ Βοναπάρτης, φίλος και κουνιάδος του. Δεν ήταν η πρώτη ή τελευταία φορά που ο Ναπολέων σκέφτηκε να τοποθετήσει τον Μπερναντότ σε ξένο θρόνο. Πράγματι ο Ναπολέων σε αρκετές περιπτώσεις, τόσο κατά ως Πρώτος Υπατος όσο και ως Αυτοκράτορας, σκέφτηκε να τον ονομάσει (όπως επίσης σκέφτηκε και για τον Μυρά) διάδοχό του υιοθετώντας τον. Παρά την αντιπαλότητα τους ο Ναπολέων θεωρούσε ότι μόνο ο Μπερναντότ είχε τη δημοτικότητα και τη διοικητική και στρατιωτική ικανότητα να προστατέψει την αυτοκρατορία που είχε οικοδομήσει. Ωστόσο η γέννηση του Ναπολέοντα, Βασιλιά της Ρώμης, έβαλε τέλος στην ανάγκη του Ναπολέοντα για κληρονόμο.[60] Κατά ειρωνικό τρόπο ο Μπερναντότ τελικά φόρεσε ένα στέμμα, όχι υπό την αιγίδα του Ναπολέοντα, αλλά ως εχθρός της Γαλλίας.[61]
Ανακληθείς στη Γερμανία για να βοηθήσει στον νέο πόλεμο μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας, ανέλαβε τη διοίκηση του 9ου Σώματος, που αποτελείτο κυρίως από Σάξονες.[38] Περαιτέρω δυσκολίες με τον Μπερτιέ και το βάρος των ανεπαρκώς προετοιμασμένων Σαξόνων, σε συνδυασμό με μια ασθένεια, ανάγκασαν τον Μπερναντότ να ζητήσει την αποδέσμευσή του από την υπηρεσία. [46] Έγραψε στον Ναπολέοντα «βλέπω τις προσπάθειές μου να παραλύουν διαρκώς από μια κρυφή δύναμη πάνω στην οποία δεν μπορώ να επικρατήσω». [62] Ο Ναπολέων αγνόησε αυτές τις εκκλήσεις και ο Μπερναντότ συνέχισε την εκστρατεία, διοικώντας ως επί το πλείστον ξένα στρατεύματα με λίγα μόνο γαλλικά στρατεύματα υπό τη διοίκηση του. [63] Στη Μάχη του Βάγκραμ (5 Ιουλίου 1809) μπήκε στη μάχη με το σώμα των Σαξόνων του, στο οποίο προστέθηκε η μεραρχία του Πιέρ-Λουί Ντυπά και αποτέλεσε την εφεδρεία του. Βασιζόμενο στη Γαλλική Αριστερά Πτέρυγα το σώμα του Μπερναντότ σφυροκοπήθηκε τη νύχτα, αλλά αντιστάθηκε στη μανία της αυστριακής επίθεσης. Σε μια κρίσιμη στιγμή διέταξε τον Ντυπά να σπεύσει σε βοήθειά του. Ο τελευταίος απάντησε ότι είχε εντολές από τον Αυτοκράτορα να παραμείνει εκεί που ήταν. Έχοντας πληγεί σοβαρά και εκτεθειμένο πλήρως μπροστά από τις κύριες γαλλικές γραμμές, το Θ΄ Σώμα αποχώρησε από το χωριό Άντερκλαα, παρά τις εντολές του Ναπολέοντα. Τη δεύτερη ημέρα της μάχης, στις 6 Ιουλίου 1809, το Θ΄ Σώμα, που είχε πληγεί το προηγούμενο βράδυ, όταν ο Μπερναντότ αγωνίστηκε να συσπειρώσει τους αποθαρρυμένους Σάξονές του, δέχτηκε επίθεση από δύο αυστριακά σώματα, στο πλαίσιο της προσπάθειας του αρχιδούκα Καρόλου της Αυστρίας να διασπάσει τις γαλλικές γραμμές. Αυτή τη φορά οι εξαντλημένες δυνάμεις του Μπερναντότ - του είχαν απομείνει μόνο 6.000 πεζικάριοι - υποχώρησαν (το σώμα του Μπερναντότ δεν ήταν το μόνο που υποχώρησε εκείνη την ημέρα, τα στρατεύματα του στρατάρχη Μασσενά υποχώρησαν επίσης μετά την επίθεση). Οι εκδιωχθέντες Σάξονες υποχώρησαν άτακτα προς το Ράασντορφ καθώς ο Μπερναντότ προσπαθούσε να συσπειρώσει τους άντρες του, όπου συνάντησε τον Ναπολέοντα. Το Θ΄ Σώμα ανασυντάχθηκε και έπαιξε περαιτέρω ρόλο στη μάχη. Φήμες ότι ο Ναπολέων απάλλαξε τον Μπερναντότ από τη διοίκηση επί τόπου στο Ράασντορφ κυκλοφορούσαν επί μακρόν, αλλά δεν επαληθεύτηκαν.[64] Μετά τη μάχη ο Μπερναντότ παραπονέθηκε στον Ναπολέοντα ότι, κατά παράβαση όλων των στρατιωτικών κανόνων, διέταξε τον Ντυπά να ενεργήσει ανεξάρτητα από τις εντολές του, και επειδή με αυτόν τον τρόπο προκάλεσε μεγάλες ανθρώπινες απώλειες στους Σάξονές του και υπέβαλε την παραίτησή του. Ο Ναπολέων την έκανε δεκτή έχοντας ενημερωθεί για μια ημερήσια διαταγή του Μπερναντότ με την οποία τιμούσε τους Σάξονες για την ανδρεία τους σε ασυμφωνία με την επίσημη ανακοίνωση του αυτοκράτορα. [38] Οι περιγραφές για τον ρόλο του Μπερναντότ στο Βάγκραμ είναι αντιφατικές. Ενώ είναι αλήθεια ότι το Θ΄ Σώμα διασπάσθηκε στις 6 Ιουλίου, όπως και οι άλλοι γαλλικοί σχηματισμοί, αργότερα ανασυντάχθηκε και έπαιξε ρόλο στη νίκη. Επιπλέον ο Μπερναντότ πολέμησε με εξαιρετικό προσωπικά θάρρος επί κεφαλής των στρατευμάτων του και παρά λίγο να χάσει τη ζωή του όταν δέχθηκε επίθεση από το αυστριακό ιππικό. Πιθανότατα η κακή απόδοση του Θ΄ Σώματος θα είχε ξεχαστεί και ο Μπερναντότ θα είχε διατηρήσει τη θέση του, αν δεν είχε εκδώσει την αμφιλεγόμενη Ημερήσια Διαταγή.[65] Ωστόσο το εγκώμιο του Μπερναντότ για τους Σάξονες, καθώς και η ήπια και ευγενική μεταχείριση τους όσο ήταν υπό τη διοίκησή του δεν ξεχάστηκαν ποτέ από τους Σάξονες αξιωματικούς και αυτό θα είχε αργότερα καταστροφικές συνέπειες για τους Γάλλους, όταν μια ολόκληρη μεραρχία Σαξόνων αυτομόλησε στη Βόρεια Στρατιά του, την κρίσιμη στιγμή της Μάχης της Λειψίας.[66]
Ενώ ο Μπερναντότ είχε επιστρέψει στο Παρίσι, η Εκστρατεία του Βάλχερεν (Ιούλιος 1809) έκανε τη Γαλλική κυβέρνηση, εν απουσία του Αυτοκράτορα, να του εμπιστευτεί την υπεράσπιση της Αμβέρσας τόσο με τακτικά γαλλικά όσο και ολλανδικά στρατεύματα, μαζί με την Εθνική Φρουρά.[67] Ο Μπερναντότ, με τη συνήθη ικανότητά του, παρέλαβε μια χαοτική κατάσταση όπου στρατεύματα από όλη την Αυτοκρατορία και τα υποτελή της κράτη, καθώς και άπειροι νεοσύλλεκτοι, στάλθηκαν στην Ολλανδία υπό ξεχωριστές διοικήσεις. Αναδιοργάνωσε και εκπαίδευσε τις δυνάμεις του, που ονομάστηκαν από τον Αυτοκράτορα Στρατός της Αμβέρσας, ενσταλάζοντας πειθαρχία στους παλιούς στρατιώτες που ήταν χρόνια στον πόλεμο και διδάσκοντας τους άπειρους νεοσύλλεκτους τα καθήκοντά τους. Παντού ενέπνευσε ένα μαχητικό πνεύμα, δημιουργώντας στρατό από ένα συρφετό, φέρνοντας έτσι γρήγορα την άμυνα της Αμβέρσας σε υψηλό βαθμό ετοιμότητας.[68] Με την Αμβέρσα να ενισχύεται με κανόνια και πολλούς υπερασπιστές και με τον Στρατό της Αμβέρσας οργανωμένο σε σχήμα μάχης, οι Βρετανοί, με ανεπαρκή ηγεσία και με τον μισό στρατό ακινητοποιημένο από πυρετό λόγω των ανθυγιεινών νησιών, όπου είχαν καταλύσει, συνειδητοποίησαν ότι δεν ήταν πλέον δυνατό να αποκλείσουν τον ποταμό Σκάλδη ή να πάρουν την Αμβέρσα και απέσυραν τις δυνάμεις τους.[69] Ο Μπερναντότ σε μια προκήρυξη που εκδόθηκε προς τα στρατεύματά του στην Αμβέρσα κατηγορούσε έμμεσα τον Ναπολέοντα ότι είχε αμελήσει να προετοιμάσει τα κατάλληλα μέσα για την άμυνα των βελγικών ακτών. Ο Ναπολέων δυσαρεστημένος απάλλαξε τον Μπερναντότ από τη διοίκηση του ad hoc στρατού του και τον διέταξε να επιστρέψει στο Παρίσι για να πάει στην Καταλονία και να αναλάβει τη διοίκηση του στρατού εκεί.[70][71] Αρνούμενος να συμμορφωθεί με τη διαταγή κλήθηκε στη Βιέννη και μετά από συνάντηση με τον Ναπολέοντα στα Ανάκτορα Σενμπρούν αποδέχθηκε τη γενική κυβέρνηση των Παπικών Κρατών. [38]
Προσφορά του θρόνου της Σουηδίας
ΕπεξεργασίαΤο 1810 ο Μπερναντότ επρόκειτο να αναλάβει τη νέα του θέση ως κυβερνήτης της Ρώμης, όταν εξελέγη απροσδόκητα υποψήφιος διάδοχος του Κάρολου ΙΓ΄ της Σουηδίας. [39] Το πρόβλημα του διαδόχου του Καρόλου ήταν έντονο σχεδόν από τη στιγμή που ανέβηκε στον θρόνο ένα χρόνο νωρίτερα. Ήταν 61 ετών και με κακή υγεία. Ήταν επίσης άτεκνος. Η βασίλισσα Καρλόττα είχε γεννήσει δύο παιδιά που είχαν πεθάνει νήπια και δεν υπήρχε πιθανότητα να γεννήσει άλλο παιδί. Ήταν προφανές αμέσως μόλις στέφθηκε ο Κάρολος ΙΓ΄ ότι ο Σουηδικός κλάδος του Οίκου του Χόλσταϊν-Γκόττορπ θα εξέλιπε μαζί του. Ο Βασιλιάς είχε υιοθετήσει έναν Δανό πρίγκιπα, τον Κάρολο Αύγουστο, αμέσως μετά τη στέψη του, αλλά αυτός πέθανε λίγους μήνες μετά την άφιξή του.[72] Παρά το γεγονός ότι ο Ναπολέων ευνοούσε τον σύμμαχό του Φρειδερίκο ΣΤ΄ της Δανίας, ο Δανός πρίγκιπας Φρειδερίκος Χριστιανός είχε αρχικά τη μεγαλύτερη υποστήριξη για να γίνει Πρίγκιπας του Στέμματος της Σουηδίας.[73]
Η Σουηδική αυλή βολιδοσκόπησε αρχικά τον αυτοκράτορα για τις προτιμήσεις του για υποψηφίους για πρίγκιπα του στέμματος, οπότε ο Ναπολέων κατέστησε σαφές ότι προτιμούσε τον Εζέν ντε Μπωαρναί, γιο της πρώτης συζύγου του Ιωσηφίνας, έναν από τους ανιψιούς του ή έναν από τους αδελφούς του. Ωστόσο ο Εζέν, που υπηρετούσε ως αντιβασιλέας στην Ιταλία, δεν ήθελε να ασπασθεί τον Λουθηρανισμό, προϋπόθεση για την αποδοχή της σουηδικής προσφοράς. Επιπλέον κανένας από τους αδελφούς του Ναπολέοντα δεν ενδιαφερόταν να πάει στη Σουηδία και οι ανιψιοί του ήταν πολύ νέοι, καθώς οι Σουηδοί δεν ήθελαν τους κινδύνους της βασιλείας ενός ανηλίκου σε περίπτωση που ο Βασιλιάς Κάρολος πέθαινε πρόωρα.[74] Η απόφαση ελήφθη από ένα σκιώδη Σουηδό αυλικό, τον γιο του κόμη Γκούσταβ Μέρνερ, διοικητή της Σουηδικής δύναμης που αιχμαλωτίστηκε από τον Μπερναντότ στο Λύμπεκ, Βαρόνο Καρλ Οτο Μέρνερ, που, εξ ολοκλήρου με δική του πρωτοβουλία, προσέφερε τη διαδοχή του σουηδικού στέμματος στον Μπερναντότ. Ο τελευταίος κοινοποίησε την προσφορά του Μέρνερ στον Ναπολέοντα, που στην αρχή αντιμετώπισε την κατάσταση ως παραλογισμό, αλλά στη συνέχεια συμφώνησε και υποστήριξε διπλωματικά και οικονομικά την υποψηφιότητα του Μπερναντότ.[75]
Παρόλο που η Σουηδική κυβέρνηση, εκπλαγείσα από το θράσος του Μέρνερ, τον έθεσε αμέσως υπό κράτηση κατά την επιστροφή του στη Σουηδία, η υποψηφιότητα του Μπερναντότ σταδιακά κέρδισε έδαφος και στις 21 Αυγούστου 1810 [39] εκλέχτηκε από τη Συνέλευση των Τάξεων στο Ερεμπρού ο νέος πρίγκιπας του στέμματος [39] και στη συνέχεια έγινε από τον βασιλιά Αρχηγός των Σουηδικών Ενόπλων Δυνάμεων.[76] Ο Μπερναντότ εξελέγη εν μέρει επειδή μεγάλο μέρος του Σουηδικού στρατού, ενόψει μελλοντικών προβλημάτων με τη Ρωσία, ήταν υπέρ της εκλογής ενός στρατιωτικού και εν μέρει επειδή ήταν προσωπικά δημοφιλής, λόγω της καλοσύνης που είχε δείξει στους Σουηδούς κρατούμενους στο Λύμπεκ.[77] Ένας άλλος παράγοντας που ευνόησε την εκλογή του ήταν οι (υποτιθέμενοι) στενοί δεσμοί του με τον Γάλλο Αυτοκράτορα,[78] που είχε νικήσει πρόσφατα τη Σουηδία στον Γαλλοσουηδικό πόλεμο.[79]
Πριν αποδεσμεύσει τον Μπερναντότ από την πίστη του στη Γαλλία, ο Ναπολέων του ζήτησε να συμφωνήσει να μην σηκώσει ποτέ όπλα εναντίον της Γαλλίας. Ο Μπερναντότ αρνήθηκε να συνάψει τέτοια συμφωνία, με την αιτιολογία ότι οι υποχρεώσεις του προς τη Σουηδία δεν θα το επέτρεπαν. Ο Ναπολέων αναφώνησε «Πήγαινε και ας εκπληρωθούν τα πεπρωμένα μας» και υπέγραψε την πράξη της αποδέσμευσης άνευ όρων. Πολλοί ήταν επίσης αισιόδοξοι ότι η Σουηδία θα καταλάμβανε τη Φινλανδία υπό τον Κάρολο Ιωάννη. Ο πρίγκιπας του Σουηδικού στέμματος επεδίωξε ακόμη ανεπιτυχώς την υποστήριξη του Ναπολέοντα να βοηθήσει τη Σουηδία να καταλάβει τη Νορβηγία.
Πρίγκιπας του Στέμματος και Αντιβασιλέας
ΕπεξεργασίαΣτις 2 Νοεμβρίου 1810 ο Μπερναντότ έκανε την επίσημη είσοδό του στη Στοκχόλμη και στις 5 Νοεμβρίου έλαβε τη δήλωση υπακοής της Συνέλευσης των Τάξεων και υιοθετήθηκε από τον Κάρολο ΙΓ΄ με το όνομα "Κάρολος Ιωάννης" (Karl Johan). [39] Ταυτόχρονα μετεστράφη από τον Καθολικισμό στον Λουθηρανισμό της Σουηδικής αυλής, καθώς η Σουηδική νομοθεσία απαιτούσε ο μονάρχης να είναι Λουθηρανός.
Κάρολος Ιωάννης, ομιλία προς τη Συνέλευση, 5 Noεμβρίου 1810.[80]
Ο νέος πρίγκιπας έγινε σύντομα ο δημοφιλέστερος και ισχυρότερος άντρας στη Σουηδία και εντυπωσίασε γρήγορα τον θετό πατέρα του. Μετά την πρώτη του συνάντηση με τον νέο του διάδοχο ο Κάρολος ΙΓ΄ (που είχε αρχικά αντιταχθεί στην υποψηφιότητα του Μπερναντότ) σχολίασε στον βοηθό του Σαρλ ντε Συρμέν "Αγαπητέ μου Συρμέν, ρίσκαρα πολύ και πιστεύω ότι τελικά έχω κερδίσει" [81] Έγινε επίσης πολύ αγαπητός στη Βασίλισσα Καρλόττα, που τον θεωρούσε «κύριο με όλη τη σημασία της λέξης» [82] και δημιούργησε ένα δίκτυο επαφών στη Σουηδική αριστοκρατία, συνάπτοντας ιδιαίτερα φιλία με την οικογένεια Μπράχε μέσω του ευνοούμενού του Μάγκνους Μπράχε και της κόμισσας Αουρόρα Βιλελμίνα Μπράχε, της οποίας η εξαδέλφη Μαριάνα Κόσκουλ έγινε ερωμένη του.
Η αδυναμία του ηλικιωμένου Βασιλιά και οι διαφωνίες στο Συμβούλιο του Στέμματος της Σουηδίας έθεσαν την κυβέρνηση, και ιδίως τον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής, αποκλειστικά στα χέρια του. Το βασικό στοιχείο όλης της πολιτικής του ήταν η απόκτηση της Νορβηγίας ως αποζημίωση για την απώλεια της Φινλανδίας και ο Μπερναντότ αποδείχθηκε κάθε άλλο παρά ανδρείκελο της Γαλλίας. [39] Πολλοί Σουηδοί περίμεναν να ανακτήσει τη Φινλανδία, που είχε παραχωρηθεί στη Ρωσία. Ωστόσο ο Πρίγκιπας του Στέμματος γνώριζε πόσο δύσκολο ήταν αυτό λόγω της απελπιστικής κατάστασης των οικονομικών του κράτους και της απροθυμίας του φινλανδικού λαού να επανυπαχθεί στη Σουηδία.[83] Ακόμα κι αν η Φινλανδία ανακτηθεί, σκέφτηκε, αυτό θα έβαζε τη Σουηδία σε ένα νέο κύκλο συγκρούσεων με έναν ισχυρό γείτονα, επειδή δεν υπήρχε εγγύηση ότι η Ρωσία θα δεχόταν την απώλεια ως οριστική.[84] Ως εκ τούτου αποφάσισε να δημιουργήσει μια ενωμένη Σκανδιναβική χερσόνησο, που ήταν ευκολότερο να την υπερασπιστεί, παίρνοντας από τη Δανία τη Νορβηγία (σκόπιμα χωρίς τις παλιές και απομακρυσμένες επαρχίες της Γροιλανδίας, της Ισλανδίας και των Νήσων Φερόες) και να την ενώσει με τη Σουηδία. Προσπάθησε να εκτρέψει την κοινή γνώμη από τη Φινλανδία στη Νορβηγία, υποστηρίζοντας ότι η δημιουργία μιας συμπαγούς χερσονήσου, με τη θάλασσα για φυσικό της όριο, θα εγκαινίαζε μια εποχή ειρήνης και ότι η διεξαγωγή πολέμου με τη Ρωσία θα είχε καταστροφικές συνέπειες.[85]
Λίγο μετά την άφιξη του Κάρολου Ιωάννη στη Σουηδία ο Ναπολέων τον ανάγκασε να προσχωρήσει στο Ηπειρωτικό Σύστημα και να κηρύξει τον πόλεμο στη Μεγάλη Βρετανία, διαφορετικά η Σουηδία θα αντιμετώπιζε την αποφασιστικότητα της Γαλλίας, της Δανίας και της Ρωσίας. Αυτή η απαίτηση θα συνεπαγόταν σκληρό πλήγμα για την εθνική οικονομία και τον σουηδικό λαό. Η Σουηδία κήρυξε απρόθυμα τον πόλεμο στη Μεγάλης Βρετανία, αλλά αντιμετωπίστηκε και από τις δύο χώρες ως μόνο κατ' όνομα, αν και οι σουηδικές εισαγωγές βρετανικών αγαθών μειώθηκαν από 4.871 το 1810 σε 523 εκατομμύρια λίρες το επόμενο έτος.[86][87]
Τον Ιανουάριο του 1812 τα Γαλλικά στρατεύματα εισέβαλαν ξαφνικά στη Σουηδική Πομερανία και στο νησί Ρύγκεν.[88] Ο καθοριστικός λόγος ήταν ότι ο Ναπολέων, πριν βαδίσει κατά της Μόσχας, έπρεπε να ασφαλίσει τα νώτα του και δεν τολμούσε να εμπιστευτεί μια σουηδική ηπειρωτική βάση πίσω του.[89] Για να το καταστήσει πιο προσβλητικό ο Ναπολέων το προγραμμάτισε για τα γενέθλια του Πρίγκιπα του Στέμματος.[90] Η αρχικά φιλική σχέση που είχε ο Κάρολος Ιωάννης με τον Ναπολέοντα άλλαξε σύντομα εξαιτίας αυτής της εισβολής.[78] Η εισβολή ήταν μια σαφής παραβίαση του διεθνούς δικαίου καθώς και μια πράξη πολέμου, έτσι η κοινή γνώμη στη Σουηδία δικαιολογημένα εξοργίστηκε.[89][91] Επιπλέον ανταγωνίστηκε τη φιλογαλλική μερίδα στη Σουηδική αυλή.[92] Στη συνέχεια ο Πρίγκιπας διακήρυξε την ουδετερότητα της Σουηδίας και ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τη Μεγάλη Βρετανία και τη Ρωσία.[93]
Το 1813 έκανε συμμαχία της Σουηδίας με τους εχθρούς του Ναπολέοντα, συμπεριλαμβανομένης της Μεγάλης Βρετανίας, της Ρωσίας και της Πρωσίας, στον Έκτο Συνασπισμό, ελπίζοντας να εξασφαλίσει τη Νορβηγία. Μετά τις ήττες στο Λύτσεν (2 Μαΐου 1813) και στο Μπάουτσεν (21 Μαΐου 1813) ο Σουηδός Πρίγκιπας ήταν εκείνος που ενέπνευσε νέο μαχητικό πνεύμα στους Συμμάχους και στη διάσκεψη του Τράχενμπεργκ συνέταξε το γενικό σχέδιο για την εκστρατεία που ξεκίνησε μετά τη λήξη της Εκεχειρίας του Πλαίσβιτς.
Ο Κάρολος Ιωάννης, ως Γενικός Διοικητής της Βόρειας Στρατιάς, υπερασπίστηκε με επιτυχία τις προσβάσεις στο Βερολίνο και νίκησε τον στρατάρχη Ουντινό τον Αύγουστο και τον Νε τον Σεπτέμβριο στις Μάχες του Γκρόσμπεερεν και του Ντένεβιτς. Η Βόρεια Στρατιά του Μπερναντότ θα συνέχιζε να φρουρεί το Βερολίνο και να παρακολουθεί τις δυνάμεις του Νταβού στο Αμβούργο, ενώ οι Σύμμαχοι, σύμφωνα με το σχέδιο που εκπονήθηκε στο Τράχενμπεργκ, ελίχθηκαν προς τον στρατό του Ναπολέοντα στη Λειψία. Ενώ ο υπόλοιπος συμμαχικός στρατός ενεπλάκη στη μάχη στις 17 Οκτωβρίου ο στρατός του Μπερναντότ πέρασε τελικά τον Έλβα και έλαβε μέρος στη Μάχη της Λειψίας στις 19 Οκτωβρίου. Τα νέα του στρατεύματα, ενισχυμένα από 30.000 Πρώσους, συμμετείχαν στη συμπλοκή ενάντια στις ήδη πληγείσες γαλλικές γραμμές, όπου οι σουηδικές δυνάμεις συμμετείχαν για πρώτη φορά στην εκστρατεία σε τέτοια κλίμακα. Σε μια κρίσιμη στιγμή μια ολόκληρη μεραρχία Σαξόνων αυτομόλησε στον στρατό του ανταποκρινόμενη σε μια διακήρυξη που κυκλοφόρησε μια εβδομάδα πριν, με την οποία ο Μπερναντότ κάλεσε τους Σάξονες να ενταχθούν υπό τον παλιό τους διοικητή για να νικήσουν τον Ναπολέοντα.[94] Η Βόρεια Στρατιά έδωσε τη χαριστική βολή στους ήδη εξαντλημένους Γάλλους και ο Μπερναντότ ήταν ο πρώτος από τους ηγεμόνες των Συμμάχων που εισήλθαν στη Λειψία.[95]
Μετά τη Μάχη της Λειψίας ενέργησε για λογαριασμό του, αποφασισμένος πάση θυσία να κολοβώσει τη Δανία και να εξασφαλίσει τη Νορβηγία, [39] νικώντας τους Δανούς στη Μάχη του Μπόρνχαιβεντ. Οι προσπάθειές του κορυφώθηκαν με την ευνοϊκή Συνθήκη του Κιέλου, που έθεσε τη Νορβηγία υπό τον έλεγχο της Σουηδίας.
Ωστόσο οι Νορβηγοί δεν ήταν πρόθυμοι να αποδεχθούν τον σουηδικό έλεγχο. Διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους, υιοθέτησαν ένα φιλελεύθερο σύνταγμα και εξέλεξαν στον θρόνο τον Δανό πρίγκιπα του στέμματος Χριστιανό Φρειδερίκο. Τον πόλεμο που ακολούθησε κέρδισε γρήγορα η Σουηδία με τον Κάρολο Ιωάννη.[96][97] Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις το 1814 ήταν ο τελευταίος πόλεμος της Σουηδίας μέχρι σήμερα. Ο Κάρολος Ιωάννης μπορούσε να υπαγορεύσει τους όρους του στη Νορβηγία, αλλά σε κίνηση καλής θέλησης αποδέχθηκε το νορβηγικό σύνταγμα και την πολιτική της αυτονομία. Αυτό άνοιξε τον δρόμο για να εισέλθει η Νορβηγία σε προσωπική ένωση με τη Σουηδία αργότερα εκείνο το έτος.
Κατά την εισβολή των Συμμάχων στη Γαλλία τον χειμώνα και την άνοιξη του 1814, όταν δεν ήταν σαφές ποιος θα κυβερνούσε τη Γαλλία μετά τον πόλεμο, ο Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας φλέρταρε με την ιδέα να τοποθετήσει τον Κάρολο Ιωάννη στον γαλλικό θρόνο στη θέση του Ναπολέοντα. Τελικά οι Βρετανοί και οι Αυστριακοί άσκησαν βέτο και οι Σύμμαχοι συμφώνησαν ότι αν εκθρονιζόταν ο Ναπολέων η μόνη αποδεκτή εναλλακτική λύση ήταν η παλινόρθωση του Οίκου των Βουρβόνων.
Βασιλιάς Σουηδίας και Νορβηγίας
ΕπεξεργασίαΟ Κάρολος Ιωάννης ήταν αντιβασιλέας και de facto αρχηγός του κράτους από την άφιξή του και ανέλαβε έναν αυξανόμενο ρόλο στην κυβέρνηση από το 1812 και μετά, με τον Κάρολο ΙΓ΄ να περιορίζεται σε σιωπηλό μάρτυρα στα κυβερνητικά συμβούλια μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Μετά τον θάνατο του Καρόλου στις 5 Φεβρουαρίου 1818 ο Κάρολος Ιωάννης ανέβηκε στον θρόνο. Αρχικά ήταν δημοφιλής και στις δύο χώρες. [39] Οι δημοκρατικές διαδικασίες ωρίμασαν σταθερά υπό την περιορισμένη εκτελεστική εξουσία του Βασιλιά.[98]
Ομιλία του Βασιλιά την ημέρα ορκομωσίας του, 19 Μαΐου 1818.[99]
Η εξωτερική πολιτική που εφάρμοσε ο Κάρολος Ιωάννης τη μετα-ναπολέοντεια εποχή χαρακτηρίστηκε από τη διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων και τη μη ανάμειξη σε συγκρούσεις που λάβαιναν χώρα έξω από τη Σκανδιναβική χερσόνησο.[100] Αυτό αποτέλεσε σαφή αντίθεση με τον προηγούμενο ηγεμονικό επεκτατισμό της Σουηδίας, που είχε ως αποτέλεσμα αδιάλειπτους πολέμους με γειτονικές χώρες για αιώνες, και διατήρησε με επιτυχία τα βασίλειά του σε κατάσταση ειρήνης από το 1814 μέχρι τον θάνατό του.[96][101] Ανησυχούσε ιδιαίτερα για τη σύγκρουση μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Ρωσίας. Το 1834, όταν η σχέση μεταξύ των δύο χωρών ήταν τεταμένη σχετικά με το Ανατολικό Ζήτημα, έστειλε μνημόνια στη βρετανική και τη ρωσική κυβέρνηση και διακήρυξε την ουδετερότητά του εκ των προτέρων, γεγονός που επισημαίνεται ως αρχή της σουηδικής ουδετερότητας.[102]
Η εσωτερική του πολιτική επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στην προώθηση της οικονομίας και των επενδύσεων σε κοινωνικό κεφάλαιο και η μακρά ειρήνη από το 1814 οδήγησε σε αυξημένη ευημερία για τη χώρα.[103] Κατά τη μακρά βασιλεία του των 26 ετών ο πληθυσμός του Βασιλείου αυξήθηκε τόσο πολύ που ο πληθυσμός της Σουηδίας έγινε ίσος με εκείνο της Σουηδίας και της Φινλανδίας πριν η δεύτερη αποσχιστεί από την πρώτη, το εθνικό χρέος εξοφλήθηκε, εισήχθησαν αστικός και ποινικός κώδικας, προωθήθηκε η εκπαίδευση, άκμασαν η γεωργία, το εμπόριο και η βιομηχανία και αυξήθηκαν τα μέσα εσωτερικής επικοινωνίας.[103][104]
Από την άλλη αν και ριζοσπαστικός στα νιάτα του, οι απόψεις του είχαν στραφεί σταθερά προς τα δεξιά με την πάροδο των ετών, και από τη στιγμή που ανέβηκε στον θρόνο ήταν υπερσυντηρητικός. Οι αυταρχικές του μέθοδοι, ιδίως η λογοκρισία του τύπου, ήταν πολύ αντιδημοφιλείς, ειδικά μετά το 1823. Ωστόσο η δυναστεία του δεν αντιμετώπισε ποτέ σοβαρό κίνδυνο, καθώς και οι Σουηδοί και οι Νορβηγοί ήταν περήφανοι για ένα μονάρχη με καλή ευρωπαϊκή φήμη.[96][39]
Αντιμετώπισε επίσης προκλήσεις στη Νορβηγία. Το νορβηγικό σύνταγμα έδωσε στο Νορβηγικό κοινοβούλιο, το Storting, περισσότερη δύναμη από οποιοδήποτε νομοθετικό σώμα στην Ευρώπη. Ενώ ο Κάρολος Ιωάννης είχε την εξουσία του απόλυτου βέτο στη Σουηδία, είχε μόνο ανασταλτικό βέτο στη Νορβηγία. Απαίτησε από το Storting να του δώσει την εξουσία του απόλυτου βέτο, αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Η δύσκολη σχέση του με τη Νορβηγία αποδείχθηκε επίσης από την απροθυμία του Storting να χορηγήσει κεφάλαια για την κατασκευή Βασιλικών Ανακτόρων στη νορβηγική πρωτεύουσα Όσλο. Η κατασκευή ξεκίνησε το 1825 αλλά το Storting διέκοψε τη χρηματοδότηση μετά τη δαπανηρή θεμελίωση και ζήτησε από τον διορισμένο αρχιτέκτονα Χανς Λίνστοβ, να κατασκευάσει ένα απλούστερο ανάκτορο. Αυτό θεωρήθηκε από πολλούς ως διαμαρτυρία ενάντια στις περιττές δαπάνες και την εξουσία του βασιλιά. Το ανάκτορο δεν ολοκληρώθηκε παρά το 1849, πολύ μετά τον θάνατο του Κάρολου Ιωάννη και εγκαινιάστηκε από τον Όσκαρ Α΄ της Σουηδίας.[105] Ο κεντρικός δρόμος του Όσλο, η Slottsgaten, αργότερα μετονομάστηκε Karl Johans gate παίρνοντας το όνομά του.[106]
Η δημοτικότητά του μειώθηκε κάποια στιγμή τη δεκαετία του 1830, με αποκορύφωμα τις Ραβουλιστικές (Ριζοσπαστικές) ταραχές μετά την καταδίκη για προσβολή του μονάρχη του δημοσιογράφου Μάγκνους Γιάκομπ Κρουσενστόλπε και εκκλήσεις να παραιτηθεί.[96] Ο Κάρολος Ιωάννης επιβίωσε της διαμάχης για την παραίτησή του και συνέχισε μέχρι το ιωβηλαίο (25ετία) του, που γιορτάστηκε ενθουσιωδώς στις 18 Φεβρουαρίου 1843. Βασίλευσε ως Βασιλιάς της Σουηδίας και της Νορβηγίας από τις 5 Φεβρουαρίου 1818 μέχρι τον θάνατό του το 1844. [39]
Το τέλος του
ΕπεξεργασίαΣτις 26 Ιανουαρίου 1844, [39] στα 81α γενέθλιά του, ο Κάρολος Ιωάννης βρέθηκε αναίσθητος στα δωμάτιά του, έχοντας υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο. Ενώ ανέκτησε τις αισθήσεις του, ποτέ δεν ανέκαμψε πλήρως και πέθανε το απόγευμα της 8ης Μαρτίου. [107] Στην επιθανάτια κλίνη του ακούστηκε να λέει: "Κανείς δεν είχε ζωή σαν τη δική μου. [103] Ίσως θα μπορούσα να συμφωνήσω να γίνω σύμμαχος του Ναπολέοντα, αλλά όταν επιτέθηκε στη χώρα που είχε εναποθέσει τη μοίρα της στα χέρια μου, δεν μπορούσε παρά να βρει στο πρόσωπό μου μόνο έναν αντίπαλο. Είναι γνωστά τα γεγονότα που συγκλόνισαν την Ευρώπη και της επέστρεψαν την ελευθερία της. Είναι επίσης γνωστό ποιο ρόλο έπαιξα σε αυτό."[108]
Το λείψανό του ετάφη μετά την επίσημη κηδεία στην εκκλησία Ρινταρχόλμεν της Στοκχόλμης. [107] Τον διαδέχθηκε ο μοναδικός γιος του Όσκαρ Α΄. [38]
Ονοματοδοσίες
Επεξεργασία- Ο κεντρικός δρόμος του Όσλο, Karl Johans gate,, πήρε το όνομά του το 1852.
- Η κύρια βάση του Βασιλικού Ναυτικού της Νορβηγίας, Karljohansvern, πήρε το όνομά του το 1854.
- Το Φρούριο Kάρλσμποργκ (Σουηδικά: Karlsborgs fästning), που βρίσκεται στο σημερινό ομώνυμο δήμο, της Περιφέρειας Βέστρα Γκέταλαντ, ονομάστηκε επίσης προς τιμήν του.
- Το Καζέρν Μπερναντότ, γαλλικό στρατιωτικό κτίριο που βρίσκεται στο Πω, πήρε επίσης το όνομά του το 1875.
- Το όνομά του είναι χαραγμένο στην Αψίδα του Θριάμβου στο Παρίσι (Βόρειος πυλώνας, Στήλη 3).
Θυρεοί
ΕπεξεργασίαΜυθιστορηματικές εμφανίσεις
ΕπεξεργασίαΤο θεατρικό έργο των Λουί-Εμίλ Βάντερμπουρχ και Φερντινάν Λανγκλέ του 1833 Le Camarade de lit ("Ο ομόκλινος") παρουσιάζει το Μπερναντότ ως Βασιλιά της Σουηδίας: ένας παλιός γρεναδιέρος ισχυρίζεται ότι, ως νεαρός, ο Μπερναντότ έκανε ένα τατουάζ του σκανδαλώδους δημοκρατικού συνθήματος: είτε Mort aux Rois ("Θάνατος στους βασιλιάδες"), είτε Mort aux tyrans ("Θάνατος στους τυράννους"), ή Mort au Roi ( "Θάνατος στον βασιλιά"). Το τατουάζ αποκαλύπτεται τελικά ότι είναι το Vive la république ("Ζήτω η Δημοκρατία") και ένας φρυγικός σκούφος: μια εξαιρετικά ειρωνική εικόνα και κείμενο για ένα βασιλιά.[109] Αυτό το έργο ήταν τόσο δημοφιλές που η ιδέα ότι ο Κάρολος ΙΔ΄ Ιωάννης είχε ένα τατουάζ "Θάνατος στους βασιλιάδες" επαναλαμβάνεται συχνά ως γεγονός, αν και δεν υπάρχει βάση σε αυτό.[110][111][112] Ωστόσο είναι αλήθεια ότι ο Μπερναντότ έγραψε το 1797 "Όντας δημοκρατικός τόσο από αρχή όσο και από πεποίθηση, θέλω να πολεμήσω όλους τους βασιλικούς μέχρι τον θάνατό μου." [113]
Το ερωτικό τρίγωνο μεταξύ του Ναπολέοντα, του Μπερναντότ και της Ντεζιρέ Κλαρύ ήταν το θέμα του μυθιστορήματος Ντεζιρέ της Ανεμαρίε Σελίνκο.
Το μυθιστόρημα γυρίστηκε ταινία το 1954, με τον Μάρλον Μπράντο ως Ναπολέοντα, τη Τζην Σίμμονς ως Ντεζιρέ και τον Μάικλ Ρέννι ως Μπερναντότ.
Ο Μπερναντότ είναι βασικός ήρωας στο ιστορικό μυθιστόρημα της Αμερικανίδας Άλλισον Πατάκι Η Τύχη μιας Βασίλισσας: Ένα Μυθιστόρημα για τη Ντεζιρέ, τον Ναπολέοντα και τη Δυναστεία, που επέζησε της Αυτοκρατορίας, που αφηγείται την ιστορία της συζύγου του (και Βασίλισσας της Σουηδίας και της Νορβηγίας) Ντεζιρέ Κλαρύ.[114]
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΝυμφεύτηκε το 1796 την Ντεζιρέ Κλαρύ (μετέπειτα Ντεζιντέρια), κόρη του Φρανσουά Κλαρύ, πλούσιου κατασκευαστή μεταξωτών και εμπόρου, και είχε τέκνο:
- Όσκαρ Α΄ (1799 - 1859), Βασιλιάς της Σουηδίας.
Πρόγονοι
ΕπεξεργασίαΠαραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2014.
- ↑ 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 «Karl XIV Johan». (Σουηδικά) Dictionary of Swedish National Biography. 12359.
- ↑ 3,0 3,1 (Αγγλικά) Find A Grave. 7814605. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ «Hovförsamlingens kyrkoarkiv, Död- och begravningsböcker, SE/SSA/0007/F I/1 (1766-1853), bildid: C0054458_00283». church death record.
- ↑ «Norsk biografisk leksikon». (Μποκμάλ, Νεονορβηγικά) Νορβηγικό βιογραφικό λεξικό. Kunnskapsforlaget. Karl_3_Johan. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 7,0 7,1 Martin Olsson: Riddarholmskyrkan - inventories and graves. 1937. kulturarvsdata
.se /raa /samla /html /6890. Ανακτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2019. σελ. 459. - ↑ CONOR.SI. 325715299.
- ↑ Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. mzk2015884345. Ανακτήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2022.
- ↑ p10226.htm#i102257. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2020.
- ↑ 11,0 11,1 Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2022.
- ↑ Ulf Ivar Nilsson in Allt vi trodde vi visste men som faktiskt är FEL FEL FEL!, Bokförlaget Semic 2007 (ISBN 978-91-552-3572-7) p. 40
- ↑ https://www.thelocal.se/20140815/sweden-celebrates-200-years-of-peace
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 6
- ↑ Palmer, Alan (1990). pp. 8–13
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1930). p. 14
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1930). p. 11
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 15
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1914). Bernadotte: The First Phase. pp. 50–52, 70–71.
- ↑ Ibid, pp. 76–77.
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1914). Bernadotte: The First Phase. pp. 92–94
- ↑ Ibid. pp. 98–101
- ↑ Ibid. pp. 110–14.
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1930). p. 42
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 42
- ↑ Palmer, Alan (1990). pp. 42–43
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1930). p. 44
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 43
- ↑ Palmer, Alan (1990). pp. 60–61
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 61
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 84
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 88
- ↑ Olivier, Jean-Marc (2010). «Bernadotte, Bonaparte, and Louisiana: the last dream of a French Empire in North America». Στο: Belaubre, Christope, επιμ (PDF). Leiden, Netherlands: Brill, pp. 141–50. ISBN 978-9004181540. https://hal.archives-ouvertes.fr/hal-00974220/document. Ανακτήθηκε στις 11 November 2018.
- ↑ Maude, F.A (1912) pp. 150-151
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921) pp. 106-109
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921) pp. 108-109
- ↑ Maude, F.A (1912) pp. 222-226
- ↑ 38,0 38,1 38,2 38,3 38,4 38,5 38,6 38,7 The American Cyclopædia 1879, σελ. 571.
- ↑ 39,00 39,01 39,02 39,03 39,04 39,05 39,06 39,07 39,08 39,09 39,10 39,11 Bain 1911, σελ. 932.
- ↑ Titeux 1903, σελίδες 86–104.
- ↑ Foucart 1887, σελίδες 694–97.
- ↑ Alison 1836, σελίδες 758, 764–65.
- ↑ Favier 2010, σελίδες 137–39.
- ↑ Palmer 1990, σελ. 135.
- ↑ Alison 1836, σελ. 765.
- ↑ 46,0 46,1 Scott 1962, σελ. 284.
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1930). p. 193
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 135
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921) pp. 165–71.
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1930). pp. 198–99
- ↑ Palmer, Alan (1990). pp. 132–37
- ↑ Palmer, Alan (1990). pp. 136–37
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921) pp. 172–76
- ↑ Palmer, Alan (1990). pp. 140–41
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921) pp. 178–83
- ↑ Barton, pp. 197–201
- ↑ Bain 1911, σελ. 931.
- ↑ Barton, pp. 194–96
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921) pp. 192–93.
- ↑ Ibid. p. 209.
- ↑ Ibid, pp. 192–95
- ↑ Barton 1930, σελίδες 216–17.
- ↑ Scott 1962, σελίδες 284–85.
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921). pp. 223–25.
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921). pp. 227–28.
- ↑ Smith, Digby (2001). pp. 225–29
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 153
- ↑ Barton, Plunkett (1921). pp. 237–40
- ↑ Howard, Martin (2012). pp. 139–47.
- ↑ Palmer, Alan( 1990). pp. 153–54
- ↑ Favier, Franck (2010). p. 158
- ↑ «Charles XIII – king of Sweden».
- ↑ Planert, Ute (2015). Napoleon's Empire: European Politics in Global Perspective. σελ. 221. ISBN 978-1137455475. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2018.
- ↑ Barton, D. Plunkett (1921). pp. 250–56, 268–72.
- ↑ Ibid. pp. 268–78.
- ↑ Ancienneté och Rang-Rulla öfver Krigsmagten år 1813 (στα Σουηδικά). 1813.
- ↑ Favier, Franck (2010). p. 12
- ↑ 78,0 78,1 «Napoleonic Marshals : Jean-Baptiste Bernadotte : Napoleonic Wars : France».
- ↑ Carl Ploetz (1911). Epitome of Ancient, Mediaeval and Modern History. σελ. 473. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2018.
- ↑ Meredith, William George (1829). pp. 105–06
- ↑ Barton, Dunbar Plunket (1930). p. 251
- ↑ Hedvig Elisabet Charlotta, Hedvig Elisabeth Charlottas dagbok. 9, 1812–1817, Norstedt, Stockholm, 1942
- ↑ Berdah, Jean-Francois (2009). p. 39
- ↑ Palmer, Alan (1990). p. 181
- ↑ Barton, Sir Dunbar Plunket (1930). pp. 257–58
- ↑ Berdah, Jean-Francois (2009). pp. 40–41
- ↑ Barton, Sir Dunbar Plunket (1930). p. 259
- ↑ Barton, Sir Dunbar Plunket (1930). p. 265
- ↑ 89,0 89,1 Scott, Franklin D. (1988). p. 307
- ↑ Palmer, Alan (1990). pp. 185–86
- ↑ Favier, Franck (2010). pp. 206–07
- ↑ Griffiths, Tony (2004). p. 19
- ↑ Berdah, Jean-Francois (2009). p. 45
- ↑ Barton, Dunbar (1925). p. 94,
- ↑ Ibid, pp. 101–08.
- ↑ 96,0 96,1 96,2 96,3 «Charles XIV John – king of Sweden and Norway».
- ↑ «Norway – Facts, Points of Interest, Geography, & History».
- ↑ Scott 1962, σελ. 286.
- ↑ Meredith, William George (1829). pp. 311–12
- ↑ Killham, Edward L.(1993). pp. 17–19
- ↑ Agius, Christine (2006). pp. 61–62
- ↑ Wahlbäck, Krister (1986). pp. 7–12
- ↑ 103,0 103,1 103,2 Sjostrom, Olof[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Barton, Sir Dunbar Plunket (1930). p. 374
- ↑ «History of the Royal Palace». www.kongehuset.no (στα Νορβηγικά). Ανακτήθηκε στις 14 Αυγούστου 2018.
- ↑ «King Carl Johan (1763–1844)». www.kongehuset.no (στα Νορβηγικά). Ανακτήθηκε στις 14 Αυγούστου 2018.
- ↑ 107,0 107,1 Palmer 1990, σελ. 248.
- ↑ Alm, Mikael; Johansson, Brittinger (Eds) (2008). p. 12
- ↑ «The Court Journal: Court Circular & Fashionable Gazette». Alabaster, Pasemore & Sons, Limited. 19 Ιουλίου 2018 – μέσω Google Books.
- ↑ Lloyd, John· Mitchinson, John· Harkin, James (2013). 1,339 QI Facts To Make Your Jaw Drop: Fixed Format Layout. Faber & Faber. ISBN 978-0571313211 – μέσω Google Books.
- ↑ Ganzon, Guadalupe Fores-· Mañeru, Luis (19 Ιουλίου 1995). «La Solidaridad». Fundación Santiago – μέσω Google Books.
- ↑ Reading, Mario (2018). The Complete Prophecies of Nostradamus. Sterling Publishing Company, Inc. ISBN 978-1906787394 – μέσω Google Books.
- ↑ «Hexmaster's Factoids: The King's Tattoo». www.faktoider.nu.
- ↑ Pataki, Allison.(2020) "A Queen's Fortune: A Novel of Desiree, Napoleon, and the Dynasty that outlasted the Empire." Ballantine Books, New York (ISBN 978-0-593-12818-3).
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Bernadotte στο Napoleonic Guide (Ναπολεόντιος Οδηγός)