Videos by Vassilios P. Vertoudakis
Books by Vassilios P. Vertoudakis
Este libro trata de una gran época y de un genial filósofopoeta. Se centra en el periodo del neo-... more Este libro trata de una gran época y de un genial filósofopoeta. Se centra en el periodo del neo-humanismo alemán y, en particular, en Friedrich Hölderlin (1770-1843) y su novela Hiperión o el eremita en Grecia (1797-1799). Esta prosa lírico-filosófica recapitula el mundo poético e intelectual de Hölderlin en su totalidad. Todos los ejes de su pensamiento se delatan o prefiguran en Hiperión: Grecia como el lugar de la unidad entre naturaleza y cultura, el deseo de libertad, la experiencia de la belleza como esencia de la verdad, el éxtasis amoroso, la escisión íntima del hombre moderno, las grandes frustraciones y la desolación de la vida. La obra está llena de Grecia-no sólo de la antigua, sino también la moderna-ya que se sitúa en el contexto histórico de la reyerta griega de 1770 como una especie de retorno espiritual del poeta a su inherencia espaciotemporal "natal".
Το δοκίμιο πραγματεύεται μια μεγάλη εποχή κι έναν μεγαλοφυή φιλόσοφο ποιητή. Επιχειρεί να ανατάμε... more Το δοκίμιο πραγματεύεται μια μεγάλη εποχή κι έναν μεγαλοφυή φιλόσοφο ποιητή. Επιχειρεί να ανατάμει την περίοδο του γερμανικού πνεύματος από τον Βίνκελμαν ως τον ύστερο Γκαίτε στο πεδίο όπου η εδραίωση της αυτοσυνειδησίας των Γερμανών ενοφθαλμίζεται καθοριστικά με την «επανανακάλυψη» της αρχαίας Ελλάδας. Το βιβλίο εστιάζει στον Φρήντριχ Χαίλντερλιν (1770–1843) και μάλιστα στο μυθιστόρημά του Υπερίων ή ο ερημίτης στην Ελλάδα, δημοσιευμένο σε δυο μέρη τις χρονιές 1797–99, λίγο πριν από την προϊούσα πνευματική συσκότιση του ποιητή. Το λυρικό και φιλοσοφικό αυτό πεζογράφημα αναχωνεύει ολόκληρο τον ποιητικό και διανοητικό κόσμο του Χαίλντερλιν· όλοι οι άξονες της σκέψης του που φανερώνονται στα ποιήματα και στο δραματικό του έργο εμφιλοχωρούν ή προτυπώνονται στον Υπερίονα: η Ελλάδα ως ο τόπος της ενότητας φύσεως και πολιτισμού, ο πόθος για ελευθερία, ο κολασμός της παντοκρατορίας του Λόγου, η εμπειρία του κάλλους ως ουσίας του αληθούς, ο εκστασιασμός του έρωτα, οι μεγάλες ματαιώσεις και η ερημία του βίου. Το έργο είναι γεμάτο Ελλάδα —όχι όμως μόνο αρχαία αλλά και σύγχρονη— εφόσον σκηνοθετείται στο ιστορικό πλαίσιο της εξέγερσης των «Ορλωφικών» (1770) ως ένα είδος πνευματικής επιστροφής του ποιητή στον «γενέθλιο» χωρόχρονο.
Στον ακόλουθο σύνδεσμο μπορείτε να διαβάσετε ένα μέρος του βιβλίου:
https://issuu.com/gutenbergb... more Στον ακόλουθο σύνδεσμο μπορείτε να διαβάσετε ένα μέρος του βιβλίου:
https://issuu.com/gutenbergbooks/docs/g-aristainetos-erwtikaiepistolai?fbclid=IwAR2mZRWCXPRkDDUd9oUoKx792PecaM2Jq1sKvOahutDjWjVWvY7hrZqFyeY
Μπορεί να φαίνεται σήμερα παράδοξο αλλά ο ερωτικός επιστολογράφος της Ύστερης Αρχαιότητας που είναι γνωστός με το όνομα Αρισταίνετος γνώρισε στην μετα-αναγεννησιακή Δυτική Ευρώπη μεγάλη αναγνωστική επιτυχία. Μετά την editio princeps του 1566, στους επόμενους δυόμισι περίπου αιώνες, έγιναν αλλεπάλληλες εκδόσεις του ελληνικού κειμένου και μεταφράσεις, αρχικά στα Λατινικά και κατόπιν στις μεγάλες εθνικές γλώσσες: Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά και Ιταλικά. Οι λαχταριστές ερωτικές ιστορίες του γοήτευαν, φαίνεται, όχι μόνο τους φιλολόγους αλλά και τους λογοτέχνες και το ευρύτερο λόγιο κοινό –ακόμη και τους ιερωμένους! Η αισθητική του νεο-κλασικισμού, με τα κριτήρια υψηλής λογοτεχνίας και πρωτοτυπίας που θέσπισε, κατελόγισε στον Αρισταίνετο –όπως και σε άλλους όψιμους συγγραφείς της αρχαιότητας– τη μομφή του επιγονισμού και τον απώθησε στο φιλολογικό αρχείο.
Είναι βέβαιο πάντως ότι η περίπτωση του Αρισταίνετου δεν στερείται ενδιαφέροντος: Ένας άγνωστός μας ελληνόφωνος λόγιος της ύστερης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, κοντά στο λυκόφως του αρχαίου κόσμου, όταν ο χριστιανισμός έχει επιβληθεί ως επικρατούσα θρησκεία, γράφει επιστολική λογοτεχνία, ακολουθώντας παλαιά μανιέρα και γλώσσα, με θεματικό άξονα τον έρωτα• και μάλιστα σε μια ποικιλία εκδοχών που ευρίσκονται επί το πλείστον στο εκτός γάμου και μονογαμίας πεδίο. Πραγματεύεται δηλαδή έναν από τους σκληρούς πυρήνες που διαφοροποιούν ιδεολογικά τον ελληνικό κόσμο από εκείνον του χριστιανισμού. Σε μια εποχή κατά την οποία η θρησκεία ανάγεται σε καθοριστικό παράγοντα συγκρότησης της ταυτότητας, ο συγγραφέας μας, τολμηρός και ελευθεριάζων, επιστρέφει στο ελληνικό παρελθόν• προβάλλει τον έρωτα ως τον μεγάλο εξουσιαστή του ανθρώπινου βίου. Αποκλείει, ωστόσο, από τη μυθοπλασία του τον ‘παιδικό’ και τον ομοφυλόφιλο εν γένει έρωτα –σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης όμως, τον υπαινίσσεται συνεχώς. Οι επιστολές του Αρισταίνετου αποτελούν μια μαρτυρία για την λογοτεχνική αισθητική και την ερωτική ηθική της ύστερης αρχαιότητας• εποχής που υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση της δυτικής σεξουαλικότητας.
Στη νεότερη Ελλάδα ο Αρισταίνετος δεν αξιώθηκε μέχρι σήμερα καμία συνολική μελέτη και καμία μεταφραστική δοκιμή. Αν ήθελε ο βιβλιογράφος να σημειώσει οπωσδήποτε κάτι σχετικό, θα σταματούσε στις εξής δύο περιπτώσεις: Το 1803 ο ηπειρώτης ιεροδιδάσκαλος Πολυζώης Κοντός εξέδωσε στη Βιέννη τις σωζόμενες επιστολές του (χωρίς μετάφραση και χωρίς σημειώσεις), ενώ το 1950 ο κλασικός φιλόλογος και εκπαιδευτικός Δημήτριος Τσιρίμπας δημοσίευσε στο περιοδικό Πλάτων ένα εκτεταμένο άρθρο για τις παροιμίες που εμφανίζονται στο έργο του. Το ανά χείρας βιβλίο συνεπώς περιλαμβάνει την πρώτη μετάφραση και τον πρώτο σχολιασμό των επιστολών του Αρισταίνετου στην ελληνική βιβλιογραφία.
Η παρούσα μελέτη φιλοδοξεί να προσφέρει στον αναγνώστη μια συνολική προσέγγιση στον σοφόκλειο Οιδ... more Η παρούσα μελέτη φιλοδοξεί να προσφέρει στον αναγνώστη μια συνολική προσέγγιση στον σοφόκλειο Οιδίποδα Τύραννο, που περιλαμβάνει: α) κατατοπιστική εισαγωγή στην τραγωδία, στην οποία εμπεριέχεται, μεταξύ άλλων, η επισκόπηση όλων των σημαντικών ζητημάτων που απασχόλησαν και απασχολούν τη σχετική με αυτό το δράμα φιλολογική έρευνα, β) το αρχαίο κείμενο της τραγωδίας, γ) μια κατά το δυνατόν πιστή στο πρωτότυπο μετάφραση του αρχαίου κειμένου, η οποία σέβεται ταυτόχρονα τους κανόνες του ρέοντος νεοελληνικού λόγου, δ) αναλυτικά ερμηνευτικά-φιλολογικά σχόλια ανά στίχο, τα οποία βοηθούν τον αναγνώστη κατά τη μελέτη του κειμένου και διαλέγονται γόνιμα με την παλαιότερη και τη σύγχρονη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία, ε) ένα πλούσιο επίμετρο, το οποίο περιέχει τις σχετιζόμενες με τον Οιδίποδα Τύραννο αρχαίες και βυζαντινές πηγές, αρχαία και μεσαιωνικά σχόλια στο δράμα, καθώς επίσης αρχαίες πηγές που διαφωτίζουν το κείμενό μας είτε αποτελώντας σημαντικά παράλληλα κείμενα είτε σχολιάζοντας και ερμηνεύοντάς το.
Der vorliegende Band sammelt —zum ersten Mal weltweit— Nietzsches Thesen zur Philologie (und zu d... more Der vorliegende Band sammelt —zum ersten Mal weltweit— Nietzsches Thesen zur Philologie (und zu den Philologen). Philologie wird hier sowohl als Möglichkeit als auch als praktische Anwendung verstanden. Behandelt werden also Nietzsches theoretische Prinzipien der Wissenschaft, die er tatsächlich studierte (die einzige überhaupt) und auch seine Einstellung zur Philologie bzw. zu den Philologen seiner Zeit. Ausgewählt wurden Fragmente und Aphorismen aus dem ganzen breiten Spektrum von zwanzig schöpferischen Jahren des Philosophen, beginnend mit einem Brief an seinen Freund und Kollegen Paul Deussen aus dem Jahr 1868, als Nietzsche 24 Jahre alt war, bis Ecce homo vom 1888, dem letzten Jahr vor seinem geistigen Zusammenbruch.
Antikeverständnis und Modernekritik bilden eine untrennbare Einheit im Denken Nietzsches bis zum Ende seines bewussten Lebens. Philologie war für ihn kein bloßes Jugendstudium, sondern der hermeneutische Ausgangspunkt seiner eigenen Weltanschauung und Kulturkritik. Er wendete sich nicht von der Philologie ab, um sich der Philosophie zuzuwenden — vielmehr entwickelte sich seine Philologie eigentlich zur Philosophie.
Τὸ ἀνὰ χεῖρας βιβλίο περιλαμβάνει τὴν πρώτη —διεθνῶς— σταχυολόγηση τῶν θέσεων τοῦ Νίτσε γιὰ τὴ Φιλολογία (καὶ τοὺς θεράποντές της). Ἡ Φιλολογία στὴν περίπτωση αὐτὴ νοεῖται ὡς δυνατότητα καὶ ὡς πραγματικότητα. Ἐνσωματώνονται δηλαδὴ οἱ θεωρητικὲς ἀρχὲς τοῦ Νίτσε γιὰ τὴν ἐπιστήμη —τὴ μοναδικὴ ἐπιστήμη— ποὺ σπούδασε ἀλλὰ καὶ τὸ πῶς ἔβλεπε τὴ Φιλολογία καὶ τοὺς φιλολόγους τοῦ καιροῦ του. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν ἀποσπασμάτων καὶ τῶν ἀφορισμῶν ἔγινε ἀπὸ ἕνα μεγάλο εὖρος ἔργων του ποὺ ἐκτείνεται σὲ ὅλη τὴν παραγωγικὴ εἰκοσαετία του: ἀπὸ μία ἐπιστολὴ στὸν φίλο καὶ συμφοιτητή του Πάουλ Ντόυσεν τοῦ 1868, ὅταν ὁ Νίτσε ἦταν 24 ἐτῶν, ὣς τὸ Ecce homo τοῦ 1888, τελευταίας χρονιᾶς πρὶν ἀπὸ τὴν πνευματική του κατάρρευση.
Κατανόηση τῆς Ἀρχαιότητας καὶ κριτικὴ τῆς Νεωτερικότητας παραμένουν ἀδιαχώριστα αἰτήματα στὴ σκέψη τοῦ Νίτσε ὣς τὸ τέλος τοῦ συνειδητοῦ βίου του. Ἡ Φιλολογία δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἐπιστήμη ποὺ σπούδασε στὰ νιάτα του ἀλλὰ ἑρμηνευτικὸς μοχλὸς ὅλης τῆς δικῆς του κοσμοθεώρησης καὶ πολιτισμικῆς κριτικῆς. Δὲν ἐγκατέλειψε τὴ Φιλολογία γιὰ νὰ μεταστραφεῖ στὴ Φιλοσοφία — ἡ φιλοσοφία του ἦταν ἐξέλιξη τῆς φιλολογίας του.
The subject of this monograph is the 8th book of Anthologia Palatina (AP), which includes 254 epi... more The subject of this monograph is the 8th book of Anthologia Palatina (AP), which includes 254 epigrams of Gregory of Nazianzus. The Cappadocian poet and Church Father as an epigrammatist of the AP is connected with two peculiarities. The first one is that he participates in this poetic collection with the largest, by far, number of epigrams. So, a paradox appears: in a mostly secular anthology the quantitative predominance belongs to a Christian poet. The second singularity lies in the fact that Gregory’s epigrams in a very unique way do not diffuse into various books of AP, as is the usual practice in this collection, but exclusively compose a continuous and massive block, the 8th book.
The object of this study is the systematic examination of form and content of these epigrams. Gregory’s emotional background, topics, language, style, and intertextuality in his epigrammatic poetry are analyzed. The incorporation process of the epigrams into a mainly secular poetical collection, such as AP, is thoroughly explored, as well.
Es ist die außerordentliche Fülle an Epigrammen, die sich auf Kreta und auf Personen der kretisch... more Es ist die außerordentliche Fülle an Epigrammen, die sich auf Kreta und auf Personen der kretischen Mythologie beziehen, die dem Forscher der Anthologia Graeca auffällt. Es sind zwar beiläufige Bemerkungen gemacht worden (Ph.E. Legrand, H. van Effenterre, M. Launey, A. Köhnken), an einer ausführlichen Studie und Interpretation dieses Phänomens fehlt es jedoch. Gegenstand dieser Dissertation sind diejenigen altgriechischen Epigramme, in denen literarische Topoi erwähnt werden, die sich auf Kreta und deren Einwohner beziehen, wie auch jene, in denen mythologische Gestalten der kretischen Königsfamilie auftreten.
Ο τόμος φιλοδοξεί να προσφέρει στον αναγνώστη ένα πολύτιμο εργαλείο εμβάθυνσης στο πλατωνικό κείμ... more Ο τόμος φιλοδοξεί να προσφέρει στον αναγνώστη ένα πολύτιμο εργαλείο εμβάθυνσης στο πλατωνικό κείμενο αναπαράγοντας την ερμηνευτική έκδοση του Ι. Συκουτρή και εμπλουτίζοντάς την με στοιχεία που θα συμπληρώνουν την εικόνα για το πλατωνικό έργο και θα ενημερώνουν για τις νέες τάσεις της διεθνούς έρευνας. Τα αναλυτικά προλεγόμενα τοποθετούν τη μνημειώδη —όπως έχει χαρακτηριστεί— έκδοση στο ιστορικό της πλαίσιο, αναδεικνύουν την προσωπικότητα του Ιωάννη Συκουτρή και τη μυθολογία που αναπτύχθηκε στο πέρασμα των χρόνων στην ελληνική λογιοσύνη γύρω από το εν λόγω βιβλίο και τον συγγραφέα του. Με τον τρόπο αυτό το αναγνωστικό κοινό μπορεί να εντάξει το Συμπόσιο στη συνολική εργογραφία του Συκουτρή και να κατανοήσει καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο εκείνος προσέγγισε τον μεγάλο αυτόν ερωτικό διάλογο και την πλατωνική φιλοσοφία εν γένει. Στα προλεγόμενα, παρέχονται επίσης πληροφορίες για την αρχαία και τη μεσαιωνική παράδοση του πλατωνικού Συμποσίου, καθώς και μια εκτεταμένη βιβλιογραφία, η οποία προσφέρει στον αναγνώστη πλήρη εποπτεία της ερευνητικής επιστημονικής δραστηριότητας των τελευταίων εννέα περίπου δεκαετιών, από την ανατυπούμενη έκδοση έως σήμερα.
LATER GREEK LITERATURE: IMPERIAL PERIOD – LATE ANTIQUITY – EARLY BYZANTIUM, Athens 2019, pp. 900.... more LATER GREEK LITERATURE: IMPERIAL PERIOD – LATE ANTIQUITY – EARLY BYZANTIUM, Athens 2019, pp. 900.
A rich selection of authors, genres and works from the first to the mid-seventh centuries AD, offering representative passages in the original Greek and in Modern Greek translation, with substantial introductions and commentaries.
Η αυτοκρατορική περίοδος, η ύστερη αρχαιότητα και η πρώιµη βυζαντινή εποχή συνιστούν µια γοητευτική και ιδιαιτέρως ελκυστική περιοχή της παλαιότερης ελληνικής γραµµατείας, η οποία δεν έχει ακόµη καταστεί ευρύτερα γνωστή στην έκταση και στον βαθµό που θα της άξιζε. Πρόκειται για το χρονικό διάστηµα από τη Nαυµαχία του Ακτίου (31 π.Χ.) έως περίπου το τέλος του εβδόµου αιώνα µ.Χ. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε αφενός από την τελευταία µεγάλη άνθηση της ελληνικής εθνικής (παγανιστικής) λογοτεχνίας στο κρατικό πλαίσιο της ρωµαϊκής πλέον αυτοκρατορίας, αφετέρου από την παράλληλη εµφάνιση και ραγδαία ανάπτυξη της χριστιανικής γραµµατείας, η σηµασία της οποίας ολοένα µεγάλωνε µε το πέρασµα των αιώνων. Στο σύνολό της, η ελληνική γραµµατεία των αυτοκρατορικών χρόνων, της ύστερης αρχαιότητας και του πρώιµου Βυζαντίου συγκροτεί µια ρωµαλέα, εκτεταµένη και συχνότατα ρηξικέλευθη πνευµατική παραγωγή, η οποία βρίσκεται σε γόνιµο διάλογο µε την παράδοση, την οποία και ανανεώνει µε ποικίλους τρόπους. Παράλληλα, η ελληνική γραµµατεία της περιόδου αυτής προσφέρει πολύτιµες πληροφορίες για την κρίσιµη περίοδο µετάβασης του ελληνισµού από την αρχαία στη µεσαιωνική φάση της ύπαρξής του.
Ο τόμος αυτός επιχειρεί να προσφέρει ένα έγκυρο βοήθημα για τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής γραμμ... more Ο τόμος αυτός επιχειρεί να προσφέρει ένα έγκυρο βοήθημα για τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής γραμματείας κατά τους ελληνιστικούς και αυτοκρατορικούς χρόνους, δηλαδή την περίοδο από τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το 323 π.Χ., έως το τέλος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που σηματοδοτείται από το διάταγμα του Διοκλητιανού για την τετραρχία (το 293 μ.Χ.) και τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Κωνσταντινούπολη από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο (το 330 μ.Χ).
Παρότι και οι δύο αυτές περίοδοι παρουσιάζουν, ως προς τη γραμματειακή παραγωγή τους, αρκετά κοινά χαρακτηριστικά (με βασικότερο την εξάπλωση και την κυριαρχία της ελληνικής παιδείας), εμφανίζουν όμως και σημαντικές διαφορές έτσι ώστε να επιβάλλεται, από μεθοδολογική άποψη, η εξέτασή τους σε δύο διαφορετικές ενότητες.
Στην ενότητα που αφιερώνεται στην ελληνιστική περίοδο εξετάζονται οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λογοτεχνίας της περιόδου: Καλλίμαχος, Θεόκριτος, Απόλλωνιος ο Ρόδιος, επιγραμματοποιοί, Πολύβιος, όπως επίσης και εκπρόσωποι της επιστημονικής γραμματείας: Θεόφραστος, Ευκλείδης, Αρίσταρχος, και μαθηματικά επιγράμματα. Τα κεφάλαια 1.1. και 1.2.1.-1.2.6. συνέγραψε ο Βασίλειος Βερτουδάκης, ενώ το 1.2.7. η Αθηνά Μπάζου.
Στην ενότητα που αφιερώνεται στην αυτοκρατορική εποχή εξετάζονται οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λογοτεχνίας της περιόδου: Λουκιανός, Διογένης Λαέρτιος, Δίων από την Προύσα (Χρυσόστομος), Πλούταρχος, Φλάβιος Φιλόστρατος, Αίλιος Αριστείδης, όπως επίσης και εκπρόσωποι της επιστημονικής γραμματείας: Στράβων, Πτολεμαίος, Γαληνός. Τα κεφάλαια 2.1.1., 2.1.3.-2.1.6. και 2.2.1.-2.2.5. συνέγραψε ο Μενέλαος Χριστόπουλος, ενώ τα 2.1.2. και 2.2.6.-2.2.7. η Αθηνά Μπάζου. Τα κεφάλαια 1.3. και 2.3. περιλαμβάνουν Παράρτημα τα αποσπάσματα από τα αρχαία κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν.
Papers by Vassilios P. Vertoudakis
Athens Review of Books 163 (Ιούλ.-Αύγ. 2024) 25-28
Πρακτικά συνεδρίου του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, 17-19 Δεκεμβρίου 2023
Νέα Εστία, Αφιέρωμα: Κλασικά Γράμματα, τόμ. 187, τεύχ. 1893, Δεκ. 2022, σσ. 732-740
In: Cyprus in Texts from Graeco-Roman Antiquity, edited by K. Carvounis / A. Gavrielatos / G. Kar... more In: Cyprus in Texts from Graeco-Roman Antiquity, edited by K. Carvounis / A. Gavrielatos / G. Karla / A. Papathomas, Leiden / Boston: Brill, 2023, pp. 311-325
Uploads
Videos by Vassilios P. Vertoudakis
Books by Vassilios P. Vertoudakis
https://issuu.com/gutenbergbooks/docs/g-aristainetos-erwtikaiepistolai?fbclid=IwAR2mZRWCXPRkDDUd9oUoKx792PecaM2Jq1sKvOahutDjWjVWvY7hrZqFyeY
Μπορεί να φαίνεται σήμερα παράδοξο αλλά ο ερωτικός επιστολογράφος της Ύστερης Αρχαιότητας που είναι γνωστός με το όνομα Αρισταίνετος γνώρισε στην μετα-αναγεννησιακή Δυτική Ευρώπη μεγάλη αναγνωστική επιτυχία. Μετά την editio princeps του 1566, στους επόμενους δυόμισι περίπου αιώνες, έγιναν αλλεπάλληλες εκδόσεις του ελληνικού κειμένου και μεταφράσεις, αρχικά στα Λατινικά και κατόπιν στις μεγάλες εθνικές γλώσσες: Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά και Ιταλικά. Οι λαχταριστές ερωτικές ιστορίες του γοήτευαν, φαίνεται, όχι μόνο τους φιλολόγους αλλά και τους λογοτέχνες και το ευρύτερο λόγιο κοινό –ακόμη και τους ιερωμένους! Η αισθητική του νεο-κλασικισμού, με τα κριτήρια υψηλής λογοτεχνίας και πρωτοτυπίας που θέσπισε, κατελόγισε στον Αρισταίνετο –όπως και σε άλλους όψιμους συγγραφείς της αρχαιότητας– τη μομφή του επιγονισμού και τον απώθησε στο φιλολογικό αρχείο.
Είναι βέβαιο πάντως ότι η περίπτωση του Αρισταίνετου δεν στερείται ενδιαφέροντος: Ένας άγνωστός μας ελληνόφωνος λόγιος της ύστερης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, κοντά στο λυκόφως του αρχαίου κόσμου, όταν ο χριστιανισμός έχει επιβληθεί ως επικρατούσα θρησκεία, γράφει επιστολική λογοτεχνία, ακολουθώντας παλαιά μανιέρα και γλώσσα, με θεματικό άξονα τον έρωτα• και μάλιστα σε μια ποικιλία εκδοχών που ευρίσκονται επί το πλείστον στο εκτός γάμου και μονογαμίας πεδίο. Πραγματεύεται δηλαδή έναν από τους σκληρούς πυρήνες που διαφοροποιούν ιδεολογικά τον ελληνικό κόσμο από εκείνον του χριστιανισμού. Σε μια εποχή κατά την οποία η θρησκεία ανάγεται σε καθοριστικό παράγοντα συγκρότησης της ταυτότητας, ο συγγραφέας μας, τολμηρός και ελευθεριάζων, επιστρέφει στο ελληνικό παρελθόν• προβάλλει τον έρωτα ως τον μεγάλο εξουσιαστή του ανθρώπινου βίου. Αποκλείει, ωστόσο, από τη μυθοπλασία του τον ‘παιδικό’ και τον ομοφυλόφιλο εν γένει έρωτα –σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης όμως, τον υπαινίσσεται συνεχώς. Οι επιστολές του Αρισταίνετου αποτελούν μια μαρτυρία για την λογοτεχνική αισθητική και την ερωτική ηθική της ύστερης αρχαιότητας• εποχής που υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση της δυτικής σεξουαλικότητας.
Στη νεότερη Ελλάδα ο Αρισταίνετος δεν αξιώθηκε μέχρι σήμερα καμία συνολική μελέτη και καμία μεταφραστική δοκιμή. Αν ήθελε ο βιβλιογράφος να σημειώσει οπωσδήποτε κάτι σχετικό, θα σταματούσε στις εξής δύο περιπτώσεις: Το 1803 ο ηπειρώτης ιεροδιδάσκαλος Πολυζώης Κοντός εξέδωσε στη Βιέννη τις σωζόμενες επιστολές του (χωρίς μετάφραση και χωρίς σημειώσεις), ενώ το 1950 ο κλασικός φιλόλογος και εκπαιδευτικός Δημήτριος Τσιρίμπας δημοσίευσε στο περιοδικό Πλάτων ένα εκτεταμένο άρθρο για τις παροιμίες που εμφανίζονται στο έργο του. Το ανά χείρας βιβλίο συνεπώς περιλαμβάνει την πρώτη μετάφραση και τον πρώτο σχολιασμό των επιστολών του Αρισταίνετου στην ελληνική βιβλιογραφία.
Antikeverständnis und Modernekritik bilden eine untrennbare Einheit im Denken Nietzsches bis zum Ende seines bewussten Lebens. Philologie war für ihn kein bloßes Jugendstudium, sondern der hermeneutische Ausgangspunkt seiner eigenen Weltanschauung und Kulturkritik. Er wendete sich nicht von der Philologie ab, um sich der Philosophie zuzuwenden — vielmehr entwickelte sich seine Philologie eigentlich zur Philosophie.
Τὸ ἀνὰ χεῖρας βιβλίο περιλαμβάνει τὴν πρώτη —διεθνῶς— σταχυολόγηση τῶν θέσεων τοῦ Νίτσε γιὰ τὴ Φιλολογία (καὶ τοὺς θεράποντές της). Ἡ Φιλολογία στὴν περίπτωση αὐτὴ νοεῖται ὡς δυνατότητα καὶ ὡς πραγματικότητα. Ἐνσωματώνονται δηλαδὴ οἱ θεωρητικὲς ἀρχὲς τοῦ Νίτσε γιὰ τὴν ἐπιστήμη —τὴ μοναδικὴ ἐπιστήμη— ποὺ σπούδασε ἀλλὰ καὶ τὸ πῶς ἔβλεπε τὴ Φιλολογία καὶ τοὺς φιλολόγους τοῦ καιροῦ του. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν ἀποσπασμάτων καὶ τῶν ἀφορισμῶν ἔγινε ἀπὸ ἕνα μεγάλο εὖρος ἔργων του ποὺ ἐκτείνεται σὲ ὅλη τὴν παραγωγικὴ εἰκοσαετία του: ἀπὸ μία ἐπιστολὴ στὸν φίλο καὶ συμφοιτητή του Πάουλ Ντόυσεν τοῦ 1868, ὅταν ὁ Νίτσε ἦταν 24 ἐτῶν, ὣς τὸ Ecce homo τοῦ 1888, τελευταίας χρονιᾶς πρὶν ἀπὸ τὴν πνευματική του κατάρρευση.
Κατανόηση τῆς Ἀρχαιότητας καὶ κριτικὴ τῆς Νεωτερικότητας παραμένουν ἀδιαχώριστα αἰτήματα στὴ σκέψη τοῦ Νίτσε ὣς τὸ τέλος τοῦ συνειδητοῦ βίου του. Ἡ Φιλολογία δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἐπιστήμη ποὺ σπούδασε στὰ νιάτα του ἀλλὰ ἑρμηνευτικὸς μοχλὸς ὅλης τῆς δικῆς του κοσμοθεώρησης καὶ πολιτισμικῆς κριτικῆς. Δὲν ἐγκατέλειψε τὴ Φιλολογία γιὰ νὰ μεταστραφεῖ στὴ Φιλοσοφία — ἡ φιλοσοφία του ἦταν ἐξέλιξη τῆς φιλολογίας του.
The object of this study is the systematic examination of form and content of these epigrams. Gregory’s emotional background, topics, language, style, and intertextuality in his epigrammatic poetry are analyzed. The incorporation process of the epigrams into a mainly secular poetical collection, such as AP, is thoroughly explored, as well.
A rich selection of authors, genres and works from the first to the mid-seventh centuries AD, offering representative passages in the original Greek and in Modern Greek translation, with substantial introductions and commentaries.
Η αυτοκρατορική περίοδος, η ύστερη αρχαιότητα και η πρώιµη βυζαντινή εποχή συνιστούν µια γοητευτική και ιδιαιτέρως ελκυστική περιοχή της παλαιότερης ελληνικής γραµµατείας, η οποία δεν έχει ακόµη καταστεί ευρύτερα γνωστή στην έκταση και στον βαθµό που θα της άξιζε. Πρόκειται για το χρονικό διάστηµα από τη Nαυµαχία του Ακτίου (31 π.Χ.) έως περίπου το τέλος του εβδόµου αιώνα µ.Χ. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε αφενός από την τελευταία µεγάλη άνθηση της ελληνικής εθνικής (παγανιστικής) λογοτεχνίας στο κρατικό πλαίσιο της ρωµαϊκής πλέον αυτοκρατορίας, αφετέρου από την παράλληλη εµφάνιση και ραγδαία ανάπτυξη της χριστιανικής γραµµατείας, η σηµασία της οποίας ολοένα µεγάλωνε µε το πέρασµα των αιώνων. Στο σύνολό της, η ελληνική γραµµατεία των αυτοκρατορικών χρόνων, της ύστερης αρχαιότητας και του πρώιµου Βυζαντίου συγκροτεί µια ρωµαλέα, εκτεταµένη και συχνότατα ρηξικέλευθη πνευµατική παραγωγή, η οποία βρίσκεται σε γόνιµο διάλογο µε την παράδοση, την οποία και ανανεώνει µε ποικίλους τρόπους. Παράλληλα, η ελληνική γραµµατεία της περιόδου αυτής προσφέρει πολύτιµες πληροφορίες για την κρίσιµη περίοδο µετάβασης του ελληνισµού από την αρχαία στη µεσαιωνική φάση της ύπαρξής του.
Παρότι και οι δύο αυτές περίοδοι παρουσιάζουν, ως προς τη γραμματειακή παραγωγή τους, αρκετά κοινά χαρακτηριστικά (με βασικότερο την εξάπλωση και την κυριαρχία της ελληνικής παιδείας), εμφανίζουν όμως και σημαντικές διαφορές έτσι ώστε να επιβάλλεται, από μεθοδολογική άποψη, η εξέτασή τους σε δύο διαφορετικές ενότητες.
Στην ενότητα που αφιερώνεται στην ελληνιστική περίοδο εξετάζονται οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λογοτεχνίας της περιόδου: Καλλίμαχος, Θεόκριτος, Απόλλωνιος ο Ρόδιος, επιγραμματοποιοί, Πολύβιος, όπως επίσης και εκπρόσωποι της επιστημονικής γραμματείας: Θεόφραστος, Ευκλείδης, Αρίσταρχος, και μαθηματικά επιγράμματα. Τα κεφάλαια 1.1. και 1.2.1.-1.2.6. συνέγραψε ο Βασίλειος Βερτουδάκης, ενώ το 1.2.7. η Αθηνά Μπάζου.
Στην ενότητα που αφιερώνεται στην αυτοκρατορική εποχή εξετάζονται οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λογοτεχνίας της περιόδου: Λουκιανός, Διογένης Λαέρτιος, Δίων από την Προύσα (Χρυσόστομος), Πλούταρχος, Φλάβιος Φιλόστρατος, Αίλιος Αριστείδης, όπως επίσης και εκπρόσωποι της επιστημονικής γραμματείας: Στράβων, Πτολεμαίος, Γαληνός. Τα κεφάλαια 2.1.1., 2.1.3.-2.1.6. και 2.2.1.-2.2.5. συνέγραψε ο Μενέλαος Χριστόπουλος, ενώ τα 2.1.2. και 2.2.6.-2.2.7. η Αθηνά Μπάζου. Τα κεφάλαια 1.3. και 2.3. περιλαμβάνουν Παράρτημα τα αποσπάσματα από τα αρχαία κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν.
Papers by Vassilios P. Vertoudakis
https://issuu.com/gutenbergbooks/docs/g-aristainetos-erwtikaiepistolai?fbclid=IwAR2mZRWCXPRkDDUd9oUoKx792PecaM2Jq1sKvOahutDjWjVWvY7hrZqFyeY
Μπορεί να φαίνεται σήμερα παράδοξο αλλά ο ερωτικός επιστολογράφος της Ύστερης Αρχαιότητας που είναι γνωστός με το όνομα Αρισταίνετος γνώρισε στην μετα-αναγεννησιακή Δυτική Ευρώπη μεγάλη αναγνωστική επιτυχία. Μετά την editio princeps του 1566, στους επόμενους δυόμισι περίπου αιώνες, έγιναν αλλεπάλληλες εκδόσεις του ελληνικού κειμένου και μεταφράσεις, αρχικά στα Λατινικά και κατόπιν στις μεγάλες εθνικές γλώσσες: Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά και Ιταλικά. Οι λαχταριστές ερωτικές ιστορίες του γοήτευαν, φαίνεται, όχι μόνο τους φιλολόγους αλλά και τους λογοτέχνες και το ευρύτερο λόγιο κοινό –ακόμη και τους ιερωμένους! Η αισθητική του νεο-κλασικισμού, με τα κριτήρια υψηλής λογοτεχνίας και πρωτοτυπίας που θέσπισε, κατελόγισε στον Αρισταίνετο –όπως και σε άλλους όψιμους συγγραφείς της αρχαιότητας– τη μομφή του επιγονισμού και τον απώθησε στο φιλολογικό αρχείο.
Είναι βέβαιο πάντως ότι η περίπτωση του Αρισταίνετου δεν στερείται ενδιαφέροντος: Ένας άγνωστός μας ελληνόφωνος λόγιος της ύστερης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, κοντά στο λυκόφως του αρχαίου κόσμου, όταν ο χριστιανισμός έχει επιβληθεί ως επικρατούσα θρησκεία, γράφει επιστολική λογοτεχνία, ακολουθώντας παλαιά μανιέρα και γλώσσα, με θεματικό άξονα τον έρωτα• και μάλιστα σε μια ποικιλία εκδοχών που ευρίσκονται επί το πλείστον στο εκτός γάμου και μονογαμίας πεδίο. Πραγματεύεται δηλαδή έναν από τους σκληρούς πυρήνες που διαφοροποιούν ιδεολογικά τον ελληνικό κόσμο από εκείνον του χριστιανισμού. Σε μια εποχή κατά την οποία η θρησκεία ανάγεται σε καθοριστικό παράγοντα συγκρότησης της ταυτότητας, ο συγγραφέας μας, τολμηρός και ελευθεριάζων, επιστρέφει στο ελληνικό παρελθόν• προβάλλει τον έρωτα ως τον μεγάλο εξουσιαστή του ανθρώπινου βίου. Αποκλείει, ωστόσο, από τη μυθοπλασία του τον ‘παιδικό’ και τον ομοφυλόφιλο εν γένει έρωτα –σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης όμως, τον υπαινίσσεται συνεχώς. Οι επιστολές του Αρισταίνετου αποτελούν μια μαρτυρία για την λογοτεχνική αισθητική και την ερωτική ηθική της ύστερης αρχαιότητας• εποχής που υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση της δυτικής σεξουαλικότητας.
Στη νεότερη Ελλάδα ο Αρισταίνετος δεν αξιώθηκε μέχρι σήμερα καμία συνολική μελέτη και καμία μεταφραστική δοκιμή. Αν ήθελε ο βιβλιογράφος να σημειώσει οπωσδήποτε κάτι σχετικό, θα σταματούσε στις εξής δύο περιπτώσεις: Το 1803 ο ηπειρώτης ιεροδιδάσκαλος Πολυζώης Κοντός εξέδωσε στη Βιέννη τις σωζόμενες επιστολές του (χωρίς μετάφραση και χωρίς σημειώσεις), ενώ το 1950 ο κλασικός φιλόλογος και εκπαιδευτικός Δημήτριος Τσιρίμπας δημοσίευσε στο περιοδικό Πλάτων ένα εκτεταμένο άρθρο για τις παροιμίες που εμφανίζονται στο έργο του. Το ανά χείρας βιβλίο συνεπώς περιλαμβάνει την πρώτη μετάφραση και τον πρώτο σχολιασμό των επιστολών του Αρισταίνετου στην ελληνική βιβλιογραφία.
Antikeverständnis und Modernekritik bilden eine untrennbare Einheit im Denken Nietzsches bis zum Ende seines bewussten Lebens. Philologie war für ihn kein bloßes Jugendstudium, sondern der hermeneutische Ausgangspunkt seiner eigenen Weltanschauung und Kulturkritik. Er wendete sich nicht von der Philologie ab, um sich der Philosophie zuzuwenden — vielmehr entwickelte sich seine Philologie eigentlich zur Philosophie.
Τὸ ἀνὰ χεῖρας βιβλίο περιλαμβάνει τὴν πρώτη —διεθνῶς— σταχυολόγηση τῶν θέσεων τοῦ Νίτσε γιὰ τὴ Φιλολογία (καὶ τοὺς θεράποντές της). Ἡ Φιλολογία στὴν περίπτωση αὐτὴ νοεῖται ὡς δυνατότητα καὶ ὡς πραγματικότητα. Ἐνσωματώνονται δηλαδὴ οἱ θεωρητικὲς ἀρχὲς τοῦ Νίτσε γιὰ τὴν ἐπιστήμη —τὴ μοναδικὴ ἐπιστήμη— ποὺ σπούδασε ἀλλὰ καὶ τὸ πῶς ἔβλεπε τὴ Φιλολογία καὶ τοὺς φιλολόγους τοῦ καιροῦ του. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν ἀποσπασμάτων καὶ τῶν ἀφορισμῶν ἔγινε ἀπὸ ἕνα μεγάλο εὖρος ἔργων του ποὺ ἐκτείνεται σὲ ὅλη τὴν παραγωγικὴ εἰκοσαετία του: ἀπὸ μία ἐπιστολὴ στὸν φίλο καὶ συμφοιτητή του Πάουλ Ντόυσεν τοῦ 1868, ὅταν ὁ Νίτσε ἦταν 24 ἐτῶν, ὣς τὸ Ecce homo τοῦ 1888, τελευταίας χρονιᾶς πρὶν ἀπὸ τὴν πνευματική του κατάρρευση.
Κατανόηση τῆς Ἀρχαιότητας καὶ κριτικὴ τῆς Νεωτερικότητας παραμένουν ἀδιαχώριστα αἰτήματα στὴ σκέψη τοῦ Νίτσε ὣς τὸ τέλος τοῦ συνειδητοῦ βίου του. Ἡ Φιλολογία δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἐπιστήμη ποὺ σπούδασε στὰ νιάτα του ἀλλὰ ἑρμηνευτικὸς μοχλὸς ὅλης τῆς δικῆς του κοσμοθεώρησης καὶ πολιτισμικῆς κριτικῆς. Δὲν ἐγκατέλειψε τὴ Φιλολογία γιὰ νὰ μεταστραφεῖ στὴ Φιλοσοφία — ἡ φιλοσοφία του ἦταν ἐξέλιξη τῆς φιλολογίας του.
The object of this study is the systematic examination of form and content of these epigrams. Gregory’s emotional background, topics, language, style, and intertextuality in his epigrammatic poetry are analyzed. The incorporation process of the epigrams into a mainly secular poetical collection, such as AP, is thoroughly explored, as well.
A rich selection of authors, genres and works from the first to the mid-seventh centuries AD, offering representative passages in the original Greek and in Modern Greek translation, with substantial introductions and commentaries.
Η αυτοκρατορική περίοδος, η ύστερη αρχαιότητα και η πρώιµη βυζαντινή εποχή συνιστούν µια γοητευτική και ιδιαιτέρως ελκυστική περιοχή της παλαιότερης ελληνικής γραµµατείας, η οποία δεν έχει ακόµη καταστεί ευρύτερα γνωστή στην έκταση και στον βαθµό που θα της άξιζε. Πρόκειται για το χρονικό διάστηµα από τη Nαυµαχία του Ακτίου (31 π.Χ.) έως περίπου το τέλος του εβδόµου αιώνα µ.Χ. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε αφενός από την τελευταία µεγάλη άνθηση της ελληνικής εθνικής (παγανιστικής) λογοτεχνίας στο κρατικό πλαίσιο της ρωµαϊκής πλέον αυτοκρατορίας, αφετέρου από την παράλληλη εµφάνιση και ραγδαία ανάπτυξη της χριστιανικής γραµµατείας, η σηµασία της οποίας ολοένα µεγάλωνε µε το πέρασµα των αιώνων. Στο σύνολό της, η ελληνική γραµµατεία των αυτοκρατορικών χρόνων, της ύστερης αρχαιότητας και του πρώιµου Βυζαντίου συγκροτεί µια ρωµαλέα, εκτεταµένη και συχνότατα ρηξικέλευθη πνευµατική παραγωγή, η οποία βρίσκεται σε γόνιµο διάλογο µε την παράδοση, την οποία και ανανεώνει µε ποικίλους τρόπους. Παράλληλα, η ελληνική γραµµατεία της περιόδου αυτής προσφέρει πολύτιµες πληροφορίες για την κρίσιµη περίοδο µετάβασης του ελληνισµού από την αρχαία στη µεσαιωνική φάση της ύπαρξής του.
Παρότι και οι δύο αυτές περίοδοι παρουσιάζουν, ως προς τη γραμματειακή παραγωγή τους, αρκετά κοινά χαρακτηριστικά (με βασικότερο την εξάπλωση και την κυριαρχία της ελληνικής παιδείας), εμφανίζουν όμως και σημαντικές διαφορές έτσι ώστε να επιβάλλεται, από μεθοδολογική άποψη, η εξέτασή τους σε δύο διαφορετικές ενότητες.
Στην ενότητα που αφιερώνεται στην ελληνιστική περίοδο εξετάζονται οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λογοτεχνίας της περιόδου: Καλλίμαχος, Θεόκριτος, Απόλλωνιος ο Ρόδιος, επιγραμματοποιοί, Πολύβιος, όπως επίσης και εκπρόσωποι της επιστημονικής γραμματείας: Θεόφραστος, Ευκλείδης, Αρίσταρχος, και μαθηματικά επιγράμματα. Τα κεφάλαια 1.1. και 1.2.1.-1.2.6. συνέγραψε ο Βασίλειος Βερτουδάκης, ενώ το 1.2.7. η Αθηνά Μπάζου.
Στην ενότητα που αφιερώνεται στην αυτοκρατορική εποχή εξετάζονται οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της λογοτεχνίας της περιόδου: Λουκιανός, Διογένης Λαέρτιος, Δίων από την Προύσα (Χρυσόστομος), Πλούταρχος, Φλάβιος Φιλόστρατος, Αίλιος Αριστείδης, όπως επίσης και εκπρόσωποι της επιστημονικής γραμματείας: Στράβων, Πτολεμαίος, Γαληνός. Τα κεφάλαια 2.1.1., 2.1.3.-2.1.6. και 2.2.1.-2.2.5. συνέγραψε ο Μενέλαος Χριστόπουλος, ενώ τα 2.1.2. και 2.2.6.-2.2.7. η Αθηνά Μπάζου. Τα κεφάλαια 1.3. και 2.3. περιλαμβάνουν Παράρτημα τα αποσπάσματα από τα αρχαία κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν.
This paper is exploring the peculiar –for the Christian West– “double-faced” sexuality of the ancient Greeks in epigrammatic poetry with emphasis on the Late Hellenistic and Imperial period. Platonic dialogues on eros, Phaedrus and especially Symposium, sparked off the creation of a long tradition of erotic literature in which the comparison between love for women and love for boys plays an important role (inter alia Plutarch’s Amatorius, ps.-Lucian’s Amores, Achilles Tatius’ Leucippe and Clitophon 2.35-38).
The topic of the comparison and dilemma between heterosexual sex and paidikos eros is examined in the epigrams of the 5th and 12th books of the Palatine Anthology. Most of them belong to three erotic epigrammatists par excellence, Meleager, Rufinus and Strato, whose poetic speakers have a differentiated sexual orientation. The arguments of both sides are analyzed in detail. Most of these epigrams declare a preference for boys over women. They come from a period in which polis has completely lost the political function of the classical period, and before Christianity is established and enforces its own morality. However, when the motif returns in the 6th century, the preference is reversed. The epigrams of Agathias and Eratosthenes Scholasticus, written during the period of Justinian’s Christian fanaticism and the strict anti-homosexual law, advocate always female love.
This paper aims to explore the German Altertumswissenschaft in the general crisis of science following the shock of World War I (Forman thesis). The defeat of Germany, the sense of decline and diffuse pessimism (Oswald Spengler), the distance from rationalism and the re-emergence of an intuitive neo-romanticism puts into question the vigorous school of philological historicism that dominated in the 19th century (U. von Wilamowitz). The study examines the influence of Friedrich Nietzsche's cultural critique and the philosophy of life movement (Lebensphilosophie) on the young classical scholars who returned from the fronts of the War, the request for evaluation in the territory of the humanities (Geisteswissenschaften) as opposed to the objectivity of the natural sciences (Naturwissenschaften), as well as the critique of scientific positivism by the representatives of aesthetic fundamentalism in the field of literature (George – Kreis). Finally, there are presented the orientations that Altertumswissenschaft received in Germany under the influence of the above developments within the intellectual environment of the Weimar Republic. Particular focus is given to Werner Jaeger's controversial and finally frustrated attempt to revive the ideals of ancient Greek education (Paideia) and to make them living principles of the modern German educational and political process.
The paper opens with a passage from Eusebius (Eccl. Hist. 6.21.3-4), in which a bizarre meeting is described: Julia Mamaea, mother of the Emperor Alexander Severus (222-235 C.E.), invites the already eminent Christian theologian Origen to her court in Antiochia offering him military honors! The intellectual preparation and the symbolic significance of this audience are explored.
In the first part, the paper focuses on the Syrian princesses of the royal family (Julia Domna, Julia Maesa, Julia Mamaea) and investigates their strong influence on the religious policy of the Roman Empire. A syncretism enriched with a lot of oriental features and a spirit of tolerance dominated in this period.
In the second part, the paper focuses on the Alexandrian theologians Clement and in particular Origen, and their efforts to make Christianity compatible with the Greek spirit and the Roman political system as well.
In conclusion, it is claimed that the period of the Severans was decisive for the sweeping changes that took place in the Empire a century later. Religious toleration, increasing role of the Orient, dissemination of Christianity through a highly Hellenizing word contributed to the future evolutions: the transportation of the capital to the East and the transformation of the Christianity to a ruling power.
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ΠΜΣ Κλασική Φιλολογία, Πέμπτη 1-12-2022, ώρα 17.00
Η ομιλία θα γίνει με τηλε-διάσκεψη. Σύνδεσμος: https://teams.microsoft.com/l/meetup-join/19%3a2ee5e9f4e7a740a9ac3a431b93a19612%40thread.tacv2/1669705573349?context=%7b%22Tid%22%3a%2208bea52a-5ad3-4627-9549-5ff3a65676be%22%2c%22Oid%22%3a%22da5aa748-f96b-4b8f-8103-8f22f895d501%22%7d
Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016, ώρα 13.00, Σπουδαστήριο Κλασικής Φιλολογίας (αίθουσα 745), Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών.
Ταξιδεύουμε σε διάφορες χώρες του εξωτερικού, ανοίγουμε πολλές «δύσκολες» βιβλιοθήκες, με σπάνια χειρόγραφα, παπύρους και πολλά πολύτιμα βιβλία τα οποία βλέπει για πρώτη φορά το κοινό. Χώροι, όπως μοναστήρια, εργαστήρια συντήρησης, μουσεία και αποθήκες με καλά κρυμμένα μυστικά, ανοίγουν τις πόρτες τους και μας αποκαλύπτουν σπάνια κείμενα κειμήλια, τα οποία επιβίωσαν μέσα στους αιώνες χάρη στο πείσμα και την προσπάθεια χιλιάδων ανθρώπων.
Ο Θοδωρής Παπακώστας, παρουσιαστής της σειράς, είναι αρχαιολόγος με ιδιαίτερη ματιά και γνώση πάνω στο θέμα. Μαζί του, ταξιδεύουμε παντού και μιλάμε με φιλόλογους, παλαιογράφους, και ιστορικούς.
Οι ειδικοί, φωτίζουν τις περιπέτειες των κειμένων ανά τους αιώνες, παρουσιάζουν τα μέσα και τις τεχνικές που επιστρατεύτηκαν από εποχή σε εποχή για τη διάσωση της γραπτής μας κληρονομιάς και μας αφηγούνται συναρπαστικές ιστορίες ανθρώπων και χειρογράφων.
Υ.Γ.: Το ορθογραφικό λάθος που θα εντοπίσει ο αναγνώστης δεν οφείλεται στον συντάκτη του κειμένου αλλά στην αυθαίρετη αυτοκρατορία του «διορθωτή» της εφημερίδας.