terni

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
terni < tern- + -i
ρήμα terni
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας ternas ternanta ternata
αόριστος ternis terninta ternita
μέλλοντας ternos ternonta ternota
υποθετική ternus - -
προστακτική ternu - -

terni (eo)