salt
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
ενικός
πληθυντικός
salt
salts
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
salt
(en)
αλάτι
(
χημεία
)
άλας
Υπώνυμα
[
επεξεργασία
]
(
χημεία
)
soda
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Χημεία (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
አማርኛ
العربية
Asturianu
Azərbaycanca
Banjar
বাংলা
Brezhoneg
Català
ᏣᎳᎩ
Corsu
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
فارسی
Suomi
Føroyskt
Français
Gaeilge
Galego
Gaelg
हिन्दी
Hrvatski
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Íslenska
Italiano
日本語
La .lojban.
ქართული
Қазақша
ភាសាខ្មែរ
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Кыргызча
Latina
Lëtzebuergesch
Limburgs
Lombard
ລາວ
Lietuvių
Latviešu
Malagasy
Māori
Македонски
മലയാളം
Монгол
ဘာသာမန်
မြန်မာဘာသာ
Dorerin Naoero
Nederlands
Norsk
Occitan
Oromoo
Polski
Português
Română
Русский
Sängö
Srpskohrvatski / српскохрватски
Simple English
Slovenčina
Gagana Samoa
Српски / srpski
Sunda
Svenska
Kiswahili
தமிழ்
తెలుగు
Тоҷикӣ
ไทย
Türkçe
Українська
اردو
Oʻzbekcha / ўзбекча
Vèneto
Tiếng Việt
Volapük
Walon
中文
閩南語 / Bân-lâm-gú