posta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
posta | poste |
posta (it)
- το ταχυδρομείο
ενικός | πληθυντικός |
posta | poste |
posta (it)