il

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: il-

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
il < λατινική illī

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /il/
 

Αντωνυμία

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
il ils

il (fr) αρσενικό