grafo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | grafo | grafoj |
αιτιατική | grafon | grafojn |
grafo (eo)
- ο κόμης
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | grafo | grafoj |
αιτιατική | grafon | grafojn |
grafo (eo)