dev
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- dev: → δείτε κάτω από τους ορισμούς
Συντομομορφή
[επεξεργασία]dev (en) συντομογραφία, πληθυντικός: devs
Παράγωγα
[επεξεργασία]
Τουρκικά (tr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]dev (tr)
- ο γίγαντας
- ο κολοσσός
- (αργκό) ο μπάτσος (αστυνομικός)
Πηγές
[επεξεργασία]- dev - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν
- dev - Türk Dil Kurumu, μονόγλωσσο τουρκικό Λεξικό @sozluk.gov.tr