désinfectant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- désinfectant < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | désinfectant | désinfectants |
θηλυκό | désinfectante | désinfectantes |
désinfectant (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
désinfectant | désinfectants |
désinfectant (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- το απολυμαντικό προϊόν