Tag
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Tag (de) αρσενικό
- η μέρα
- guten Tag! - καλημέρα!
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- Tag und Nacht - νύχτα μέρα
- es ist Tag und Nacht auf - είναι ανοιχτά νύχτα μέρα (ολόκληρο το εικοσιτετράωρο)
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- tagaus
- Tagdienst
- Tagebau
- Tagebuch
- Tagedieb
- Tagegeld
- tagein
- tagelang
- tagen
- Tagesablauf
- Tagesanbruch
- Tagesausflug
- Tagescreme
- Tagesdecke
- Tagesfahrt
- Tageskarte
- Tageskasse
- Tageskurs
- Tageslicht
- Tageslichtprojektor
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Tag αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Tag < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Tag αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]