LMAO
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Συντομομορφή
[επεξεργασία]LMAO (en) αρκτικόλεξο
- (διαδικτυακή αργκό) σκάω στα γέλια, πεθαίνω από το γέλιο κ.λπ.
- (κυριολεκτικά) γελάω τόσο πολύ που μου φεύγει ο πισινός
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]σε άλλες γλώσσες: