χάνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χάνω < κληρονομημένο από τη μεσαιωνική ελληνική χάνω < μεσαιωνικά ελληνικά ἔχασα, ἐχάσα κατά το σχήμα έφθασα-φθάνω, έπιασα-πιάνω, < ελληνιστική κοινή αόριστος *ἐχάωσα (απαρέμφατο χαῶσαι) - *χαώνω του ρήματος χαόω - χαῶ < χάος[1][2]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈxa.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χά‐νω
ομόηχο: χάνο

χάνω, αόρ.: έχασα, παθ.φωνή: χάνομαι, π.αόρ.: χάθηκα, μτχ.π.π.: χαμένος

  1. παύω να έχω κάτι
    ⮡  Έχασε μια περιουσία στο χρηματιστήριο.
    1. (για υλικά αντικείμενα) παύω να έχω κάτι και δεν ξέρω πού βρίσκεται
      ⮡  Έχασα ξανά τα κλειδιά, μήπως ξέρεις πού τα άφησα;
    2. (μεταφορικά)
      ⮡  Δεν αξίζει να χάνεις τον ύπνο σου γι' αυτό.
      ⮡  Με τον τρόπο που χειρίστηκε την υπόθεση, έχασε την ευκαιρία να καθαρίσει το όνομά του.
     αντώνυμα: βρίσκω
  2. δεν καταφέρνω να εκτελέσω μια ενέργεια
    ⮡  Έχασα το τελευταίο επεισόδιο της αγαπημένης μου σειρά στην τηλεόραση.
    1. δεν προλαβαίνω κάτι
      ⮡  Άργησε τόσο πολύ που έχασε το τρένο κι αναγκάστηκε να περιμένει το επόμενο.
  3. παύω να έχω επαφή με κάποιο πρόσωπο
    1. λόγω τεχνικών προβλημάτων
      ⮡  Κάνει διακοπές το τηλέφωνο και σε χάνω.
    2. λόγω μετακίνησης σε μακρινό τόπο, απομόνωσης ή άλλων συνθηκών
      ⮡  Μετά από αυτό το γράμμα που μας έστειλε τον χάσαμε.
    3. λόγω θανάτου
      ⮡  Ο φίλος μας έχασε τον πατέρα του.
  4. ηττώμαι σε αθλητικό ή άλλο αγώνα, δεν είμαι ο νικητής
    ⮡  Έχασε το κρίσιμο ματς η εθνική και δεν πέρασε στον ημιτελικό.
     αντώνυμα: κερδίζω, νικώ

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. χάνω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  • χάνωΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)