Μετάβαση στο περιεχόμενο

Οψιανός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο οψιανός και οψιδιανός είναι πέτρωμα που προέρχεται από ηφαιστειογενείς περιοχές νεαρής γεωλογικά ηλικίας. Είναι πέτρωμα όξινο, σκουρόχρωμο με υαλώδη υφή (θεωρείται φυσικό γυαλί) και χρησιμοποιήθηκε εξαιτίας της σύστασης και ανθεκτικότητάς του, ήδη από τα τέλη της Ανώτερης Παλαιολιθικής περιόδου για την κατασκευή λεπίδων με κοφτερές ακμές, που χρησίμευαν ως μαχαίρια, ξέστρες και ξυράφια. Ενώ στη διεθνή βιβλιογραφία έχει επικρατήσει ο όρος «οψιδιανός» (obsidian), στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται και οι δυο όροι, ο όρος «οψιδιανός» συχνότερα (αλλά όχι αποκλειστικά) από όσους έχουν σχέση με γεωλογικές επιστήμες και ο όρος «οψιανός» συχνότερα από τους αρχαιολόγους[1].

Φυσικά χαρακτηριστικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο οψιδιανός ανήκει στους Ηφαιστίτες, δηλαδή στα ηφαιστειακά πετρώματα. Τα όξινα ηφαιστειακά πετρώµατα συχνά παρουσιάζουν πορφυριτικό ιστό, ενώ δεν λείπουν και οι ποικιλίες µε αφυρικό (µη πορφυριτικό) ή υαλώδη ιστό. Ο υαλώδης ιστός οφείλεται στη μεγάλη περιεκτικότητα του µάγµατος σε διοξείδιο του πυριτίου SiO2, µε αποτέλεσµα το ιξώδες να είναι τόσο μεγάλο, ώστε να εµποδίζεται η ιοντική διάχυση και η ανάπτυξη των κρυστάλλων. Αυτό το φυσικό γυαλί, ωστόσο, είναι ασταθές και µε την πάροδο του γεωλογικού χρόνου µεταπίπτει σε κρυσταλλική κατάσταση. Η τυπική του σκληρότητα είναι 5 έως 5,5. και το ειδικό βάρος του περίπου 2,6.

Στις περιπτώσεις όπου το όξινο µάγµα ψύχεται πάρα πολύ γρήγορα (υπέρψυξη), προκύπτουν πετρώµατα τα οποία αποτελούνται σχεδόν εξ ολοκλήρου από ύαλο, όπως είναι ο οψιδιανός και η κίσσηρις. Ο οψιδιανός εµφανίζει στιλπνό µαύρο χρώµα και συνήθως κογχώδη θραύση. Λόγω της σχετικά μεγάλης σκληρότητάς του και της εύκολης επεξεργασίας του, χρησιµοποιήθηκε κατά την προϊστορική εποχή ως εργαλείο. Ο οψιδιανός περιέχει λιγότερο από 1% κατά βάρος νερό, διότι το µάγµα, από το οποίο προέρχεται, κατά την έκχυσή του στην επιφάνεια της Γης ή σε μικρό βάθος από αυτήν έχει αρκετά υψηλές θερµοκρασίες (750-950°) και δεν µπορεί να συγκρατήσει πολύ νερό. Υαλώδη πετρώµατα, τα οποία έχουν προσροφήσει νερό μέχρι 5% oνοµάζονται περλίτες και παρουσιάζουν τη χαρακτηριστική περλιτική υφή. Τόσο ο οψιδιανός όσο και οι περλίτες είναι δυνατόν να περιέχουν φαινοκρυστάλλους χαλαζία, σανιδίνου, ολιγοκλάστου και άλλων ορυκτών. Σε υαλώδεις παραλλαγές εµφανίζεται και η σφαιρολιθική υφή. Σε ορισμένους ρυολίθους η υαλώδης θεμελιώδης µάζα αποτελείται σχεδόν ολοκληρωτικά από σφαιρολίθους.

Αιχμή βέλους.
Οψιανός από τη Μήλο που βρέθηκε κοντά στην Κνωσό.

Οι πηγές οψιανού στην ανατολική Μεσόγειο είναι λιγοστές και εντοπίζονται σε μερικά νησιά του Αιγαίου, όπως είναι η Μήλος, η Αντίπαρος, η Νίσυρος και το Γυαλί. Ο οψιανός της Μήλου χρησιμοποιήθηκε εξαιτίας της σκληρότητάς του από τους κατοίκους του Αιγαίου στην εποχή του Λίθου και στην εποχή του Χαλκού για την κατασκευή εργαλείων και όπλων (αιχμές βελών). Αντίθετα, ο οψιανός από το Γυαλί –περισσότερο εύθραυστος και ακατάλληλος για λεπτή επεξεργασία– χρησιμοποιήθηκε στην ύστερη εποχή του Χαλκού για την κατασκευή λίθινων αγγείων.

Ο οψιανός εκτός από την κατασκευή εργαλείων χρησιμοποιήθηκε και για διακοσμητικούς σκοπούς, γιατί ως γυαλί μπορεί να παρουσιάζει διαφορετική εμφάνιση ανάλογα με τον τρόπο που κόβεται.

Σελίδα από το Παγκόσμιο Λεξικό (Lexicon Universale) του Γιόχαν Τζέικομπ Χόφμαν (Johann Jacob Hofmann, 1635-1706).

Το όνομα του οψιανού απαντάται πρώτη φορά στην εγκυκλοπαιδική συλλογή Φυσική Ιστορία (Naturalis historiae, 77 μ.Χ.), του Πλίνιου του πρεσβυτέρου, όπου αναφέρεται ότι τον ανακάλυψε κάποιος με το όνομα Όψιος (Obsius) στην Αιθιοπία. Αναφέρει επίσης ορισμένες χαρακτηριστικές λεπτομέρειες για τον οψιανό, όπως ότι επρόκειτο για μαύρο γυαλί μεγάλης πυκνότητας, που αντανακλά τη λάμψη και ότι μπορούσε να χρησιμεύσει ως σκίαστρο. Ο Πλίνιος γράφει ότι από αυτό κατασκεύαζαν σφραγιδόλιθους, καθώς και ότι ο αυτοκράτορας Αύγουστος είχε αφιερώσει στον Ναό της Ομόνοιας στη Ρώμη ομοιώματα ελεφάντων από οψιανό. Ως τοποθεσίες που βρίσκεται καταγράφει ότι ο Ξενοκράτης (πιθανώς ο Ξενοκράτης της Αφροδισιάδος της Κιλικίας τον οποίο ανέφερε συχνά) ανέφερε ότι οψιανός βρίσκεται στην Ινδία και στο Σάμνιο (Samnium) της νότιας Ιταλίας και προς τη μεριά του ωκεανού στην Ισπανία (πιθανώς μιλά για την Ισπανία από την πλευρά του Ατλαντικού).

Liber XXXVI[2]

In genere vitri et obsiana numerantur ad similitudinem lapidis, quem in Aethiopia invenit Obsius, nigerrimi coloris, aliquando et tralucidi, crassiore visu atque in speculis parietum pro imagine umbras reddente. gemmas multi ex eo faciunt; vidimus et solidas imagines divi Augusti capaci materia huius crassitudinis, dicavitque ipse pro miraculo in templo Concordiae obsidianos IIII elephantos.

remisit et Tiberius Caesar Heliopolitatum caerimoniis repertam in hereditate Sei eius, qui praefuerat Aegypto, obsianam imaginem Menelai, ex qua apparet antiquior materiae origo, nunc vitri similitudine interpolata. Xenocrates obsianum lapidem in India et in Samnio Italiae et ad oceanum in Hispania tradit nasci.

Σε ελεύθερη απόδοση στα νεοελληνικά:

«Μεταξύ των διαφόρων ειδών υάλων, μπορούμε να συμπεριλάβουμε επίσης τον Οψιανό, ένα υλικό παρόμοιο με τον λίθο που ανακάλυψε ο Όψιος στην Αιθιοπία. Αυτός ο λίθος είναι πολύ σκούρου χρώματος και μερικές φορές διαφανής, αλλά θαμπός στη θέαση, και αντανακλά, όταν τοποθετείται ως καθρέφτης στους τοίχους, τη σκιά του αντικειμένου παρά την εικόνα [ενν. είδωλο]. Πολλοί τον χρησιμοποιούν για κοσμήματα, και εγώ ο ίδιος έχω δει συμπαγή αγάλματα, από αυτό το υλικό, του αείμνηστου αυτοκράτορα Αυγούστου, πολύ μεγάλου πάχους. Αυτός ο πρίγκιπας αφιέρωσε, στον Ναό της Ομόνοιας, ως κάτι εξαιρετικό, τέσσερις φιγούρες ελεφάντων κατασκευασμένες από λίθο Οψιανού.

»Ο Τιβέριος Καίσαρας, επίσης, επανέφερε στους κατοίκους της Ηλιούπολης, ως αντικείμενο τελετουργικής λατρείας, μια εικόνα σε αυτόν τον λίθο, που είχε βρεθεί ανάμεσα στην ιδιοκτησία που άφησε ένας από τους αξιωματούχους (præfects) της Αιγύπτου. Ήταν μια φιγούρα του Μενελάου, κάτι που αποδεικνύει ότι η χρήση αυτού του υλικού είναι πολύ αρχαιότερη από ό,τι πιστεύεται γενικά, συγχεόταν με το γυαλί, όπως συμβαίνει σήμερα, λόγω της ομοιότητάς του. Ο Ξενοκράτης αναφέρει ότι ο Οψιανός λίθος βρίσκεται επίσης στην Ινδία, και στο Σάμνιο στην Ιταλία, και ότι είναι φυσικό προϊόν της Ισπανίας, στις ακτές που συνορεύουν με τον Ωκεανό [σ.σ. μάλλον η σημερινή Πορτογαλία].»

Liber XXXVII[3]

De opsiano lapide diximus priore libro. inveniuntiir et gemmae eodem nomine ac colore non solum in Aethiopia Indiaque, sed etiam in Samnio et, ut aliqui putant, in Hispania litoribus eius oceani.

Έχουμε μιλήσει για τον λίθο οψιάνο στο προηγούμενο βιβλίο. Βρίσκουμε επίσης πολύτιμους λίθους με το ίδιο όνομα και χρώμα όχι μόνο στην Αιθιοπία και την Ινδία, αλλά και στο Σάμνιο και, όπως νομίζουν ορισμένοι, στις ακτές αυτού του ωκεανού στην Ισπανία.

Σε άλλες εκδόσεις αναφέρεται ως «Οψιανός» (obsianus) και σε άλλες ως «Οψιδιανός» (obsidianus) που αποκάλυψε ο Όψιος ή Οψίδιος (Obsidius). Στο Παγκόσμιο Λεξικό (Lexicon Universale) του Γιόχαν Τζέικομπ Χόφμαν (Johann Jacob Hofmann, 1635-1706), αναφέρεται ως «οψιδιανός, και οψιανός λίθος» (OBSIDIANUS, vei OPSIANUS Lapis), όπως φαίνεται στην αντίστοιχη εικόνα.

Σήμερα στη διεθνή ορολογία έχει παραμείνει ως οψιδιανός (obsidian). Στην Ελλάδα βρίσκονται σε χρήση και οι δυο όροι, οψιανός και οψιδιανός[1].

  1. 1,0 1,1 «Το Μουσείο Μεταλλευμάτων της Μήλου φιλοξενεί τη συλλογή οψιδιανού του λαογράφου Ζαφείρη Βάου». Express.gr. 6 Σεπτεμβρίου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2011.  «Οι γεωλόγοι χρησιμοποιούν την ... οψιδιανός. Οι αρχαιολόγοι την ... οψιανός» «..δύο ονομασίες του ορυκτού.. είναι και οι δύο «σωστές».»
  2. LacusCurtius • Pliny the Elder's Natural History — Book 36
  3. http://la.wikisource.org/wiki/Naturalis_Historia_-_Liber_XXXVII#.5B65.5D

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]