Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιγκόρ Γκλούστσεβιτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Προσωπικές πληροφορίες
Πλήρες όνομαIgor Gluščević
Ημερ. γέννησης30 Μαρτίου 1974
Τόπος γέννησηςΜπούντβα, ΣΟΔ Γιουγκοσλαβίας
Ύψος1,90 μ.
ΘέσηΕπιθετικός
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1992-1994Μόγκρεν59(20)
1992-1994Βοϊβοντίνα46(7)
1994-1996Εξτρεμαδούρα57(26)
1994-1996Σεβίλλη30(6)
1999-2000Άρης Θεσσαλονίκης (δανεικός)32(10)
2000–2003Ουτρέχτη84(39)
2003–2004Σπάρτα Πράγας18(3)
2004-2006Φίτεσε36(6)
2006 Σαντόνγκ Λουνένγκ7(1)
2007-2008Χεράκλες Άλμελο38(7)
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα και έχουν ανανεωθεί έως 15:39, 3 Μαρτίου 2024.

† Συμμετοχές (Γκολ).

‡ Οι συμμετοχές και τα γκολ στις εθνικές ομάδες έχουν ανανεωθεί έως 15:39, 3 Μαρτίου 2024.

Ο Ιγκόρ Γκλούστσεβιτς (σέρβικα: Игор Глушчевић, γεννήθηκε στις 30 Μαρτίου 1974 στη Μπούντβα της ΣΟΔ Γιουγκοσλαβίας και είναι Μαυροβούνιος παλαίμαχος ποδοσφαιριστής και νυν μάνατζερ παικτών.

Ο Γκλούστσεβιτς, γέννημα-θρέμμα της Μπούντβα, ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα στην τοπική Μόγκρεν όπου σε 59 συμμετοχές πέτυχε 20 τέρματα. Η Βοϊβοντίνα διέκρινε την επιθετική του δεινότητα και τον απέκτησε. Στο Νόβι Σαντ αγωνίστηκε για 2 χρόνια (1994 – 96) και είχε 46 συμμετοχές και 7 γκολ.

Το 1996, σε ηλικία 22 ετών, μεταπήδησε στην Ισπανική Εξτρεμαδούρα, η οποία εκείνη τη σεζόν (1996-97) έκανε το ντεμπούτο του στην Πριμέρα Ντιβισιόν. Η χρονιά κύλησε απογοητευτικά, καθώς η Εξτρεμαδούρα έχασε την κατηγορία και η συνεισφορά του Γκλούστσεβιτς στην ομάδα ήταν ελάχιστη: δύο γκολ σε δεκαοκτώ αγώνες, εκ των οποίων μόνο στα επτά από αυτά ξεκίνησε ως βασικός. Παρ' όλα αυτά, ο Γκλούστσεβιτς συνέχισε για άλλη μια χρονιά στην ομάδα, αυτή τη φορά στη Σεγούντα Ντιβισιόν, και με προπονητή τον Ραφαέλ Μπενίτεθ, σημείωσε 24 γκολ, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην επιστροφή της Εξτρεμαδούρα στην Πριμέρα Ντιβισιόν. Συνολικά με τη φανέλα της Εξτρεμαδούρα κατέγραψε 57 εμφανίσεις και 26 γκολ.

Το καλοκαίρι του 1998, αυτή η επιθετική παραγωγικότητα του παίκτη, τράβηξε την προσοχή της ιστορικής Σεβίλλης, η οποία είχε υποβιβαστεί στην Σεγούντα Ντιβισιόν και προσπαθούσε να επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία. [1] Δεδομένης της άρνησης του διοικητικού συμβουλίου της Εξτρεμαδούρα να διαπραγματευτεί τη μεταγραφή του παίκτη, η Σεβίλλη πλήρωσε 500.000.000 πεσέτες (τη ρήτρα εξαγοράς του παίκτη) και τον απέκτησε. Μακριά από τα στατιστικά της προηγούμενης σεζόν, ο Γκλούστσεβιτς πέτυχε μόνο έξι γκολ σε τριάντα παιχνίδια, αν και η ομάδα του πέτυχε τελικά τον στόχο της ανόδου, μέσω των πλέι οφς. Μάλιστα τη χρονιά αυτή υπήρξε συμπαίκτης με τον Βασίλη Τσιάρτα. [2]

Το καλοκαίρι του 1999, παραχωρήθηκε δανεικός [3] στον Άρης Θεσσαλονίκης και σε μια χρονιά είχε 40 συμμετοχές και 12 γκολ (32 εμφανίσεις και 10 γκολ στο Πρωτάθλημα, 4 εμφανίσεις και 2 γκολ στο Κύπελλο Ελλάδας και 4 εμφανίσεις στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ). Παρά τη θετική του παρουσία, η ομάδα απέτυχε στον βασικό της στόχο, να κερδίσει ένα εισιτήριο για τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και έτσι ο παίκτης αποχαιρέτησε τη Θεσσαλονίκη. [4]

Τον Αύγουστο του 2000, αν και ο ποδοσφαιριστής είχε ακόμη δύο χρόνια συμβόλαιο με τη Σεβίλλη, παραχωρήθηκε έναντι μικρού αντιτίμου στην ολλανδική Ουτρέχτη [5] με τα χρώματα της οποίας πραγματοποίησε τις πιο γόνιμες αγωνιστικές χρονιές του. Στην πρώτη του σεζόν σημείωσε δεκαεννέα τέρματα οδηγώντας την ομάδα στην 5η θέση του βαθμολογικού πίνακα και την κατάκτηση ενός εισιτηρίου για τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.

Την επόμενη σεζόν οδήγησε την Ουτρέχτη ξανά στην 5η θέση αλλά και στον τελικό του κυπέλλου Ολλανδίας. Παρά τα δυο τέρματα που σημείωσε ο Γκλούστσεβιτς στον τελικό εναντίον του Άγιαξ, η ομάδα του Άμστερνταμ ισοφάρισε στο τελευταίο λεπτό της κανονικής διάρκειας του αγώνα και κέρδισε με 3-2 στην παράταση. [6] Τελικά ο τίτλος ήρθε ένα χρόνο αργότερα, το 2003, όταν η Ουτρέχτη νίκησε τη Φέγενορντ με 4-1 στον τελικό, με δύο από τα τέσσερα γκολ να τα σημειώνει ο Γκλούστσεβιτς. [7][8] Συνολικά, ως παίκτης της Ουτρέχτης, από το 2000 ως το 2003 κατέγραψε 84 εμφανίσεις και 39 γκολ.

Ακολούθησε μια χρονιά στην πρωταθλήτρια Τσεχίας Σπάρτα Πράγας με την οποία πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στο Τσάμπιονς Λιγκ και κέρδισε το Κύπελλο Τσεχίας τη σεζόν 2003/04. Στη Σπάρτα υπήρξε συμπαίκτης με τον αδελφό του, Βλάντιμιρ. [9][10] Ωστόσο, δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στη φήμη του δεινού σκόρερ καθώς σημειώνοντας μόνο 3 γκολ σε 18 αγώνες πρωταθλήματος [11]. και σύντομα έχασε τη θέση του στην αρχική ενδεκάδα. Τελικά η Σπάρτα κατέλαβε την 2η θέση στο πρωτάθλημα αλλά κατέκτησε το Κύπελλο, χωρίς όμως ο Γκλούστσεβιτς να αγωνισθεί στον τελικό εναντίον της Μπάνικ Οστράβα (τελικό σκορ 2:1).

Το 2004 επέστρεψε στην Έρεντιβιζι και στην Φίτεσε. Στο Άρνεμ έμεινε 2 χρόνια και κατέγραψε 36 εμφανίσεις και 6 γκολ.

Στην αρχή της σεζόν 2006-07 είχε ένα σύντομο πέρασμα από την κινεζική Σαντόνγκ Λουνένγκ, με την οποία κατέκτησε το εγχώριο Πρωτάθλημα και το κύπελλο.

Τον Ιανουάριο του 2007 o Γκλούστσεβιτς επέστρεψε ξανά στην Ολλανδία και αγωνίστηκε στην Χεράκλες Άλμελο, όπου και ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα, το 2008. [12]

Μετά το τέλος της αθλητικής του σταδιοδρομίας, εργάστηκε ως ανιχνευτής ταλέντων για την Λίβερπουλ και ως μάνατζερ παικτών. [13]

Ο Γκλούστσεβιτς αγωνίστηκε με τη φανέλα της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας μόνο μια φορά, στις 13 Δεκεμβρίου 2000, στο διεθνή φιλικό αγώνα με την Εθνική Ελλάδας (τελικό σκορ 1-1). [14]

Ο μικρότερος αδερφός του Ιγκόρ Γκλούστσεβιτς, ο Βλάντιμιρ Γκλούστσεβιτς, ήταν επίσης ποδοσφαιριστής και επιθετικός. Αγωνίστηκε επίσης με τη Μόγκρεν, τη Σπάρτα Πράγας αλλά και σε διάφορες Ισπανικές ομάδες. Ο γιος του Ιγκόρ Γκλούστσεβιτς, ο Νίκολα, είναι επίσης ποδοσφαριστής και αγωνίζονταν στην FK Kolubara ως επιθετικός. [15]