Βλασφημία
Η ουδέτερη οπτική γωνία αυτού του λήμματος αμφισβητείται. |
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Βλασφημία ονομάζεται οποιαδήποτε λέξη, φράση, η γενικότερα μορφή εκφράσεως, η οποία αναφέρεται με ασέβεια ή και υβρίζει ό,τι θεωρείται θείο από μια ορισμένη (κυρίως θρησκευτική) ομάδα.
Στην Ελλάδα υπήρχε νόμος που απαγόρευε την κακόβουλη βλασφημία αλλά αποσύρθηκε το 2019[1]. Σύμφωνα με το κατηργημένο άρθρο 199 του Ποινικού Κώδικα του 1951 η βλασφημία προέβλεπε φυλάκιση μέχρι και δύο χρόνια. Οι χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης κατήργησαν σταδιακά τις διατάξεις περί βλασφημίας, τιμωρώντας μόνο την προσβολή θρησκευτικών λατρειών. Η βλασφημία τιμωρείται σήμερα ιδίως σε χώρες με μουσουλμανική πλειοψηφία πληθυσμού καθώς και σε χριστιανικές χώρες στην υποσαχάρια Αφρική και στη Λατινική Αμερική, στη Ρωσία, την Ινδία κ.α. επισύροντας σε ορισμένες εξ αυτών των χωρών και θανατική ποινή.
Στην Ελλάδα, διώξεις χρησιμοποιώντας τον νόμο περί βλασφημίας είναι συχνές τόσον αναφορικά με καλλιτέχνες και δημοσιογράφους όσο και σε άτομα που υβρίζουν τα θεία με σκοπό να προσβάλλουν κάποιον.
Σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο, οδηγούσαν τον βλάσφημο έξω από την πόλη και τον λιθοβολούσαν. Οι μάρτυρες έβαζαν το χέρι τους πάνω στο κεφάλι του για να βεβαιώσουν ότι ήταν αυτός και ήταν οι πρώτοι που του έριχναν τις πέτρες. Η πιο σημαντική βλασφημία στο νόμο αυτό ήταν η αναφορά του ονόματος του Θεού.
Τo 2011 η Επιτροπή Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε. δημοσίευσε το Γενικό Σχόλιο αρ. 34, που ορίζει το περιεχόμενο της ελευθερίας της έκφρασης και των περιορισμών της, κατά το Διεθνές Σύμφωνο των Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, με έμφαση στους ανεκτούς περιορισμούς στο Διαδίκτυο. Σύμφωνα με την παράγραφο 48 οι παραπάνω διατάξεις για τα θρησκεύματα δεν θα έπρεπε να υπάρχουν στον Ποινικό Κώδικα, με εξαίρεση την περίπτωση «εθνικού, φυλετικού ή θρησκευτικού μίσους, που απoτελεί υποκίνηση διακρίσεων, εχθρότητας ή βίας» (άρθρο 20 παρ 2 του Διεθνούς Συμφώνου).
Τον Αύγουστο του 2016, η Επιτροπή του ΟΗΕ για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων (CERD) στις καταληκτικές παρατηρήσεις της για την Ελλάδα συνιστά την κατάργηση των άρθρων 198 και 199 περί βλασφημίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με ανάλυση των όρων της Συνθήκης και ειδικά των άρθρων 19 και 20 περί ελευθερίας της έκφρασης, επιτρέπεται στα κράτη να επιβάλλουν περιορισμούς σ' αυτή την ελευθερία όταν αυτό «προβλέπεται από το νόμο». Στα πλαίσια του ΟΗΕ υπήρξε μακρά αντιπαράθεση για το αν η Συνθήκη επιτρέπει περιορισμούς της ελευθερίας του λόγου σε περίπτωση βλασφημίας. Η αντιπαράθεση υπήρξε κυρίως μεταξύ των Δυτικών και των Ισλαμικών κρατών. Σε αναφορά του Ανώτατου Αρμοστή του ΟΗΕ που εξέτασε το θέμα, διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει στη διεθνή νομοθεσία ομοφωνία (consensus) ως προς το θέμα αυτό. Μετά από πρωτοβουλίες ισλαμικών κρατών, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ενέκρινε την απόφαση 13/16 Για την καταπολέμηση της δυσφήμισης των θρησκειών. Εκεί αναγνωρίζει την πιθανή σχέση μεταξύ της δυσφήμισης των θρησκειών και της εμφάνισης επιθετικότητας, μίσους και μη-ανεκτικότητας (άρθρο 1). Στο άρθρο 10 καταδικάζει τη χρήση του τύπου και ηλεκτρονικών ή άλλων μέσων για τη στόχευση θρησκευτικών συμβόλων και ιερών προσώπων. Με την απόφαση αυτή, καλούνται τα κράτη, όχι να επιβάλλουν απαγορεύσεις, αλλά να καταδικάζουν δημοσίως εκφράσεις που προσβάλλουν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Σχετική ανάλυση εκτιμά ότι η εφαρμογή αυτών των μέτρων «είναι το κριτήριο που προσδιορίζει αν οι κυβερνήσεις έχουν σοβαρή πολιτική για να προάγουν την ανεκτικότητα». Σημειώνεται, επίσης, ότι η Ελλάδα έχει προσυπογράψει την ανωτέρω συνθήκη του ΟΗΕ διατυπώνοντας επιφυλάξεις, μεταξύ των οποίων και η διαπίστωση ότι μετά τις ερμηνείες και επιφυλάξεις ορισμένων ισλαμικών κρατών, η συνθήκη καθίσταται μονομερής (δηλαδή δεν δεσμεύει όλα τα συμβαλλόμενα κράτη). Παρόμοια άποψη πρόσθεσαν υπό μορφή επιφύλαξης και άλλα κράτη.
Σε σχέση με τις διαφορετικές αντιλήψεις περί βλασφημίας ή προσβολής θρησκευτικών προσώπων που επικρατούν στην Ευρώπη, έχει εκδοθεί κοινή δήλωση της ΕΕ και του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας (OIC), της Αραβικής Ένωσης και της Επιτροπής της Αφρικανικής Ένωσης όπου αναφέρεται ότι "Ενώ αναγνωρίζεται πλήρως η ελευθερία της έκφρασης, πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να γίνονται σεβαστοί όλοι οι προφήτες, ανεξάρτητα από τη θρησκεία στην οποία ανήκουν".
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ελληνική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- P. Dartvelle et al. Οι επίγειοι προστάτες του Θεού. Βλασφημία και ελευθρία. Αθήνα, Εφημερίδα των Συντακτών, 2018
- Λήμμα «Βλασφημία», Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν, Εκδοτικός Οίκος Ελευθερουδάκης ΑΕ, 1928
- Αποφυγή της βλασφημίας, Αποστολική Διακονία, Έτος 49ον, 16 Δεκ. 2001, αρ. φύλλου 50 (2533)
- https://web.archive.org/web/20170124091455/https://greekhelsinki.files.wordpress.com/2017/01/letter-to-yannakaki-on-ending-greek-blasphemy-laws-6-1-2017-final-greek.pdf
Η ποινικοποίηση της βλασφημίας, Ελευθεροτυπία, 2/4/2000
Σε άλλες γλώσσες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Maledicta: The International Journal of Verbal Aggression (ISSN US 0363-3659)
- Levy, L. Blasphemy. Chapel Hill, 1993.
- Plate, S. Brent Blasphemy: Art that Offends (London: Black Dog Publishing, 2006) ISBN 1904772536
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ https://www.efsyn.gr/node/198921 Οι «Συριζαίοι» που «συνωμότησαν» για τους Ποινικούς Κώδικες]