Το φέσι είναι τύπος καλύμματος της κεφαλής με κυλινδρικό σχήμα, επίπεδη κορυφή και χωρίς γείσο, φτιαγμένο από μαλλί (τσόχα ή κιλίμι) και το οποίο μπορεί να φέρει φούντα. Στις αραβικές χώρες είναι γνωστό και ως ταρμπούς. Το όνομά του το πήρε από την μαροκινή πόλη Φεζ, όπου φτιαχνόταν,[1] αλλά η προέλευσή του δεν είναι γνωστή. Το φέσι γνώριζε ευρεία διάδοση στον μουσουλμανικό κόσμο (και ιδίως στην Οθωμανική Αυτοκρατορία) μέχρι τον 20ό αιώνα[2] και αποτελεί τμήμα της ενδυμασίας των Ευζώνων (και αποκαλείται φάριο ή φάρεο).

Κόκκινο φέσι με φούντα
 
Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ μετά την ενδυματολογική μεταρρύθμιση.

Η προέλευση του φεσιού και του ταρμπούς δεν είναι γνωστή. Μπορεί να προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα,[2][3][4] τα Βαλκάνια[2] ή την πόλη Φεζ στο Μαρόκο, από την οποία πήρε και το όνομά του και όπου παρασκευαζόταν η βαφή η οποία χρωμάτιζε τα φέσια.[5] Το φέσι είναι τμήμα της παραδοσιακής φορεσιάς της Κύπρου. Παραδοσιακά, οι γυναίκες φορούσαν κόκκινο φέσι αντί για μαντήλι και οι άντρες ένα μαύρο ή κόκκινο καπέλο χωρίς γείσο.[6] Σε περιήγησή του στην Κύπρο το 1811, ο Τζον Πίνκερτον περιγράφει το φέσι, ως τη σωστή ελληνική ενδυμασία.[7]

Το 1826, ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διέλυσε του Γενίτσαρους και προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις στις ένοπλες δυνάμεις. Ο εκσυγχρονισμένος στρατός υιοθέτησε στολές δυτικού τύπου, και για κάλυμμα κεφαλής το φέσι. Το 1829, ο Σουλτάνος διέταξε τους δημόσιους υπαλλήλους να φορούν απλό φέσι, ενώ απαγόρευσε το τουρμπάνι.[8] Η πρόθεση ήταν ο πληθυσμός να εξαναγκαστεί να φορέσει φέσι και το σχέδιο απέδωσε. Το χωρίς γείσο φέσι ήταν καθαρότερο από το τουρμπάνι και επίσης δεν εμπόδιζε την προσευχή.[2] Η υιοθέτηση του φεσιού ήταν ένα μέτρο ισότητας, το οποίο αντικατέστησε τους περίπλοκους νόμους σχετικά με την υπόδειξη της τάξης, θρησκείας και επαγγέλματος. Αν και οι έμποροι και οι τεχνίτες γενικά απέρριψαν το φέσι,[9] αυτό έγινε σύμβολο του εκσυγχρονισμού στην Εγγύς Ανατολή, με αποτέλεσμα να υιοθετηθεί και από άλλα κράτη (όπως το Ιράν το 1873).[8]

Όμως, αν και αρχικά σύμβολο του οθωμανικού εκσυγχρονισμού, το φέσι έγινε με τον καιρό τμήμα της ανατολίτικης πολιτισμικής ταυτότητας. Θεωρούμενο εξωτικό και ρομαντικό στη δύση, αποτέλεσε αντικείμενο μόδας για τους άντρες στις Ηνωμένες Πολιτείες και στο Ηνωμένο Βασίλειο στις αρχές του 20ού αιώνα. Το φέσι είχε γίνει παραδοσιακό σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ το απαγόρευσε στην Τουρκιά το 1925, ως τμήμα των εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεών του.[10] Το 1958, το φέσι καταργήθηκε από τον Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ και στην Αίγυπτο, η οποία τότε ήταν η μεγαλύτερη παραγωγός φεσιών. Εξακολουθούν να παράγονται φέσια στην Αίγυπτο, αλλά για τουριστική κατανάλωση.[5] Σήμερα, το μόνο μουσουλμανικό κράτος που διατηρεί το φέσι ως τμήμα της επίσημης ενδυμασίας είναι το Μαρόκο, όπου αποτελεί σύμβολο αντίστασης στους Γάλλους.[2]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. «Φέσι». Λεξικό Τριανταφυλλίδη. Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα. Ανακτήθηκε στις 31 Ιουλίου 2016. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 CHRIS HEDGES (22 Μαρτίου 1995). «Fez Journal; Last Refuge of the Tall Tasseled Ottoman Hat». New York Times. http://www.nytimes.com/1995/03/22/world/fez-journal-last-refuge-of-the-tall-tasseled-ottoman-hat.html. Ανακτήθηκε στις 31 Ιουλίου 2016. 
  3. «Tarboosh». Encyclopædia Britannica. Ανακτήθηκε στις 31 Ιουλίου 2016. 
  4. Hilda Amphlett (2012). Hats: A History of Fashion in Headwear. Courier Corporation. σελ. 212. ISBN 0486136582. 
  5. 5,0 5,1 Beverly Chico (2013). Hats and Headwear around the World: A Cultural Encyclopedia: A Cultural Encyclopedia. ABC-CLIO. σελ. 175. ISBN 9781610690638. 
  6. Spilling, Michael (1999). Cyprus. σελ. 55. ISBN 978-0-7614-0978-6. .
  7. Pinkerton, John (1811). A General Collection of the Best and Most Interesting Voyages and Travels in All Parts of the World: Many of Which Are Now First Translated Into English; Digested on a New Plan. σελίδες 591–2. .
  8. 8,0 8,1 Jirousek, Charlotte (2005). «Islamic Clothing». Encyclopedia of Islam. New York: Macmillan. .
  9. Quataert, Donald (August 1997). «Clothing Laws, State, and Society in the Ottoman Empire, 1720–1829». International Journal of Middle East Studies 29 (3): 403–25. doi:10.1017/s0020743800064837. http://www.jstor.org/stable/164587. Ανακτήθηκε στις 30 November 2014. .
  10. Deringil, Selim (January 1993). «The Invention of Tradition as Public Image in the Late Ottoman Empire, 1808 to 1908». Comparative Studies in Society and History 35 (1): 9. https://archive.org/details/sim_comparative-studies-in-society-and-history_1993-01_35_1/page/9. .