στερεοελλαδίτικα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Η εκτυπώσιμη έκδοση δεν υποστηρίζεται πλέον και μπορεί να έχει σφάλματα μορφοποίησης. Παρακαλούμε ενημερώστε τους σελιδοδείκτες του περιηγητή σας και παρακαλούμε χρησιμοποιήστε εναλλακτικά την προεπιλεγμένη λειτουργία εκτύπωσης του περιηγητή σας.
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα στερεοελλαδίτικα
      γενική των στερεοελλαδίτικων
    αιτιατική τα στερεοελλαδίτικα
     κλητική στερεοελλαδίτικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

στερεοελλαδίτικα < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου στερεοελλαδίτικος

Ουσιαστικό

στερεοελλαδίτικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

στερεοελλαδίτικα