αρχαϊσμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ από el-κλίση-'ουρανός σε el-κλίση-'αγρός |
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις |
||
Γραμμή 10: | Γραμμή 10: | ||
===={{συγγενικά}}==== |
===={{συγγενικά}}==== |
||
*{{βλ|αρχαΐζω|αρχή}} |
*{{βλ|αρχαΐζω|αρχή}} |
||
{{clear}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
Αναθεώρηση της 01:05, 30 Μαΐου 2021
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αρχαϊσμός < (ελληνιστική κοινή) ἀρχαϊσμός
Ουσιαστικό
αρχαϊσμός αρσενικό
- τάση του να χρησιμοποιεί κάποιος λέξεις ή άλλα λεκτικά στοιχεία της γλώσσας του τα οποία υπήρχαν σε αρχαιότερη μορφή της ή τα οποία μιμούνται αυτήν την παλαιότερη μορφή
Συγγενικά
Μεταφράσεις
αρχαϊσμός
|