Φλαμένκο
Το φλαμένκο[1] (ισπ. Flamenco) είναι ένας ισπανικός χορός που αφορά ένα είδος μουσικής και χορού, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά τον 19ο αιώνα.
Το φλαμένκο ενσωματώνει μια σύνθετη μουσική και πολιτισμική παράδοση. Προήλθε αρχικά από την περιφέρεια της Ανδαλουσίας, όπου αναπτύχθηκε σαν ξεχωριστή υποκουλτούρα με κέντρα τη Σεβίλλη, το Κάδιξ και τη Μάλαγα, στη συνέχεια όμως εξελίχτηκε σε χαρακτηριστικό κομμάτι του πολιτισμού ολόκληρης της Ισπανίας, ενσωματώνοντας και μετασχηματίζοντας λαϊκά μουσικά στοιχεία σε διαφοροποιημένες μουσικές φόρμες και από άλλες περιφέρειες, όπως η Μούρθια κι η Εξτρεμαδούρα.
Είναι γενικότερα παραδεκτό ότι το φλαμένκο δημιουργήθηκε από τη μοναδική συνύπαρξη και μείξη της αραβικής, ανδαλουσιανής, σεφαρδιτικής και τσιγγάνικης κουλτούρας στην περιοχή της Ανδαλουσίας πριν και μετά τη Ρεκονκίστα (Ανακατάληψη), την ιστορική δηλαδή περίοδο κατά την οποία οι Χριστιανοί βασιλείς ανακατέκτησαν την Ισπανία από τους Μουσουλμάνους. Χαρακτηριστικό μουσικό όργανο είναι η κιθάρα φλαμένκο.
Το 2010 η UNESCO συμπεριέλαβε το φλαμένκο στον Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας ύστερα από σχετική αίτηση της Ισπανίας.[2]
Γενικά στοιχεία
ΕπεξεργασίαΤο φλαμένκο αναδύθηκε από τα κατώτερα κοινωνικά επίπεδα της Ανδαλουσίας κι έτσι του εξέλιπε το καλλιτεχνικό κύρος των μορφών τέχνης που αναπτύσσονταν και ήταν δημοφιλή εκείνη την περίοδο στη μεσαία και ανώτερη κοινωνική τάξη. Τα τραγούδια τους είναι κυρίως αυτοσχεδιασμοί που αποτυπώνουν τις διάφορες δυσκολίες που πέρασε ο λαός τους κατά τη διάρκεια των αιώνων[3]. Βασικό στοιχείο της καλλιτεχνικής του μορφής αποτέλεσαν οι Τσιγγάνοι της Ισπανίας[4], των οποίων η παράδοση ήταν προφορική, συνεπώς τα παραδοσιακά τους τραγούδια περνούσαν από γενιά σε γενιά μέσω των μουσικών τους ερμηνειών στην τοπική κοινότητα.
Γενικότερα, λοιπόν, παρατηρείται μια έλλειψη καταγεγραμμένων ιστορικών στοιχείων σχετικά με το φλαμένκο, καθώς υπήρχε και έλλειψη ενδιαφέροντος από τους ιστορικούς και μουσικολόγους της εποχής: ένας περιορισμένος αριθμός πηγών, κυρίως από το 19ο αιώνα, καθώς και σημειώσεις και ταξιδιωτικές εντυπώσεις από Ευρωπαίους ταξιδιώτες. Το ενδιαφέρον άρχισε να αυξάνεται κατά τον 20ό αιώνα και από τη δεκαετία του 1980 κι έπειτα ξεκίνησε συστηματοποιημένη και πιο λεπτομερής έρευνα προς αναζήτηση νέων στοιχείων για το μουσικό αυτό είδος.
Όπως και με άλλες πλευρές της ισπανικής τέχνης, έτσι και στο φλαμένκο αναφέρεται ως άμεσα συσχετιζόμενος ο όρος "ντουέντε", ένας από τους πιο δύσκολα μεταφράσιμους, ο οποίος αναφέρθηκε σε μια διάλεξη[5] του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και συνοπτικά υπονοεί ένα είδος "μαγείας", μυστηριακής δύναμης και ιδιαίτερης ανύψωσης της ψυχής του καλλιτέχνη που ερμηνεύει το χορό ή το τραγούδι.
Προέλευση
ΕπεξεργασίαΠροκειμένου να κατανοήσει κάποιος τις επιρροές και τις συνθήκες από τις οποίες δημιουργήθηκε το Φλαμένκο, θα πρέπει να δώσει προσοχή στην κουλτούρα και τη μουσική παράδοση της Ιβηρικής Χερσονήσου.
Η ίδια η προέλευση του όρου φλαμένκο, συνεπώς και της ιστορίας του, έχει πολλαπλές ερμηνείες. Για παράδειγμα, στην ισπανική γλώσσα, ο όρος αυτός χρησιμοποιούνταν και για τους προερχόμενους από τη Φλάνδρα[6], κάτι που μπορεί να υποδηλώνει ότι το φλαμένκο έφτασε στην Ισπανία από Φλαµανδούς µετανάστες επί βασιλείας Καρόλου Ε'[7]. Επίσης, ορισμένες εκδοχές δέχονται ως προέλευσή του τη Βόρεια Αφρική, ενώ άλλοι παρατηρούν επιρροές ακόμα κι από τη Βυζαντινή[8][9] και Ινδική θρησκευτική µουσική[10].
Πριν την εισβολή των Μουσουλμάνων το 711, η Ισπανία των Βησιγότθων είχε υιοθετήσει το δικό της ξεχωριστό εκκλησιαστικό λειτουργικό, γνωστό ως μοζαραβική λειτουργία, η οποία είχε επιρροές από τη Βυζαντινή μουσική και διατηρήθηκε μέχρι το 10ο ή 11ο αιώνα. Ορισμένες θεωρίες, όπως του Ισπανού κλασικού μουσικού Μανουέλ ντε Φάγια, συνέδεαν με το φλαμένκο τα μουσικά αυτά ακούσματα και τον αρχαιοελληνικό Δωρικό τρόπο, ο οποίος αποκαλούνταν Φρυγικός[11]. Δυστυχώς, λόγω της μορφής της μουσικής γραφής των Μοζαραβιτικών ύμνων, η θεωρία αυτή δεν έχει αποδειχτεί.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής της Νότιας Ισπανίας από τους Μωαμεθανούς, Χριστιανοί, Εβραίοι και Μουσουλμάνοι ζούσαν σε σχετική αρμονία. Τότε έκαναν την εμφάνισή τους και οι πρώτες νομαδικές τσιγγάνικες φυλές της Ισπανίας, οι οποίες πιθανότατα προήλθαν από την περιοχή Παντζάμπ της Ινδίας[12].
Κατά τη διάρκεια της Επανάκτησης των ισπανικών εδαφών, η Κόρδοβα και η Σεβίλη έπεσαν στης αρχές του 13ου αιώνα, ενώ τελευταία η Γρανάδα το 1492. Έτσι, οι ανεπιθύμητοι πληθυσμοί καταδιώκονταν όλο και πιο νότια, ενώ σε αυτούς προστέθηκαν αργότερα και όσοι ήθελαν να ξεφύγουν από την Ιερά Εξέταση. Η συγχώνευση των Τσιγγάνων (Gitanos στα ισπανικά) με τους Εβραίους, τους Μουσουλμάνους και τους Ανδαλουσιανούς της Νότιας Ισπανίας οδήγησε στη "γέννηση" του φλαμένκο, ενώ η μουσική της Βόρειας Ισπανίας είχε καθαρά κελτικές επιρροές από τους προρωμαϊκούς χρόνους.
Φλαμένκο: το τραγούδι
ΕπεξεργασίαΑυτό που σήμερα θεωρείται γνήσιο φλαμένκο, το τραγούδι των Τσιγγάνων της Ανδαλουσίας, καθιερώθηκε στα τέλη του 17ου αιώνα. Το παλαιότερο είδος φλαμένκο είναι γνωστό ως Κάντε Χόντο (Cante Jondo[13]): μια ανδρική φωνή, χωρίς συνοδεία οργάνων, διηγείται λυπητερές ιστορίες. Αργότερα προστέθηκε η κιθάρα και ο χορός.
Φλαμένκο: ο χορός
ΕπεξεργασίαΣτα τέλη του 18ου αιώνα, το φλαμένκο άρχισε να παρουσιάζεται σε ταβέρνες με τη συνοδεία κιθάρας, ενώ σύντομα προστέθηκε και ο χορευτής ή η χορεύτρια (ballaor/ballaora). Υπήρχαν επίσης άτομα που έδιναν το ρυθμό είτε με παλαμάκια είτε με χτύπημα των δαχτύλων, ενώ βασικό συστατικό του χορού φλαμένκο αποτελεί ο ήχος από τα πόδια των χορευτών (soniquete) και ο κοφτός βηματισμός τους (zapateado). Ο γυναικείος χορός αναδεικνύει τη χάρη του σώματος και των χεριών.
Κοινωνική αποδοχή και εξάπλωση του Φλαμένκο
ΕπεξεργασίαΤο Φλαμένκο δεν ήταν πάντα αποδεκτό από την συντηρητική άρχουσα τάξη, ίσως εξαιτίας του περιεχομένου των τραγουδιών του, τα οποία είχαν σαν θέμα τους τη βία, τον έρωτα δίχως κοινωνικές συμβάσεις, τη φυλακή κ.ά..
Από το 1850 μέχρι και το 1910 έχουμε τη λεγόμενη Χρυσή Εποχή του Φλαμένκο. Το φλαμένκο μπήκε σε πολλά cafes cantantes, όπου δίνονταν μουσικές παραστάσεις, έχοντας χάσει την κακή του φήμη, και κέρδιζε θαυμαστές από τις πλούσιες και πιο μορφωμένες κοινωνικές τάξεις. Οι συμμετέχοντες ήταν πλέον επαγγελματίες, ενώ γίνονταν διάσημοι και οι κιθαρίστες που συνόδευαν τους χορευτές φλαμένκο, οι οποίοι άρχισαν να επηρεάζονται από ακούσματα κλασικών κομματιών, υιοθετώντας τεχνικές που ενσωμάτωσαν στην παραδοσιακή μουσική. Για κάποιους, η περίοδος αυτή σηματοδοτούσε την εμπορευματοποίηση του παραδοσιακού φλαμένκο, ενώ άλλοι υποστήριζαν ότι με τους επαγγελματίες πλέον χορευτές και μουσικούς δημιουργούνταν υγιής ανταγωνισμός, ο οποίος με τη σειρά του γεννούσε μεγαλύτερη δημιουργικότητα και τεχνική αρτιότητα.
Θεωρείται πως οι χορευτές και οι τραγουδιστές του Φλαμένκο άσκησαν μεγάλη επίδραση σε καλλιτέχνες του 19ου αιώνα, αλλά και στους πρωτοπόρους των καλλιτεχνικών κινημάτων στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα (κυβισμός, ντανταϊσμός, σουρεαλισμός), κάτι που αναδεικνύεται στις μέρες μας μέσω εκθέσεων έργων τέχνης[14].
Κατά τη δικτατορία του Φράνκο (1936-1973), κυνηγήθηκαν οι πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος, καθώς και μειονότητες της χώρας. Οι Τσιγγάνοι, ωστόσο, της Ανδαλουσίας δεν είχαν τόσο την τύχη ομοεθνών τους στην κυρίως Ευρώπη, το 85% των οποίων βρήκαν το θάνατο στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Έτσι, μέσα από την προφορική τους παράδοση συνέχισε να αναπτύσσεται η μουσική κι ο χορός του φλαμένκο.
Με την πάροδο των χρόνων, όταν αναπτύχθηκε και η μουσική τεχνολογία και βιομηχανία, το Φλαμένκο βγήκε εκτός των συνόρων της Ισπανίας κι έγινε γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Έτσι, άρχισαν να αναπτύσσονται επιμέρους είδη φλαμένκο, με επιρροές, για παράδειγμα, από τη Λατινική Αμερική και κυρίως την Κούβα, ενώ η επίδραση της τζαζ έφερε και την προσθήκη μη παραδοσιακών οργάνων, όπως το φλάουτο, τα κρουστά, το μπάσο και το σαξόφωνο.
Τουριστική εκμετάλλευση και "φολκλόρ"
ΕπεξεργασίαΚατά το 19ο αιώνα, το φλαμένκο και η συσχέτισή του με τους Ανδαλουσιανούς Τσιγγάνους άρχισε να γίνεται δημοφιλές σε όλη την Ευρώπη μέχρι και τη Ρωσία, με αποτέλεσμα να φτάσουν να γίνουν "απαραίτητο" θέαμα για όποιον ταξίδευε στην Ισπανία. Συνθέτες έγραφαν μουσικά έργα και όπερες με θέματα τσιγγάνικα και φλαμένκο, σύμφωνα με τη δική τους πεποίθηση. Η Ισπανία ταυτίστηκε με τους Τσιγγάνους και το φλαμένκο, προς δυσαρέσκεια των μη-Ανδαλουσιανών Ισπανών. Η τάση αυτή οφείλεται στο γενικότερο ενθουσιασμό που παρατηρούνταν εκείνη την περίοδο στην Ευρώπη σχετικά με φολκλορικές παραδόσεις χωρών.
Στη σύγχρονη Ισπανία, η κυβέρνηση υποστηρίζει το φλαμένκο ως βασικό στοιχείο της τουριστικής ανάπτυξης της χώρας. Το γεγονός αυτό έχει τόσο υποστηρικτές όσο και επικριτές, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το παραδοσιακό φλαμένκο σαν καλλιτεχνική έκφραση πρέπει να αναπτύσσεται και να εντοπίζεται στους αρχικούς θύλακές του, την ισπανική επαρχία, και όχι να καταλήξει "μουσειακό είδος". Επίσης, υπερασπιστές του "γνήσιου φλαμένκο" θεωρούν ότι δεν έχουν όλοι επαρκή γνώση και τεχνική, με αποτέλεσμα να έχουν οδηγήσει στη θεώρηση που πολλοί έχουν για το φλαμένκο ως "φολκλορικό θέαμα"[15].
Μορφές έκφρασης στο φλαμένκο
ΕπεξεργασίαΒασικά στοιχεία του φλαμένκο είναι το παίξιμο της κιθάρας φλαμένκο (toque), το τραγούδι (cante) και ο χορός (baile).
Κιθάρα
ΕπεξεργασίαΚάντε φλαμένκο
Επεξεργασία
|
|
Παραδοσιακή σιγκουρίγια,
Ανδαλουσία
Αρχικό και κύριο στοιχείο του Φλαμένκο ήταν το τραγούδι και όχι ο χορός, σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση. Τα τραγούδια αυτά ακολουθούν αυστηρούς μουσικούς και ποιητικούς κανόνες, ενώ οι στίχοι τους (coplas) μπορούν να αποτελέσουν και μόνοι τους ξεχωριστά ποιήματα, το στυλ των οποίων μιμήθηκαν συχνά Ανδαλουσιανοί ποιητές, όπως ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.
Το Κάντε Φλαμένκο μπορεί να χωριστεί σε κατηγορίες βάσει πολλών κριτηρίων, όπως για παράδειγμα το ύφος των τραγουδιών. Έτσι, με αυτό το διαχωρισμό, έχουμε το Cante Jondo, το Cante Chico και το ενδιάμεσο Cante Intermedio, που είναι λιγότερο έντονο αλλά πιο "στολισμένο" μουσικά, ωστόσο συγκινητικό και δύσκολο ερμηνευτικά[16].
Είναι γνωστό και ως Canto Grande. Πρόκειται για έντονα μελαγχολικά τραγούδια με θέμα το θάνατο, τα ανθρώπινα βάσανα, την απόγνωση, τη λύπη και το θρησκευτικό αίσθημα. Περισσότερο από κάθε άλλο είδος, θεωρείται ότι σε αυτή τη μορφή τραγουδιού, ο καλλιτέχνης αυτοσχεδιάζοντας ουσιαστικά τραγουδάει από την ψυχή του.
Είδη Κάντε Χόντο αποτελούν η σεγιρίγια, οι σολεάρες, η τονά, η τιεντος κι η καρθελέρα.
Κυριολεκτικά σημαίνει μικρό τραγούδι και ασχολείται με πιο "ανάλαφρα" θέματα (έρωτας, φύση, χαρά, ευτυχία, τολμηρό χιούμορ). Υπάρχει συνοδεία του τραγουδιού από κιθάρα φλαμένκο.
Είδη Κάντε Τσίκο αποτελούν η αλεγρία, η μπουλερία και το τάνγκο.
Χορός φλαμένκο
ΕπεξεργασίαΟ χορός φλαμένκο είναι ιδιαίτερα εκφραστικός για τον χορευτή και είναι χαρακτηριστικός για τις κινήσεις των χεριών και το ρυθμικό χτύπο των ποδιών. Δε βασίζονται σε κάποια χορογραφία, αλλά στον αυτοσχεδιασμό βάσει του ρυθμού (palo). Συχνά χρησιμοποιούνται και καστανιέτες ή βεντάλιες.
Ρυθμοί ("Πάλος") του Φλαμένκο
ΕπεξεργασίαΣτο φλαμένκο υπάρχουν διαφορετικοί ρυθμοί και μουσικά είδη, οι αποκαλούμενοι στα ισπανικά palos, που αριθμούν πάνω από 50, κάποιοι συχνότεροι και κάποιοι πιο σπάνιοι.
Τα τραγούδια του φλαμένκο κατηγοριοποιούνται στα "πάλος" με βάση το ρυθμικό μέτρο τους, την αλληλουχία των συγχορδιών, το ύφος τους, τη μορφή των στροφών, τη γεωγραφική περιοχή από την οποία προέρχονται, καθώς και την απουσία ή όχι χορού/τραγουδιού. Πολλοί καλλιτέχνες του φλαμένκο συνήθως εξειδικεύονταν σε έναν μόνο τύπο φλαμένκο.
Κάποια τραγούδια δεν έχουν συνοδεία χορού, ενώ άλλα χορεύονται είτε από άνδρες είτε από γυναίκες. Η πλειονότητα των "πάλος" χορεύεται σήμερα σε μορφή σόλο, μέχρι σημείου οτιδήποτε χορεύεται με περισσότερους από έναν χορευτές, όπως για παράδειγμα οι σεβιγιάνας ή οι ροντένιας, να μη θεωρείται γνήσιο φλαμένκο.
"Πάλος" χωρίς συνοδεία μουσικής
Επεξεργασία- Debla (Ντέβλα)
- Martinetes (Μαρτινέτες)
- Carceleras (Καρθελέρας)
- Saetas (Σαέτας)
- Tonás (Τονάς)
- Trilla (Τρίγια)
Σολεάρες
Επεξεργασία- Alboreá (Αλβορεά)
- Bulerías (Μπουλερίας)
- Caña & Polo (Κάνια υ Πόλο)
- Cantiñas (Καντίνιας)
- Alegrías (Αλεγρίας)
- Caracoles (Καρακόλες)
- Mirabrás (Μιραβράς)
- Romeras (Ρομέρας)
- Peteneras (Πετενέρας)
- Romances (Ρομάνθες)
"Πάλος" με βάση το φαντάνγκο
Επεξεργασία- Verdiales (Μπερδιάλες)
- Rondeñas (Ροντένιας)
- Jabera (Χαβέρα)
- Granaínas (Γραναΐνας)
- Malagueñas (Μαλαγκένιας)
- Cantes de las minas (Κάντες ντε λας μίνας)
"Πάλος" με βάση τη σεγιρίγια
Επεξεργασία- Cabales (Καβάλες)
- Livianas (Λιβιάνας)
- Serrana (Σερράνα)
"Πάλος" με ρυθμό Τάνγκο
Επεξεργασία- Farruca (Φαρούκα)
- Garrotín (Γκαροτίν)
- Marianas (Μαριάνας)
- Tarantos (Ταράντος)
- Tientos (Τιέντος)
- Tanguillos (Τανγκίγιος)
- Tango flamenco (Τάνγκο φλαμένκο)
"Πάλος" με επιρροές από τη Λατινική Αμερική
Επεξεργασία- Colombianas (Κολομπιάνας)
- Guajiras (Γκουαχίρας)
- Milonga (Μιλόνγκα)
- Vidalitas (Μπιδαλίτας)
Άλλα "πάλος"
Επεξεργασία- Campanilleros (Καμπανιγιέρος)
- Bambera (Μπαμπέρα)
- Sevillanas (Σεβιγιάνας)
- Nanas (Νάνας)
- Zambras (Θάμπρας)
- Zorongo (Θορόνγκο)
Διάσημοι καλλιτέχνες του φλαμένκο
ΕπεξεργασίαΤραγουδιστές
Επεξεργασία- Camarón de la Isla (Καμαρόν ντε λα Ίσλα)
- Manuel Torre (Μανουέλ Τόρρε)
- La Niña de los Peines (Λα Νίνια ντε λος Πέινες)
- El Lebrijano (Ελ Λεβριχάνο)
- Antonio Molina (Αντόνιο Μολίνα)
Κιθαρίστες
Επεξεργασία- Carlos Montoya (Κάρλος Μοντόγια)
- Paco de Lucía (Πάκο ντε Λουτσία)
- Paco Peña (Πάκο Πένια)
- Armik (Αρμίκ)
- Carlos el Canario (Κάρλος Ελ Κανάριο)
- Antonio Negro (Αντόνιο Νέγρο)
- Manolo Sanlúcar
- Tomatito (Τοματίτο)
- Vicente Amigo (Βιθέντε Αμίγο)
- Sabicas (Σαμπίκας)
Χορευτές
Επεξεργασία- Lola Flores (Λόλα Φλόρες)
- Cristina Hoyos (Κριστίνα Όγιος)
- Antonio Gades (Αντόνιο Γκάδες)
- Antonio Canales (Αντόνιο Κανάλες)
- Joaquín Cortés(Χοακίν Κορτές)
- María Pagés (Μαρία Παχές)
- Antonia Mercé (Αντόνια Μερθέ)
- Carmen Cortés (Κάρμεν Κορτές)
- Maria Serrano (Μαρία Σεράνο)
- Aída Gómez (Αΐδα Γκόμεθ)
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Συχνά αποδίδεται λανθασμένα ως φλαμένγκο.
- ↑ «Ole! Spain's flamenco declared a global treasure». The Washington Post. 16 Νοεμβρίου 2010.[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Στις μέρες μας, συγκρίνονται με τα αμερικάνικα μπλουζ και τα ελληνικά ρεμπέτικα τραγούδια, όσον αφορά το περιεχόμενο και τις κοινωνικές τάξεις που τα ανέδειξαν.
- ↑ «Groves Dictionary of Music and Musicians». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2008.
- ↑ (Ισπανικά)Teoría y juego del duende, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.
- ↑ Diccionario de la lengua española - Vigésima segunda edición
- ↑ Τη θεωρία αυτή υποστήριξε ο Ισπανός μουσικολόγος Φελίπε Πεδρέλ.
- ↑ History of Flamenco
- ↑ «Eugenio Noel, Martín el de la Paula en Alcalá de los Panaderos. Madrid: La Novela Mundial, 1926». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Νοεμβρίου 2009.
[...]Flamenco is Tartesian, Persian, Byzantine, and probably Ancient Greek, too. It is Mozarabic and Latin and, in being all of these, it is something more. Flamenco is no more than what its most recent interpreter wanted it to be.
- ↑ Press Trust of India (PTI) (20 Δεκεμβρίου 2005). «Spanish Flamenco has an Indian connection». The Hindu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2008.
- ↑ Manuel de Falla, El "cante jondo" (canto primitivo andaluz), a folleto (Granada: Urania 1922)
- ↑ William A. Duna (1985). «The origin of gypsies». Gypsies: A Persecuted Race. Minneapolis: Duna Studios. ISBN 0-942928-04-0. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Οκτωβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2008.
- ↑ Στα ισπανικά σημαίνει βαθύ τραγούδι.
- ↑ Κάτια Αρφαρά (22 Αυγούστου 2008). «Όταν η πρωτοπορία συνάντησε το φλαμένκο». Ελευθεροτυπία. Ανακτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2008.[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Έφη Φαλίδα (29 Απριλίου 2008). ««Άσχετοι έκαναν το φλαμένκο φολκλόρ»». Τα Νέα. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιουλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2008.
- ↑ Donn E. Pohren (2005). The Art of Flamenco. Bold Strummer Ltd. σελ. 68. ISBN 0933224028.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- ÁLVAREZ CABALLERO, Ángel: El cante flamenco, Alianza Editorial, Madrid, Second edition, 1998. ISBN 84-206-9682-X (First edition: 1994)
- MARTÍN SALAZAR, Jorge: Los cantes flamencos, Diputación Provincial de Granada, Granada, 1991 ISBN 84-7807-041-9
- ROSSY, Hipólito: Teoría del Cante Jondo, CREDSA, Barcelona, 1998. ISBN 84-7056-354-8 (First edition: 1966)